Στη δεκαετία που ξεκίνησε το 2020, οι τρεις διαδοχικές κρίσεις -πανδημία, ενεργειακή κρίση, πόλεμος στην Ουκρανία- αποτελούν κομβικά γεγονότα που αλλάζουν τον κόσμο.
Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, η λέξη permacrisis έγινε η λέξη της περασμένης χρονιάς για το CollinsDictionary. Ο όρος αυτός σηματοδοτεί το έναυσμα μιας μακράς περιόδου αστάθειας και αβεβαιότητας, σε διεθνές επίπεδο1. Επιπλέον, όπως και με άλλες ιστορικές κρίσεις, ο κίνδυνος, σήμερα, πηγάζει από την απότομη αλλαγή του παγκόσμιου statusquo.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του permacrisis, που τη διαφοροποιεί από άλλες κρίσεις του παρελθόντος, είναι η συσσώρευση και η αλληλοεπίδραση παλαιών και νέων απειλών: η ενεργειακή κρίση που αφορά σε διάφορα προϊόντα (φυσικό αέριο, πετρέλαιο, άνθρακας, ηλεκτρική ενέργεια), η επισιτιστική ανασφάλεια, η κλιματική αλλαγή και οι γεωπολιτικές εντάσεις για τη διασφάλιση φυσικών πόρων.
Αυτές οι συνθήκες έχουν δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο: ο αυξημένος γεωπολιτικός ανταγωνισμός καθιστά ακόμη πιο δύσκολη τη συνεργασία που απαιτείται μεταξύ των κρατών, ώστε να επιλυθούν τα νέα προβλήματα, ενώ το επιδεινούμενο διεθνές περιβάλλον τροφοδοτεί περαιτέρω τις γεωπολιτικές εντάσεις. Παράλληλα, η πανδημία και η ενεργειακή κρίση επιταχύνουν την εφαρμογή ώριμων τεχνολογικών εφαρμογών τόσο στην ψηφιακή οικονομία, όσο και στη χημική μηχανική και την περιβαλλοντολογία.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι η πρώτη -μεγάλης κλίμακας- συμβατική, πολεμική σύγκρουση σε ευρωπαϊκό έδαφος, από το 1945. Παράλληλα, προκάλεσε τις μεγαλύτερες κυρώσεις από συμμαχικές δυνάμεις, συγκριτικά με τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Γερμανία κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Τέλος, αποτελεί τη μεγαλύτερη πυρηνική απειλή, μετά την «κρίση των πυραύλων» στην Κούβα το 1962. Η Ρωσία ενεπλάκη σε μια σύρραξη στην οποία δυσκολεύεται να αναδειχθεί νικητής, ενώ η διαχείριση των πολιτικών συνεπειών από πιθανή ήττα είναι εξίσου δυσχερής. Συνεπώς, η πολεμική σύρραξη μπορεί να αποβεί μακροχρόνια.
Πριν την επιβολή των δυτικών κυρώσεων, η οικονομία της Ρωσίας δεν συμπεριλαμβανόταν μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων οικονομιών στον κόσμο, σε όρους ΑΕΠ. Εν μέρει, λόγω των κυρώσεων, αναμένεται να συρρικνωθεί, κατά 2,2% το 2022, αλλά να σημειώσει οριακή μεγέθυνση κατά 0,3% το 2023 (Γράφημα 1), σύμφωνα με τις πρόσφατες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ, Ιανουάριος 2023). Ο πόλεμος ήταν η αιτία να βρεθεί η Ρωσία σχεδόν απομονωμένη από το παγκόσμιο γίγνεσθαι, με βασική διέξοδο τη διεύρυνση των εμπορικών συναλλαγών με την Κίνα, μετά την κατάρρευση των εμπορικών της δεσμών με τις δυτικές οικονομίες.
Ένα έτος μετά την εισβολή στην Ουκρανία, έχουν δημιουργηθεί ορισμένα ορατά, γεωπολιτικά ρήγματα στο μέτωπο της οικονομικής συνεργασίας των δυτικών χωρών, παρά το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ εδραιώνεται και επεκτείνεται στην αμυντική πολιτική. Στο πεδίο της οικονομίας, όμως, οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι βρίσκονται σε τροχιά σύγκρουσης, λόγω των τεράστιων επιδοτήσεων 369 δισ. δολαρίων προς την αμερικανική βιομηχανία που προβλέπει ο νόμος του προέδρου Biden για τη μείωση του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act).
Από την άλλη, οι Ευρωπαίοι σχεδιάζουν και ανακοινώνουν εθνικές στρατηγικές αντίδρασης, καθώς υπάρχει η ανησυχία ενός δυνητικού κύματος φυγής ευρωπαϊκών βιομηχανιών προς τις ΗΠΑ, όπου εκτός από τις επιδοτήσεις του νόμου Biden, θα έχουν και χαμηλότερο ενεργειακό κόστος. Η χώρα που, ενδεχομένως, να βγει περισσότερο κερδισμένη από τον πόλεμο είναι οι ΗΠΑ, επειδή αποκομίζουν μεγάλα κέρδη από την πώληση φυσικού αερίου σε υψηλότερες τιμές.
Η Ζώνη του Ευρώ βρίσκεται σε φάση στασιμοπληθωρισμού
Ειδικότερα, η Ζώνη του Ευρώ (ΖτΕ) βρίσκεται σε φάση στασιμοπληθωρισμού, δηλαδή συνδυασμού ύφεσης ή επιβράδυνσης και υψηλού πληθωρισμού. Οι ΗΠΑ αναμένεται να σημειώσουν χαμηλή ανάπτυξη, αλλά ελεγχόμενο πληθωρισμό. Η Κίνα και η Ιαπωνία αναμένεται να σημειώσουν ικανοποιητική ανάπτυξη και χαμηλό πληθωρισμό, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες οικονομίες. Η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου (HB), αποτελεί τη μοναδική χώρα από την ομάδα των G7, η οποία δεν έχει καταφέρει, σε όρους πραγματικού ΑΕΠ, να φθάσει στα επίπεδα του 2019, ενώ και οι εκτιμήσεις για το 2023 δεν είναι ενθαρρυντικές, αφού αναμένεται ύφεση της τάξης του 0,6% (ΔΝΤ). Κατά συνέπεια, τρία έτη μετά την υλοποίηση της απόφασης για το Brexit, η αναπτυξιακή δυναμική του Ηνωμένου Βασιλείου παραμένει αναιμική.
Σύμφωνα με την Alpha Bank, βρισκόμαστε, συνεπώς, εν όψει μιας περιόδου στασιμοπληθωρισμού δύσκολα προβλέψιμης διάρκειας, επί του παρόντος, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία πυροδότησε συνεχείς ανατιμήσεις στην ενέργεια και τα τρόφιμα, επιδεινώνοντας έτσι την επισιτιστική ανασφάλεια και τη φτώχεια.
Η χρόνια εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο έγινε καταφανής, πλέον, στους Ευρωπαίους πολιτικούς όταν η Ρωσία προχώρησε στην εργαλειοποίησή της. Παράλληλα, ο πόλεμος εξακολουθεί να αποτελεί απειλή υποσιτισμού για ορισμένες φτωχές χώρες του πλανήτη, προφανώς λόγω της σημασίας της Ουκρανίας ως σιτοβολώνα και εξαγωγικής χώρας γεωργικών προϊόντων και, επίσης, λόγω της μεγάλης απορρόφησης των προσφερόμενων ποσοτήτων από τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά.
Οι εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG)
Η εικόνα, πάντως, της άνισης κατανομής των δευτερογενών επιπτώσεων από τον πόλεμο ενισχύεται από τα στοιχεία που δείχνουν ότι οι εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) των ΗΠΑ έφθασαν το 2022 τις αντίστοιχες του Κατάρ, του μεγαλύτερου έως τώρα παραγωγού LNG στον κόσμο. Καθώς προσπαθούν να μειώσουν την εξάρτησή τους από τα ρωσικά ενεργειακά προϊόντα, οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στρέφονται στο φυσικό αέριο από τις ΗΠΑ, αλλά η τιμή που πληρώνουν οι Ευρωπαίοι είναι σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερη απ’ ό,τι στην Αμερική. Ωστόσο, παραμένει σημαντικό το γεγονός ότι η αύξηση των αμερικανικών εξαγωγών LNG επέτρεψε στην Ευρώπη να απεξαρτηθεί από την Ρωσία.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν όλα τα ανωτέρω μας οδηγούν σε μια προοπτική επιβράδυνσης του ρυθμού αύξησης του παγκόσμιου εμπορίου. Η απάντηση είναι πως τάσεις αποπαγκοσμιοποίησης είχαν εμφανιστεί πολύ πριν τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, την εισβολή στην Ουκρανία και τις κυρώσεις. Ο δείκτης εξωστρέφειας του εμπορίου της Κίνας -οριζόμενος ως το άθροισμα εισαγωγών και εξαγωγών (αγαθών και υπηρεσιών) ως ποσοστό στο ΑΕΠ- είχε ήδη ξεκινήσει μια φθίνουσα πορεία από την προηγούμενη δεκαετία, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης των ΗΠΑ έχει διατηρηθεί σε σταθερό επίπεδο.
Διαβάστε ακόμη: