Γεννήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1935 στην Αθήνα και συγκεκριμένα στην περιοχή της Πλάκας. Η αγάπη του για την τέχνη ξεκίνησε από μικρή ηλικία. Οι σπουδές του ξεκίνησαν στο Ωδείο Αθηνών, εκεί έμαθε βιολί. Στη συνέχεια σπούδασε ζωγραφική στην ΑΣΚΤ με τον Γιάννη Μόραλη. Η πρώτη του ατομική έκθεση ήταν στην Αθήνα το 1960, στη γκαλερί Α23.
Γράφει η Αναστασία-Βασιλική Γκολέμη
Οι σπουδές του δεν σταμάτησαν στην ΑΣΚΤ, το 1962 πήγε στο Παρίσι με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στη σχολή «Ecole des Βeaux-Αrts», κοντά στους Clairin και Dayez μέχρι το 1964. Η Γαλλία τον κέρδισε με αποτέλεσμα να εγκατασταθεί μόνιμα στη γαλλική πρωτεύουσα. Έζησε στο στη γαλλική πρωτεύουσα επί 35 χρόνια, κρατώντας πάντα μια στενή σχέση με την πατρίδα του, την Ελλάδα.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τέχνης του διαμορφώθηκαν βαθμιαία, στη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να εξοικειωθεί, μεταξύ άλλων, με τις μοντέρνες τάσεις της δεκαετίας του 1960. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους Έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής. Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και στις ελληνικές καταβολές του, διατηρώντας μέχρι τέλους το σεβασμό του για κάποια διδάγματα της γενιάς του 30, την αγάπη του για την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή), και τους ισχυρούς δεσμούς του με τη βιωμένη εμπειρία του ελληνικού χώρου.
Το βασικό τρίπτυχο της θεματολογίας του: «Άνθρωπος – Φύση – Περιβάλλον»
Στα θέματά του κυριαρχεί η ανθρώπινη φιγούρα, η οποία αποδίδεται αρχικά με μια ηθελημένη απλότητα, αλλά με τον καιρό εξελίσσεται και αποκτά μια κυρίαρχη παρουσία στο χώρο. Σχεδιάζεται σχηματοποιημένα, με λιτά και καθαρά περιγράμματα, σε συνθέσεις επίπεδες με ελάχιστη φωτοσκίαση. Συχνά το χρώμα απλώνεται έντονο και ενιαίο σε όλη την επιφάνεια της μορφής, δίνοντας μια εντυπωσιακή μνημειακότητα στην εικόνα, η οποία λειτουργεί κυρίως ποιητικά και όχι ρεαλιστικά.
Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, είναι άλωτε ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά.. Κυρίως ήταν καθαρώς ανθρωποκεντρικά σχέδια ή περιγραφές από αντικείμενα ή χώρους, έχοντας προέλευση από μια οικεία καθημερινότητα, η οποία όμως παίρνει μια μυθική διάσταση, ιδίως όταν υπάρχουν και άμεσες αναφορές σε πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.
Η αγάπη του για την τέχνη
Επιπλέον έχει ασχοληθεί με την εικονογράφηση βιβλίων γνωστών ποιητών και συγγραφέων στην Ελλάδα και τη Γαλλία. Του Ελύτη, του Ταχτσή, του Καβάφη κ.ά.. Έχει επίσης σχεδιάσει αφίσες και γραμματόσημα. Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και άλλους θιάσους, σε παραστάσεις αρχαίου δράματος και σύγχρονων έργων. Επίσης έχει εκδώσει δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Το 2000 φιλοτέχνησε έργα για το Σταθμό Μεταξουργείο του αθηναϊκού Μετρό. Έχουν γυριστεί τέσσερις ταινίες για το έργο του, από την ελληνική και τη γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν αρκετές μονογραφίες του. Το 1999 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και το 2010 τιμήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση με το παράσημο της Legion d’Honneur (Officier des Lettres et des Arts).
Παρουσίασε το έργο του σε περισσότερες από 70 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Η τελευταία αναδρομική του έκθεση έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη (2004), με τίτλο Φασιανός, Μυθολογίες του καθημερινού. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις στην Ελλάδα και σε άλλα μέρη του κόσμου (Μπιενάλε Sao Paulo 1971, Μπιενάλε Βενετίας 1972, Ευρωπάλια, Βρυξέλλες 1982, Μπιενάλε Γραφιστικής Μπάντεν – Μπάντεν 1985, κ. ά.).
«Όταν δεν ζωγραφίζω, είμαι δυστυχής», είχε δηλώσει σε παλαιότερη συνέντευξή του ο κ. Φασιανός. Κι όταν δεν κινεί το μολύβι ή το πινέλο πάνω στο χαρτί ή τον καμβά, ζωγραφίζει νοητά, μέσα στο κεφάλι του. Ατελιέ του ήταν όπου συναντούσε την έμπνευση.
«Αν δεν έχεις έμπνευση, και το πιο ωραίο ατελιέ να έχεις, δεν μπορείς να προχωρήσεις. Κάνεις όλο τα ίδια. Και οι εμπνεύσεις έρχονται σπάνια. Ζωγραφίζω στο πάτωμα, κάποιες φορές, όπως τα παιδιά», είχε αναφέρει.
Η σχέση του με τον σπουδαίο Μόραλη
Θεωρούσε ότι ο Μόραλης είχε τη μέγιστη επιρροή πάνω του τόσο ως δάσκαλος, καλλιτέχνης και ως άνθρωπος.
Ο ίδιος το 1964, είχε αναφέρει:
«Απ’ αυτόν μάθαμε να συγκρίνουμε και τα πράγματα, να βλέπουμε τις επιδράσεις του σκότους επί του φωτός και τανάπαλιν καθώς και τις αλλοιώσεις των σχημάτων και των αντικειμένων εξαιτίας του φωτός. Όμως πάντα σκεφτόμουνα τους Αγίους με τα φωτοστέφανα, τα κοντάρια τους, τα σπαθιά τους, τις πολυποίκιλες στολές τους και τα κόκκινα ή άσπρα άλογα που πηδούσαν πάνω από φλεγόμενους δράκοντες. Μου άρεσε επίσης η γιαπωνέζικη τέχνη και η ινδική ζωγραφική-ταντρική.
Όμως δεν είχα τη μυστικοπάθεια. Άρχισα να ζωγραφίζω πάλι ανθρώπους με στολή και παράσημα μέσα σε κήπους. Δεν είχαν καμιά κίνηση, ήταν ανέκφραστοι και κρατάγανε λουλούδια. Αργότερα οι μικρές αυτές φιγούρες των ανθρώπων με τις στολές που έκανα άρχισαν να διαλύονται, να γίνονται τα όντα τα χρωματιστά με τα λουλούδια γύρω-γύρω, άλλοτε καλά, άλλοτε τρομερά. Και τώρα αυτά πού ζωγραφίζω κρατούν φλεγόμενα σπαθιά, όπως οι βυζαντινοί Άγιοι. Είναι όμως πλάσματα απόκοσμα, της δικιάς μου φαντασίας, όπως προήλθαν μέσα από τις σκοτεινές εκκλησίες. Μου αρέσει η κόκκινη μάζα ή η μπλε, όχι όμως αφηρημένη. Τo χρώμα πρέπει πάντα να έχει μια σημασία».
Το τελευταίο αντίο
Ο σπουδαίος ζωγράφος, έφυγε από τη ζωή την Κυριακή 16 Ιανουαρίου, σε ηλικία 87 ετών, εξαιτίας των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε τα τελευταία χρόνια. Ο Αλέκος Φασιανός άφησε την τελευταία του πνοή σπίτι του, έχοντας στο πλευρό του τη σύζυγό του Μαρίζα και τα δύο τους παιδιά.
Σε κλίμα θλίψης η Ελλάδα αποχαιρέτησε το σπουδαίο ζωγράφο Αλέκο Φασιανό
Την Τετάρτη 19 Ιανουαρίου, συγγενείς, φίλοι, απλοί πολίτες και εκπρόσωποι του Πολιτισμού έσπευσαν στον ιερό ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο κοιμητήριο Παπάγου για να απευθύνουν το ύστατο χαίρε στον ζωγράφο που με τα έργα του σφράγισε μια ολόκληρη εποχή.
Η Μαρίζα Φασιανού στο προαύλιο του κοιμητηρίου είπε συγκινημένη:
«Αυτή η ανέλπιστη αγάπη του κόσμου για τον Αλέκο Φασιανό είναι απόδειξη ότι παρά τη δύσκολη εποχή που βιώνουμε, διατηρούμε μέσα μας καλά συναισθήματα».
Η σύζυγος του εκλιπόντα εξέφρασε δημόσια ευχαριστίες για τους ανθρώπους απ’ όλα τα μήκη και πλάτη της γης που εκδήλωσαν αυτές τις μέρες τη συμπαράσταση τους στην ίδια και τα παιδιά τους για την απώλεια του αγαπημένου τους Αλέκου.