Ξεπέρασαν τις εκτιμήσεις των αναλυτών τα αποτελέσματα τέταρτου τριμήνου 2023 της Airbnb, καθώς η εταιρεία ανακοίνωσε ζημιές ύψους 349 εκατ. δολ., ή 55 σεντς ανά μετοχή, συγκριτικά με κέρδη 319 εκατ. δολ. ή 50 σεντς ανά μετοχή το αντίστοιχο τρίμηνο του 2022. Σύμφωνα με όσα αναφέρει σε ανακοίνωσή της η εταιρεία, η κερδοφορία έχει επηρεαστεί από μη επαναλαμβανόμενες παρακρατήσεις φόρων ύψους 1 δισ. δολάρια. Τα αναπροσαρμοσμένα κέρδη διαμορφώθηκαν στα 738 εκατ. δολάρια έναντι 645 εκατ. δολάρια που προέβλεπαν οι αναλυτές.

Τα έσοδα κατέγραψαν αύξηση 17% στα 2,22 δισ. δολ. από 1,9 δισ. δολάρια το τελευταίο τρίμηνο του 2022. Οι αναλυτές ανέμεναν έσοδα ύψους 2,165 δισ. δολάρια.

Την ίδια στιγμή, η Airbnb ανακοίνωσε πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων μετοχών ύψους έως 6 δισ. δολαρίων

Αναφορικά το πρώτο τρίμηνο του 2024, η διοίκηση εκτιμά πως τα έσοδα θα διαμορφωθούν μεταξύ 2,03 δισ. δολ. και 2,07 δισ. δολ., με τις μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών να τα τοποθετούν στα 2,03 δισ. Επιπλέον, δήλωσε πως το πρώτο τρίμηνο ξεκίνησε πολύ δυναμικά, με περίπου 6 εκατ. ταξιδιώτες να γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά σε κατάλυμα Airbnb.

Παραμένει ισχυρή η ζήτηση για νέους χρήστες

Η διοίκηση της εταιρείας τόνισε πως η ζήτηση παραμένει ισχυρή κυρίως για νέους χρήστες. Όπως ανέφερε στην ανακοίνωσή της, ύστερα από τη μεταβλητότητα που καταγράφηκε τον Οκτώβριο, σε συνέχεια του πολέμου Ισραήλ – Χαμάς, ο ρυθμός αύξησης των κρατήσεων επιταχύνθηκε.

Η μέση ημερήσια τιμή για το τέταρτο τρίμηνο αυξήθηκε κατά 3%, στα 157 δολάρια, ενώ το τρίμηνο έκλεισε με 7,7 εκατ. ακίνητα στην πλατφόρμα, υψηλότερα κατά 18% σε σχέση με έναν χρόνο πριν.

«Η Airbnb βρίσκεται σε σημείο καμπής» ανέφερε η διοίκηση της εταιρείας σε επιστολή προς τους μετόχους της, όπου παρουσίαζε τα αποτελέσματα, ενώ σημειωνόταν ότι «Τα τελευταία τρία χρόνια στόχος μας ήταν η τελειοποίηση των υπηρεσιών μας. Πλέον είμαστε έτοιμοι να περάσουμε στο επόμενο κεφάλαιο».

Ακόμη, η Airbnb ανέφερε στην επιστολή προς τους επενδυτές ότι διαπίστωσε «διψήφια αύξηση της προσφοράς» στις ενεργές καταχωρήσεις σε κάθε περιοχή, ενώ οι περιοχές Ασίας-Ειρηνικού και Λατινικής Αμερικής αυξήθηκαν περισσότερο.

Διαβάστε ακόμη: