Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία επιβεβαιώνουν την αισθητή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού των ΗΠΑ, με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτή, στο 3% σε ετήσια βάση, τον Ιούνιο, από 4%, τον Μάιο και από το υψηλό του 9,1%, τον Ιούνιο του 2022, κυρίως λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας.

Ωστόσο, σλυμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Alpha Bankη συνεκτίμηση και άλλων σημαντικών παραγόντων, που αντανακλούν την επίμονη, πληθωριστική δυναμική, υπαγόρευσαν την απόφαση της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας (FED) να αυξήσει τα επιτόκιά της κατά 25 μ.β. στη συνεδρίασή της, την 26η Ιουλίου, στο εύρος 5,25%-5,50%, μετά από μια σύντομη παύση τον περασμένο μήνα.

Μεταξύ αυτών των παραγόντων είναι ο δομικός πληθωρισμός (εξαιρεί τις τιμές των τροφίμων και ενέργειας), ο οποίος τον Ιούνιο, ναι μεν υποχώρησε στο 4,8% από 5,3% τον προηγούμενο μήνα, ωστόσο από πέρυσι τον Ιούνιο που ήταν στο 5,9%, φαίνεται ότι δεν έχει επιτευχθεί αξιοσημείωτη αποκλιμάκωση. Ταυτόχρονα, εξακολουθεί να υπερβαίνει αισθητά τον γενικό πληθωρισμό.

Ο δεύτερος παράγοντας είναι η αγορά εργασίας, για την οποία μια σειρά δεικτών, όπως το ποσοστό της ανεργίας (3,7%) και οι κενές θέσεις εργασίας ως ποσοστό των συνολικών θέσεων (5,9%), τον Μάιο, επιβεβαιώνουν την ανθεκτικότητά της και την υπερθέρμανση της οικονομίας. Επίσης, άξιο σχολιασμού είναι ότι για κάθε άνεργο στις ΗΠΑ υπάρχουν 1,6 διαθέσιμες θέσεις εργασίας, μια αναλογία που υπερβαίνει την αντίστοιχη πριν από την πανδημία (1,2), ενώ, από τον Φεβρουάριο του 2020, η οικονομία έχει προσθέσει σχεδόν 4 εκατομμύρια θέσεις εργασίας.

Η νομισματική πολιτική της FED παραμένει αυστηρή, με στόχο τη γρήγορη επίτευξη του στόχου 2% του πληθωρισμού. Ωστόσο, εξακολουθεί να υφίσταται μια σημαντική αντισταθμιστική δύναμη, που είναι η δημοσιονομική στήριξη. Η δύναμη αυτή ενισχύει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και, προς το παρόν, αποτελεί ένα «μαξιλάρι» για την οικονομία, διατηρώντας την σε κατάσταση «υπερθέρμανσης».

Προφανώς, υπάρχουν και αρκετοί λόγοι ανησυχίας για τη βιωσιμότητα της συγκεκριμένης πολιτικής, αφού το αμερικανικό δημόσιο χρέος έχει αγγίξει ιστορικά επίπεδα. Όμως, παρά τους κινδύνους, η οικονομία των ΗΠΑ έχει αποφύγει μέχρι στιγμής μια σοβαρή ύφεση, ενώ η «ομαλή προσγείωση» (soft landing) είναι σήμερα το πιθανότερο σενάριο.

Tο δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ ανήλθε σε 1,39 τρισ. δολάρια για τους πρώτους εννιά μήνες (Οκτώβριος 2022-Ιούνιος 2023), αυξημένο κατά 878 δισ. δολάρια σε σχέση με την ίδια περίοδο του περασμένου έτους, ενώ το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σημαντικά σε διάστημα επτά εβδομάδων, από την υπογραφή του νόμου από τον πρόεδρο Joe Biden, που ουσιαστικά απενεργοποιεί το ανώτατο όριο του χρέους μέχρι τον Ιανουάριο του 2025. Βάσει στοιχείων του Υπουργείου Οικονομικών, το κρατικό χρέος ανήλθε σε 32,59 τρισ. δολάρια στις 26 Ιουλίου, 1,1 τρισ. δολάρια υψηλότερα από το επίπεδο των 31,47 τρισ. δολαρίων της ψήφισης του νόμου .

Σημειώνεται ότι η ταχύτατη αντίδραση των αρμόδιων αρχών με στόχο τον περιορισμό των διαταραχών στον τραπεζικό τομέα των ΗΠΑ, τον προηγούμενο Μάρτιο, καθώς και η ψήφιση του προαναφερθέντος νομοσχεδίου για αναστολή του ανώτατου ορίου χρέους των ΗΠΑ μείωσαν τους κινδύνους για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ενώ οι αγορές εκτιμούν ότι η οικονομία θα καταφέρει να αποφύγει την ύφεση.

Προς αυτήν την κατεύθυνση, στις αναθεωρημένες εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (World Economic Outlook Update, Ιούλιος 2023), η οικονομία των ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,8%, το 2023, ενώ θα επιβραδυνθεί στο 1%, το 2024. Για το 2023, η πρόβλεψη έχει αναθεωρηθεί προς τα πάνω κατά 0,2%, λόγω κυρίως της αύξησης της κατανάλωσης το πρώτο τρίμηνο, και της ανθεκτικότητας της αγοράς εργασίας που στήριξε το διαθέσιμο εισόδημα. Ωστόσο, αυτή η δυναμική αύξησης της κατανάλωσης δεν αναμένεται να διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα, αφού οι καταναλωτές έχουν εξαντλήσει σε μεγάλο βαθμό τις πλεονάζουσες αποταμιεύσεις που συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενώ η μείωση των επιτοκίων εντός του έτους από την Fed θα εξαρτηθεί από την πορεία του πληθωρισμού.

Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατη έρευνα της JPMorgan Chase &Co (“Household Cash Buffer Management from the Great Recession through COVID-19”, Ιούλιος 2023), τον Ιούνιο του 2021, το πιο υψηλό εισοδηματικό κλιμάκιο (τέταρτο τεταρτημόριο) των πελατών της Chase είχε διάμεσο απόθεμα ρευστών διαθεσίμων (cash buffer) 43 ημερών, ενώ το τεταρτημόριο με το χαμηλότερο εισόδημα είχε διάμεσο απόθεμα μετρητών 22 ημερών.

Αυτό είναι αποτέλεσμα, σε μεγάλο βαθμό, της περιορισμένης κατανάλωσης, κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, και των περιορισμών, καθώς και της κρατικής ενίσχυσης των νοικοκυριών, κατά τη διάρκειά της. Αντίθετα, από τις αρχές του 2023 και μετά το ενεργειακό σοκ, τα αντίστοιχα αποθέματα είναι εμφανώς συρρικνωμένα, σε ένα μήνα περίπου για τους πελάτες υψηλού εισοδήματος και σε περίπου 15 ημέρες για τους πελάτες χαμηλού εισοδηματικού κλιμακίου.

Αυτό, αναμφίβολα, υποδηλώνει μια ενδεχόμενη μείωση της κατανάλωσης, το επόμενο χρονικό διάστημα, ενώ τα νοικοκυριά δεν αναπληρώνουν τις αποταμιεύσεις, αφού, σύμφωνα με τα στοιχεία, τον Μάιο, αποταμίευσαν μόνο το 4,6% του διαθέσιμου εισοδήματός τους, αρκετά χαμηλότερα από την περίοδο της πανδημίας, ενώ το χρέος των νοικοκυριών είναι υψηλότερο από την πανδημική περίοδο.

Σύμφωνα με την Alpha Bank, η οικονομία των ΗΠΑ είναι αντιμέτωπη με τρία σενάρια:

(α) την ομαλή προσγείωση (soft landing),

(β) την απότομη προσγείωση (hard landing) και

(γ) τη μη προσγείωση (no landing).

Με την οικονομία των ΗΠΑ να παρουσιάζει ανθεκτικότητα, το σενάριο που επικρατεί είναι εκείνο της ήπιας προσγείωσης, όπου τα επιτόκια αυξάνονται, ενώ ο πληθωρισμός μειώνεται, αλλά η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και οι απώλειες θέσεων εργασίας είναι ήπιες. Βέβαια, οι προκλήσεις για την οικονομία παραμένουν και, ως εκ τούτου, τα άλλα δύο σενάρια δεν μπορούν να αποκλειστούν. Συγκεκριμένα, το σενάριο της απότομης προσγείωσης αντιστοιχεί σε μια ξαφνική και σημαντική ύφεση ως απάντηση στην επιθετική σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής και την απώλεια θέσεων εργασίας. Αντίθετα, το σενάριο της μη προσγείωσης περιγράφει μία οικονομία που συνεχίζει την ανοδική της πορεία, χωρίς να έχει αποκλιμακωθεί πλήρως ο πληθωρισμός. Τέλος, οι αβεβαιότητες σε παγκόσμιο επίπεδο δεν έχουν εξαλειφθεί, ενώ η αγορά εργασίας αναμένεται να διατηρηθεί σε πίεση, καθώς η πράσινη μετάβαση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός απαιτούν περισσότερο εργατικό δυναμικό.

 

Διαβάστε ακόμη: