Τον δρόμο του Συμβουλίου Επικρατείας για τη συνταγματικότητα του εμβολιασμού σε ειδικές κατηγορίες πολιτών, που αποφάνθηκε κατ΄αρχήν θετικά για λόγους δημοσίου συμφέροντος, δείχνει εμμέσως πλην σαφώς και ο Αρειος Πάγος.

Στο Ανώτατο Δικαστήριο έφτασε το θέμα του υποχρεωτικού εμβολιασμού μετά από αίτηση δικηγόρου, με την οποία ζητούσε έκδοση γνωμοδότησης για το “αν η εκ μέρους των Οργάνων της Διοίκησης της Ελληνικής Πολιτείας, επιβολή του υποχρεωτικού εμβολιασμού ΣΥΝΙΣΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ (Παράνομης Βίας, Σωματικής Βλάβης, Απειλής, κατά περίπτωση και ενίοτε κατά συρροή), κατά αντικειμενική υπόσταση, ανεξαρτήτως της υποκειμενικής υποστάσεως (αν και η άγνοια νόμου δεν συγχωρείται κατά το άρθρο 31 παρ. 1 Π.Κ.)”.

Κι ενώ ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Λάμπρος Σοφουλάκης, δηλώνει με γνωμοδότησή του πως το Ανώτατο Δικαστήριο είναι αναρμόδιο να πάρει θέση επί του συγκεκριμένου ζητήματος, δια της πλαγίας οδού αναφέρεται ουσιαστικά στη νομιμότητα του μέτρου υποχρεωτικού εμβολιασμού, παραπέμποντας σε σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίων Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).

ΕΔΔΑ: Υπερτερεί η προστασία της δημόσιας υγείας

Το δικαστήριο του Στρασβούργου ερμηνεύει το όλο ζήτημα ξεκινώντας από την εξής νομική αφετηρία που έχει διαμορφώσει μέσα από άλλες παλαιότερες αποφάσεις του. Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, ως ακούσια ιατρική πράξη, συνιστά παρέμβαση στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής. Από το σημείο αυτό και μετά, όμως, οι δικαστές του ΕΔΔΑ εξετάζουν εάν το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, το οποίο ακολουθούν στο σύνολό τους οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, συνιστά ή όχι παραβίαση του παραπάνω δικαιώματος των πολιτών.

Διερευνούν επίσης εάν ο σκοπός της νομοθεσίας και των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη σε θέματα δημόσιας υγείας αντιστοιχούν πράγματι σε μία επιτακτική κοινωνική ανάγκη, όπως η προστασία της δημόσιας υγείας. Υπό εξέταση τίθεται και το ερώτημα για το εάν τα κράτη με τις αποφάσεις τους για υποχρεωτικό εμβολιασμό εφαρμόζουν ή όχι την αρχή της αναλογικότητας και αν έχουν εξασφαλίσει τα ένδικα μέσα για να υπερασπίσει τα δικαιώματά του ο πολίτης που θεωρεί ότι θίγεται από την εφαρμογή του μέτρου.

Δημόσιο συμφέρον

Παράλληλα, ο κ. Σοφουλάκης αναφέρει αρχικώς πως η έκδοση γνωμοδότησης “δεν είναι επιτρεπτή αφενός, διότι τίθεται από μέρους μεμονωμένου ιδιώτη (Δικηγόρου εν προκειμένω) και αφορά νομικό προβληματισμό του ιδίου, επί γενικού και αφηρημένα διατυπούμενου ερωτήματος και, αφετέρου, για το αν πράγματι το αναφερόμενο, συνιστά ή όχι αξιόποινη συμπεριφορά, και ποίας νομοτυπικής μορφής, αποκλειστικά αρμόδιες να αποφανθούν, είναι οι εισαγγελικές και δικαστικές αρχές που θα επιληφθούν επί τη βάσει συγκεκριμένων κατά τα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία συμπεριφορών, επ’ αφορμή μήνυσης, έγκλησης κ.λπ.”.

Ωστόσο, σπεύδει να υπενθυμίσει σχετικές αποφάσεις άλλων Ανωτάτων Δικαστηρίων. “Να υπομνησθεί συναφώς, ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει ήδη επιληφθεί επί σχετικών με το θιγόμενο ζήτημα περιπτώσεων και πριν την εφαρμογή του νεαρού νόμου 4820/23-7-2021 (άρθρα 205- 206), όπως, για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό υπαλλήλων που υπηρετούν στις Ειδικές Μονάδες Αντιμετώπισης Καταστροφών (ΕΜΑΚ), και τη διαγραφή νηπίου από δημοτικό παιδικό σταθμό (ΣτΕ 133/2021 Ολ. και 2387/2020, αντίστοιχα), δεχόμενο, ότι ο εμβολιασμός ως απαραίτητο μέτρο για την πρόληψη της διάδοσης και την καταπολέμηση μεταδοτικών ασθενειών, που συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία είναι συνταγματικώς ανεκτή πράξη, χάριν του δημοσίου συμφέροντος”.

Και προσθέτει: “Επιπλέον, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εκδόθηκε, η πρόσφατη από 9-4-2021 απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), επί εξέτασης υπόθεσης υποχρεωτικού εμβολιασμού που εφάρμοζε η Τσεχική Δημοκρατία, αναφορικά με συγκεκριμένες 10 μολυσματικές ασθένειες, η οποία έκρινε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, αφού δεν αποκλείει παρεμβάσεις οι οποίες συνάδουν με τις πρόνοιές του, όπως λ.χ. η προστασία της δημόσιας υγείας”.