Πυρετώδεις είναι οι προετοιμασίες, οι διεργασίες και οι επαφές από όλους τους εμπλεκόμενους, για την πώληση ποσοστών που κατέχει το Δημόσιο στις τρεις συστημικές τράπεζες και ειδικότερα σε Εθνική και Alpha Bank, καθώς ο κύβος ερρίφθη και από αυτή την εβδομάδα ο χρόνος μετράει αντίστροφα, με στόχο να έχουν τελειώσει όλα μέσα στον Νοέμβριο.

Βέβαια, για να συμβεί αυτό, θα μεσολαβήσουν πολλά επεισόδια ακόμα, καθώς οι δύο περιπτώσεις δεν είναι ίδιες, αλλά βρίσκονται και σε διαφορετικό μήκος, σε σχέση με το ενδιαφέρον που συγκεντρώνει για πωλητή και δυνητικούς αγοραστές η κάθε μία εξ αυτών.

Για την περίπτωση της Alpha Bank, έχουμε μέχρι τώρα την επίσημη συμφωνία της με την ιταλική UniCredit, η οποία όμως βάλλεται από κάποιες πλευρές, καθώς το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας κατηγορείται ότι δεν δημοσιοποίησε ούτε εξαρχής ούτε στη συνέχεια το προσφερόμενο τίμημα ανά μετοχή, δημιουργώντας προβλήματα στην αγορά.

Βολές δέχεται επίσης και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, που δεν φρόντισε να ζητήσει και να δημοσιοποιήσει την τιμή, πριν επιτρέψει την επαναδιαπραγμάτευση της μετοχής της τράπεζας.

Επί της ουσίας, το Ταμείο ετοιμάζεται να ανοίξει το βιβλίο προσφορών, καθώς βάσει νόμου, είναι αναγκασμένο να ακολουθήσει την ανταγωνιστική διαδικασία και να επιλέξει την καλύτερη, σε συνεργασία με τον σύμβουλό της, την JP Morgan.

Κατά τις υπάρχουσες πληροφορίες, το ΤΧΣ αντιμετωπίζει ένα δίλημμα, ως προς το χρόνο ανοίγματος του βιβλίου, προ της δημοσίευσης των μεγεθών εννεάμηνου της τράπεζας, ή μετά, όπως θα συμβεί και με την περίπτωση της Εθνικής, με τις πληροφορίες να συγκλίνουν υπέρ της δεύτερης εκδοχής.

Σε κάθε περίπτωση, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εστιάζεται στο αν θα υπάρξει κίνηση ή όχι από τον Ολλανδό επιχειρηματία Χόλτερμαν, ο οποίος έχει ήδη σημαντική συμμετοχή, που εκτιμάται σε πάνω από 8% και φέρεται να είχε εκδηλώσει σαφές ενδιαφέρον, αλλά όλα αυτά πριν από τη συμφωνία Alpha Bank-UniCredit.

Τέλος, από το Ταμείο, δεν αποκλείουν καμία εξέλιξη, μηδέ αυτής που θα συνιστούσε έκπληξη, από την εκδήλωση ενδιαφέροντος από ισχυρούς ξένους, κυρίως επενδυτικές τράπεζες και funds.

Η περίπτωση της Εθνικής τράπεζας είναι σαφώς πιο σύνθετη και δύσκολη, ιδίως αν επιλεγεί οριστικά η διάθεση ποσοστού 20%, σε δύο διαφορετικές διαδικασίες, μια του 15% σε ξένους και μια του 5% σε εγχώριους επενδυτές, μετόχους και πελάτες της τράπεζας.

Ναι μεν υπάρχει συνωστισμός υποψήφιων επενδυτών, αλλά το ζητούμενο και η σαφώς προτιμητέα περίπτωση για ΤΧΣ-Κυβέρνηση είναι η απόκτηση κρίσιμου ποσοστού σε μακροπρόθεσμο επενδυτή, κατά προτίμηση τράπεζα.

Από τις μέχρι στιγμής πληροφορίες, πάντως, δεν προκύπτει άμεσο ενδιαφέρον από κάποια ξένη τράπεζα και αν αυτό επιβεβαιωθεί στις επίσημες διαδικασίες, τότε το ενδιαφέρον θα εστιαστεί προς γνωστά συντηρητικά χαρτοφυλάκια, κυρίως επενδυτικών συνταξιοδοτικών ταμείων.

Εκτός απροόπτου, τα αποτελέσματα εννεαμήνου της Εθνικής, θα δημοσιευθούν την Τρίτη, 7 Νοεμβρίου, οπότε μέχρι τότε το Ταμείο και οι σύμβουλοι ΤΧΣ (JP Morgan) και τράπεζας ( Goldman Sachs), θα πρέπει να είναι έτοιμοι, ώστε να ξεκινήσουν άμεσα οι σχετικές διαγωνιστικές διαδικασίες.

Το που θα οδηγήσουν οι διεργασίες τελικά, κανείς δεν γνωρίζει με ασφάλεια, καθώς οι δύο διαδικασίες αποεπένδυσης, ήτοι Συναλλαγή μέσω Κεφαλαιαγοράς και Ιδιωτική Συναλλαγή, αφήνουν πολλά περιθώρια επιλογών και ελιγμών.

Άλλωστε, αν το μέχρι τώρα μεγάλο ενδιαφέρον πολλών ξένων επενδυτών επιβεβαιωθεί στην πράξη, η ευχέρεια επιλογής θα είναι ακόμα ευκολότερη, με τις ευλογίες και της κυβέρνησης, που επιθυμεί σταθερό και μακροπρόθεσμο επενδυτή, καθώς θα διακρατεί ακόμα το ίδιο το υπόλοιπο 20% της Εθνικής.

Διαβάστε ακόμη: