Οι δονήσεις στις αγορές ομολόγων σημειώθηκαν με διαφορά δύο εβδομάδων και δύο ηπείρων. Η πρώτη ήταν στα μέσα Ιουνίου, όταν η αιφνιδιαστική απόφαση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να προκηρύξει εκλογές προκάλεσε ξεπούλημα εν μέσω φόβων ότι μια νέα κυβέρνηση θα αυξήσει τις δαπάνες.
Στη συνέχεια, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν κατακόρυφα αφού ο Ντόναλντ Τραμπ επικράτησε ενάντια στον Τζο Μπάιντεν στο προεδρικό ντιμπέιτ, τροφοδοτώντας την ανησυχία ότι το έλλειμμα των ΗΠΑ θα εκτοξευθεί αν ο Ρεπουμπλικανός επιστρέψει στον Λευκό Οίκο – μια συναλλαγή με ονομασία «Trump trade» που φούντωσε ξανά στις αρχές της περασμένης εβδομάδας μετά την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Μια νέα ανατροπή έλαβε χώρα την Κυριακή, όταν ο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι δεν διεκδικεί πλέον το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος και υποστήριξε την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις.
Οι κινήσεις αυτές δεν τράβηξαν ιδιαίτερη προσοχή πέρα από τους οικονομικούς κύκλους και σύντομα επισκιάστηκαν καθώς οι εικασίες για τις επερχόμενες μειώσεις των επιτοκίων επανήλθαν στο επίκεντρο της προσοχής.
Παρ’ όλα αυτά, αποτέλεσαν πρώιμα προειδοποιητικά σημάδια για τον παγκόσμιο κίνδυνο που ενέχει ο συνδυασμός των αυξανόμενων κρατικών χρεών και της ολοένα και πιο απρόβλεπτης πολιτικής των εκλογικών ετών.
Καθώς η παγκόσμια οικονομία επεκτείνεται με σταθερό ρυθμό, τα ελλείμματα έχουν συσσωρευτεί χάρη στις αυξημένες δημόσιες δαπάνες στον απόηχο της πανδημίας. Ως αποτέλεσμα, το χρέος των μεγάλων οικονομιών αναμένεται να διογκωθεί κατά 2 τρισεκατομμύρια δολάρια φέτος σε ρεκόρ 56 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Το χρέος αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο – μια τάση που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι θα μπορούσε να επιδεινωθεί εάν οι νεοεκλεγμένες κυβερνήσεις ενισχύσουν τις δαπάνες για να χρηματοδοτήσουν νέα προγράμματα στήριξης.
«Οι πολιτικοί θα προσπαθήσουν να καθυστερήσουν περαιτέρω την αναπόφευκτη διόρθωση της πορείας της οικονομίας τους», δήλωσε ο Κρίστοφερ Ρίγκερ, επικεφαλής της έρευνας επιτοκίων της Commerzbank. «Ορισμένες χώρες μπορεί να δοκιμάσουν πόσο μακριά μπορούν να φτάσουν μέχρι ο λόγος του χρέους προς ΑΕΠ φτάσει σε κρίσιμο σημείο».
Οι δημοσιονομικές πιέσεις απειλούν να δοκιμάσουν την ικανότητα των αγορών να απορροφήσουν ένα συνεχώς αυξανόμενο ποσό χρέους χωρίς να οδηγήσουν τα επιτόκια σε υψηλότερα επίπεδα. Ως αποτέλεσμα, επενδυτικές εταιρείες όπως η BlackRock Inc. προτιμούν τα βραχυπρόθεσμα ομόλογα, τα οποία είναι λιγότερο πιθανό να παρασυρθούν από την αγωνία γύρω από τα προβλήματα χρέους τα επόμενα χρόνια.
Φυσικά, δεν έλειψαν οι δημοσιονομικοί κινδυνολόγοι και η ιδέα ότι οι λεγόμενοι «εκδικητές των ομολόγων» θα τιμωρήσουν τις σπάταλες κυβερνήσεις έχει εμφανιστεί περιοδικά, για να περάσει και πάλι στο παρασκήνιο κάθε φορά που οι κρίσεις δεν υλοποιήθηκαν. Αυτή τη στιγμή, οι ανησυχίες για τα ελλείμματα έχουν σε μεγάλο βαθμό περιοριστεί από την εικασία ότι το κόστος δανεισμού μειώνεται σταθερά.
Ωστόσο, κάτω από την επιφάνεια, υπάρχει ανησυχία για τη δημοσιονομική πορεία, καθώς οι κυβερνήσεις πιέζονται από το υψηλό κόστος των επιτοκίων, ενώ οι επερχόμενες εκλογές προκαλούν αβεβαιότητα.
Την περασμένη εβδομάδα, το ΔΝΤ προειδοποίησε ότι οι πιθανοί νικητές ορισμένων εκλογών μπορεί να ενορχηστρώσουν «σημαντικές διακυμάνσεις» στην πολιτική που «ενέχουν κινδύνους δημοσιονομικής σπατάλης». Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών δήλωσε ότι οι κυβερνήσεις γίνονται όλο και πιο ευάλωτες όσον αφορά την απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Οι εταιρείες αξιολόγησης έχουν επίσης εκφράσει την ανησυχία τους.
«Σε ορισμένα μέρη του κόσμου, δεν είναι το επίπεδο του χρέους, αλλά η αντίληψη του πλαισίου γύρω από αυτό», δήλωσε ο Ζαν Μπουαβάν, επικεφαλής του επενδυτικού ινστιτούτου της BlackRock. «Το εύρος των πολιτικών αποτελεσμάτων που μπορεί να λάβει χώρα φέτος γίνεται όλο και μεγαλύτερο».
Το ιστορικό
Αυτό φάνηκε τον περασμένο μήνα, όταν το Μεξικό χάρισε μια ευκολότερη από την αναμενόμενη νίκη στην εκλεγμένη πρόεδρο Κλαούντια Σέινμπαουμ και το κόμμα της, Morena. Τα αποτελέσματα προκάλεσαν sell-off στις μεξικανικές αγορές λόγω της ανησυχίας ότι θα προωθούσε πρωτοβουλίες μέσω του Κογκρέσου που θα επιδείνωναν το έλλειμμα.
Μία εβδομάδα αργότερα, ο Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές. Οι φόβοι για μια νίκη του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού της Μαρίν Λεπέν ώθησαν τις αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων στο υψηλότερο επίπεδό τους έναντι του γερμανικού χρέους εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία. Παρέμειναν αυξημένες μετά τις εκλογές που άφησαν τον Μακρόν να παλεύει να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, απειλώντας την ικανότητά του να θέσει σε εφαρμογή οποιεσδήποτε δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, τόνισε την περασμένη εβδομάδα τη σημασία της τήρησης των δημοσιονομικών κανόνων του μπλοκ, τους οποίους έχουν παραβιάσει η Γαλλία, η Ιταλία και μια σειρά μικρότερων οικονομιών.
Trump trade
Στις ΗΠΑ, όπου το έλλειμμα πλησιάζει ήδη τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια, οι εκλογές αναδεικνύουν αυτούς τους κινδύνους.
Ενώ το εθνικό χρέος διογκώθηκε επί Μπάιντεν, τα σχέδια του Τραμπ για παράταση των φορολογικών περικοπών είναι σχεδόν βέβαια πως θα το αυξήσουν, όπως τόνισε το Bloomberg.
Τόσο η Vanguard Group Inc. όσο και η Fidelity International δήλωσαν ότι μια «σκούπα» των Ρεπουμπλικανών στην εκλογική αναμέτρηση του Νοεμβρίου θα αποτελούσε τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τα ομόλογα, καθώς θα διεύρυνε την ικανότητα του Τραμπ να εφαρμόσει την ατζέντα του, μέρος της οποίας αναμένεται επίσης να συμβάλει στην αύξηση του πληθωρισμού.
Μετά την απόπειρα δολοφονίας η οποία έδωσε πρόσθετη ώθηση στην υποψηφιότητα του Τραμπ, τα μακροπρόθεσμα ομόλογα διολίσθησαν στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, καθώς οι επενδυτές στοιχημάτισαν ότι η καμπύλη αποδόσεων θα γίνει πιο απότομη.
Αυτό έφερε για λίγο τις αποδόσεις των 30ετών ομολόγων στο ίδιο επίπεδο με τις αποδόσεις των 2ετών για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο, εξαλείφοντας την αναστροφή σε αυτό το τμήμα της καμπύλης.
«Όσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να γίνει ο Ντόναλντ Τραμπ ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ, τόσο υψηλότερο θα είναι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα το έλλειμμα του αμερικανικού προϋπολογισμού», δήλωσε ο Άλεξ Πελτέσκι, επικεφαλής επενδύσεων σταθερού εισοδήματος στην Aegon Asset Management.
Η Ιαπωνία, από την πλευρά της, έχει καταγράψει ελάχιστες επιπτώσεις όσον αφορά το αυξημένο χρέος της το οποίο έχει σκαρφαλώσει στο 250% του ΑΕΠ.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, όμως, αποτελεί «καναρίνι στο ορυχείο». Η πρώην πρωθυπουργός Λιζ Τρας απομακρύνθηκε γρήγορα από το αξίωμά της, αφού τα σχέδιά της για μεγάλες μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές περικοπές το 2022 οδήγησαν τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων στα ύψη, καθώς οι επενδυτές εγκατέλειψαν τη βρετανική αγορά ομολόγων.
Ήταν ένα σκληρό μάθημα για το πόσο γρήγορα οι αγορές μπορούν να στραφούν εναντίον σπάταλων κυβερνήσεων. Το επεισόδιο αυτό επισκίασε τις πρόσφατες εκλογές της χώρας, με τους νέους ηγέτες να θέτουν την οικονομική σταθερότητα ως κορυφαία προτεραιότητα.
«Οι επενδυτές γνωρίζουν ακριβώς τι δεν τους αρέσει», δήλωσε ο Μπενουά Αννέ, διευθύνων σύμβουλος της MFS Investment Management. «Δεν τους αρέσει η πολιτική αβεβαιότητα, η πολιτική αστάθεια, οι αυξανόμενοι δημοσιονομικοί κίνδυνοι και οι κλυδωνισμοί αξιοπιστίας της πολιτικής».
Διαβάστε ακόμη:
-
«Ταύρος» η Euroxx για τις ελληνικές τράπεζες – Έρχονται αναβαθμίσεις
-
Κατερίνα Καινούργιου: Η πρώτη φωτογραφία με τον σύντροφό της στο Instagram
-
Αντετοκούνμπο: «Ένα παιδί από τα Σεπόλια» με την ελληνική σημαία