Τα κατάλοιπα ανθρώπινης δραστηριότητας που έχουν βρεθεί στην κορυφή του Ελλανίου Όρους, του υψηλότερου βουνού της Αίγινας, τα οποία καλύπτουν ένα διάστημα σχεδόν τεσσάρων χιλιετών, εξερευνούν, τα τελευταία χρόνια αρχαιολόγοι της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων και της Ελβετικής Αρχαιολογικής Σχολής, φθάνοντας, μέσω των ευρημάτων, σε σημαντικά συμπεράσματα σχετικά με την ιστορία της περιοχής και τη ζωή των κατοίκων της.
Στο σημείο του όρους όπου βρίσκεται σήμερα το ξωκκλήσι της Ανάληψης υπήρχε κατά το μακρινό παρελθόν ένα ιερό αφιερωμένο στο Δία, το οποίο χρησιμοποιούνταν ως λατρευτικός τόπος, όπως εξάλλου έχει καταγραφεί και σε αρχαίες πηγές (Παυσανίας). Επιπλέον, το γεγονός ότι στο σημείο έχουν βρεθεί πήλινα κεραμίδια κορινθιακού τύπου οδηγούν στο συμπέρασμα της ύπαρξης αρχαίου κτίσματος, πιθανώς μικρού ναού. Στα βόρεια της μικρής εκκλησίας της Ανάληψης μάλιστα, η οποία είναι χτισμένη σε αρχαία θεμέλια, έχουν βρεθεί απορρίμματα των θυσιών, χιλιάδες μικρά θραύσματα καμένων οστών ζώων ενώ η εύρεση κεραμικής, που χρονολογείται από τα Γεωμετρικά έως τα Ρωμαϊκά Χρόνια, αποδεικνύει πως ο συγκεκριμένος λατρευτικός χώρος χρησιμοποιούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στο μεταξύ, σε χαμηλότερα επίπεδα, στην βόρεια πλευρά του βουνού, έχουν βρεθεί κτίρια τα οποία συνδέονται με το ιερό.
Στην κορυφή του Ελλάνιου Όρους έχουν εντοπιστεί κατάλοιπα οχυρωματικού περίβολου και κατοικιών γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η περιοχή αποτελούσε καταφύγιο για τους κατοίκους σε περιόδους κινδύνου.
Στην καταγραφή και την χρονολόγηση αυτών των καταλοίπων επικεντρώθηκε η αρχαιολογική ομάδα στις ανασκαφές που πραγματοποίησε μέσα στο 2023 σε ένα μυκηναϊκό κτίριο διαστάσεων περίπου 4,5 μ. επί 3 μ. Ανάμεσα στα ευρήματα ήταν περί τα 30 αγγεία, που χρησίμευσαν ως σκεύη καθημερινής χρήσης, τα οποία χρονολογούνται στην περίοδο της καταστροφής των μυκηναϊκών ανακτόρων και στους Μετανακτορικούς χρόνους, εποχή κατά την οποία οι κάτοικοι του νησιού εγκαταστάθηκαν σε περιοχές μεγαλύτερου υψόμετρου προκειμένου να είναι ασφαλείς. Τα αγγεία αυτά παρέμειναν ακέραια στο πέρασμα των αιώνων καθώς προστατεύονταν από μεγάλους, πεσμένους λίθους που προέρχονταν από τους τοίχους των κατοικιών.Επιπλέον, κατά την ανασκαφή βρέθηκαν όστρακα της Μέσης Εποχής Χαλκού, – πρώτο μισό της 2ης χιλιετίας π.Χ. – την περίοδο δηλαδή κατά την οποία η πόλη της Αίγινας υπήρξε εμπορικό και ναυτικό κέντρο.
Η ανασκαφή της Έλληνο-Ελβετικής ομάδας αρχαιολόγων επεκτείνεται και στην ευρύτερη περιοχή γύρω από Ελλάνιο Όρος, που μπορεί σήμερα να είναι ακατοίκητη, τα ευρήματα, ωστόσο, μεταξύ των οποίων εγκαταλειμμένοι οικισμοί, αναλημματικοί τοίχοι, λατομεία, αρχαίες επιγραφές, μαντριά, αλώνια, «σουβάλες» (δεξαμενές), και ένα «δρακόσπιτο», αποδεικνύουν ότι υπήρχε έντονη ανθρώπινη παρουσία, για πάρα πολλά χρόνια, και συγκεκριμένα από τους προϊστορικούς χρόνους έως και τα μέσα του 20ου αιώνα.
Γι’ αυτό ακριβώς και η αρχαιολογική έρευνα στην περιοχή θα συνεχιστεί για δύο ακόμη χρόνια με στόχο να αποκαλυφθούν κι άλλα κρυμμένα μυστικά που συνδέονται με την περιοχή αυτή η οποία παρουσιάζει, αναμφισβήτητα, μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον γι΄ αυτό και υπάρχει η πρόθεση να γίνει καταστεί επισκέψιμος.
Παράλληλα συνεχίζονται οι εργασίες της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων για την αποκατάσταση και την ανάδειξη άλλων μνημείων της Αίγινας όπως το ιερό του Απόλλωνος, το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κολώνας και το Ιερό της Αφαίας το οποίο θα αναβαθμιστεί και θα φωταγωγηθεί.