Ποιο ήταν το στίγμα Μέρκελ στις σχέσεις Γερμανίας – Ελλάδας στα 16 χρόνια της καγκελαρίας της; Ένα σχόλιο του Ρόναλντ Μαϊνάρντους στη Deutsche Welle, εν όψει της σημερινής επίσκεψης της γερμανίδας καγκελάριου στην Αθήνα.
«Οι αριθμοί προκαλούν θλίψη: Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση μεγάλου ελληνικού τηλεοπτικού σταθμού μόνο το 4% των ερωτηθέντων συγκαταλέγει τη Γερμανία στην ομάδα φιλικών προς την Ελλάδα χωρών. Ακόμα κι εάν λάβουμε υπ’ όψη ότι τέτοιες σφυγμομετρήσεις πάσχουν πολλές φορές από ανακρίβειες και είναι αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης ιστορικής συγκυρίας, καταγράφουν μια δομική παθογένεια στις σχέσεις των δύο χωρών. Σπεύδω να διευκρινίσω ότι εδώ γίνεται λόγος για τις πολιτικές σχέσεις μόνο. Όμως, όπως όλοι μας γνωρίζουμε, η πολιτική είναι μείζον θέμα μια που επηρεάζει και τις άλλες πτυχές των σχέσεων – και όπως δείχνει η δημοσκόπηση – προφανώς και τις αντιλήψεις ενός ευρύτερου κοινού», σημειώνει ο πολιτικός αναλυτής.
Επιμονή Μέρκελ να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ
Τρία πλέγματα θεμάτων – ή και προβλημάτων – επισκιάζουν τις σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας:
Η τραγική ιστορία της γερμανικής κατοχής που σε όλες τις διαστάσεις της ακόμα δεν έχει ξεπεραστεί, ο ρόλος της Γερμανίας στην ευρωκρίση, την οποία η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων ταυτίζει με τη χειρότερη περίοδο της μεταπολίτευσης, και τέλος η στάση του Βερολίνου στα ελληνοτουρκικά.
Στα 16 χρόνια της καγκελαρίας της κυρίας Μέρκελ τα δυο τελευταία κυριάρχησαν στην ατζέντα των διμερών σχέσεων και – για να το περιγράψω διπλωματικά – οι θέσεις των δύο πλευρών δεν βρίσκονταν πάντα σε αρμονία. Στα αφιερώματα που δημοσιεύονται τις μέρες αυτές για το στίγμα της Γερμανίδας καγκελαρίου, οι σχολιαστές συμφωνούν στο ότι ο πραγματισμός και η επιμονή στην εξεύρεση συμβιβασμού, ακόμα και στις πιο δύσκολες καταστάσεις, αποτελούσαν τα κύρια χαρακτηριστικά του στυλ διακυβέρνησής της. Δύο παραδείγματα μόνο: ΄Όταν ένα μεγάλο κομμάτι του κόμματός της απαιτούσε την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, η καγκελάριος έκανε αγώνα για να παραμείνει στο κοινό νόμισμα.
Αργότερα, και ενώ μεγάλο μέρος των γερμανικών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης δαιμονοποιούσε τον Αλέξη Τσίπρα, η χημεία μεταξύ του δίδυμου Μέρκελ-Τσίπρα ήταν καλύτερη από ότι με όλους τους άλλους Έλληνες ηγέτες, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων από τον δικό της ιδεολογικό χώρο. Ο πραγματισμός χαρακτηρίζει και την πολιτική της κυρίας Μέρκελ απέναντι στην Τουρκία.
Ενώ πολλοί Δυτικοί ηγέτες αποφεύγουν όσο το δυνατόν να κάθονται – και να φωτογραφίζονται – με τον Ερντογάν, η υπηρεσιακή πλέον καγκελάριος δεν είχε παρόμοιους δισταγμούς και επέμενε στην ανάγκη διαλόγου.
Δεν θα αλλάξει ριζικά η στάση της νέας κυβέρνησης
Ως γνωστόν το Βερολίνο έπαιξε ρόλο μεσολαβητή ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα. Επρόκειτο για μια συντονισμένη με τους Ευρωπαίους εταίρους προσπάθεια που όντως οδήγησε σε αποκλιμάκωση. ΄Όμως θα ήταν λάθος – και αφελές – να υπερεκτιμήσουμε την επιρροή της Γερμανίας και της ίδιας της κυρίας Μέρκελ στην Άγκυρα. Προφανώς δεν έχει – και δεν είχε ποτέ – τη δύναμη να καθοδηγήσει την στάση του Τούρκου Προέδρου. Αυτό φαίνεται για μια ακόμα φορά. Λίγες μέρες μετά την υπερβολικά φιλική στάση του Ρετζέπ Ταίπ Ερντογάν κατά την διάρκεια της επίσκεψής της στην Κωνσταντινούπολη, ο Τούρκος πρόεδρος ανακοίνωσε την πρόθεσή του να απελάσει μεταξύ άλλων και τον Γερμανό πρέσβη από τη χώρα.
Στην αποχαιρετιστήρια συνάντηση της Άγκελας Μέρκελ με τον Έλληνα Πρωθυπουργό τα ελληνοτουρκικά αναμένεται να βρίσκονται για μια ακόμα φορά ψηλά στην ατζέντα. Αναγκαστικά το βλέμμα του κυρίου Μητσοτάκη στρέφεται ήδη στη μετά-Μέρκελ εποχή και την νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο. Εάν και κατά πόσο η εικόνα της Γερμανίας θα αλλάξει προς τα καλύτερα για τον μεσαίο ΄Έλληνα και Ελληνίδα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις θέσεις της νέας κυβέρνησης στα ζητήματα με την Τουρκία. Συνιστώ να μη περιμένετε ριζικές αλλαγές. Στις βασικές γραμμές η προσέγγιση της πολιτικού, που έδινε τον τόνο στην εξωτερική πολιτική της Γερμανίας επί 16 χρόνια, θα παραμείνει η ίδια.
Ο Δρ. Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι Πολιτικός Αναλυτής, Σχολιαστής και Κύριος Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 είχε διατελέσει διευθυντής της ελληνικής σύνταξης της Deutsche Welle.