Με αύξηση της συνολικής επιβατικής κίνησης ξεκίνησε το 2024 στο δίκτυο εσωτερικού- εξωτερικού για την AEGEAN, με τη ζήτηση να ανταποκρίνεται στην αυξημένη προσφορά θέσεων που έχει προγραμματίσει για τη φετινή χρονιά ο μεγαλύτερος εγχώριος αερομεταφορέας και αντιστοιχεί συνολικά τα 19,5 εκατομμύρια από τις 7 βάσεις της ανά την Ελλάδα.

Στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη των αναλυτών ο πρόεδρος κ. Ευτύχης Βασιλάκης έκανε εκτενή αναφορά στο πώς σκοπεύει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα που έχει προκύψει για ουκ ολίγες ευρωπαϊκές αεροπορικές, μεταξύ των οποίων και η AEGEAN, με τους κινητήρες της Pratt & Whitney και την ανάγκη μη προγραμματισμένων, υποχρεωτικών ελέγχων και επισκευών στους κινητήρες GTF των αεροσκαφών της οικογενείας Airbus Α320 neo, καθηλώνοντας στο έδαφος αεροσκάφη πέραν των αρχικώς προβλεπομένων. Εκτιμάται ότι το συγκεκριμένο πρόβλημα θα διαρκέσει περίπου δύο χρόνια έως και τα μέσα του 2025 για τους αερομεταφορείς που επηρεάζονται.

Για την AEGEAN υπολογίζεται κατά μέσο όρο ότι γύρω στα 10 αεροσκάφη δεν θα είναι διαθέσιμα, όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί, για πτήσεις εντός του 2024, και γι’ αυτό το λόγο η εταιρεία έχει προχωρήσει σε σειρά κινήσεων προκειμένου να μειώσει τις επιπτώσεις στην προσφερόμενη χωρητικότητα. Πέραν των τελικών επαφών που πραγματοποιούνται με τον κατασκευαστή για συμφωνία πακέτου αποζημίωσης που θα καλύπτει μέρος της σχετικής οικονομικής επίπτωσης, «δεδομένου ότι μειώνεται η δυνατότητα για περαιτέρω ανάπτυξη λόγω της καθήλωσης αεροσκαφών», όπως ανέφερε ο κ. Βασιλάκης, ο όμιλος προχώρησε στις παρακάτω κινήσεις.

Καταρχάς επέκτεινε τις συμβάσεις μίσθωσης πέντε αεροσκαφών Α320 ceo που έληγαν εντός του πρώτου εξαμήνου 2024, ενώ έχει συνάψει συμφωνίες μίσθωσης για δύο αεροσκάφη Airbus Α320 ceo μέχρι το τέλος της καλοκαιρινής περιόδου και έχει αναπροσαρμόσει το πτητικό έργο μεταφέροντας χωρητικότητα στην Ελλάδα από πτήσεις που εκτελούνταν το 2023 από βάσεις του εξωτερικού.

Υπενθυμίζεται εδώ ότι η AEGEAN ολοκλήρωσε πρόσφατα τη μεταβίβαση του συνόλου της συμμετοχής της στη ρουμανική αεροπορική εταιρεία Animawings στον έτερο μέτοχο και κυριότερο εμπορικό συνεργάτη της Animawings, Memento Group που καθίσταται πλέον μέτοχος της Animawings με ποσοστό 100%. Το ένα από τα δύο αεροσκάφη που είχαν μισθωθεί στην Animawings έχει ήδη επιστρέψει στο στόλο της AEGEAN, ενώ εντός των επομένων μηνών θα επιστρέψει και το δεύτερο, για να ενισχύσει περαιτέρω τις αυξημένες επιχειρησιακές ανάγκες της AEGEAN. Επίσης ο όμιλος το 2024 αναμένεται να παραλάβει 5 νέα αεροσκάφη της οικογενείας Α320 neo, ενισχύοντας το επιχειρησιακό του σκέλος.

Συνολικά για τη φετινή χρονιά και σε σχέση με το γενικότερο, ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον της ελληνικής αγοράς στο πεδίο των αερομεταφορών απόρροια της αυξημένης ζήτησης για Ελλάδα στα ταξίδια αναψυχής, ο κ. Βασιλάκης έκανε λόγο για επιβράδυνση των συνολικών προγραμματισμένων διαθέσιμων θέσεων από τις αεροπορικές για Ελλάδα σε πιο λελογισμένα πλαίσια, στα πέριξ του +5%. Είναι δεδομένο ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κατασκευαστές αεροσκαφών και κινητήρων αναμένεται να περιορίσουν συνολικά την προσφερόμενη χωρητικότητα για το 2024.

«Ολοι οι αερομεταφορείς έχουν αυξημένα κόστη και όλοι είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί σε σχέση με τον προγραμματισμό των διαθέσιμων θέσεων και τον έλεγχο του κόστους. Για φέτος, Αθήνα και Θεσσαλονίκη θα είναι το επίκεντρο για την αύξηση των διαθέσιμων θέσεων το 2024 σε σύγκριση με τα περιφερειακά αεροδρόμια και από εκεί θα προέλθει και η ανάπτυξη που προβλέπεται να είναι μεγαλύτερη σε σχέση με τα αεροδρόμια στην Περιφέρεια». Ειδικά το αεροδρόμιο της Αθήνας προσελκύει τη μεγαλύτερη επένδυση σε διαθέσιμες θέσεις, ενώ τα υπόλοιπα περιφερειακά αεροδρόμια κυμαίνονται στα ίδια περίπου επίπεδα με πέρσι.

Απαντώντας σε ερώτημα αν λόγω της εισόδου του Διεθνούς Αερολιμένα της Αθήνας στο Χρηματιστήριο, το αεροδρόμιο θα ακριβύνει περαιτέρω αυξάνοντας τα κόστη και για τις εταιρείες, ο κ. Βασιλάκης ανέφερε ότι δεν υπάρχει καμία επίπτωση από την είσοδο στο ΧΑ, «τα τέλη δεν πρόκειται να πάνε ψηλότερα, είναι ό,τι προβλέπεται από τη σύμβαση. Το αεροδρόμιο έχει τη δυνατότητα να αυξήσει τα έσοδά του τόσο από τις μη αεροπορικές δραστηριότητες όσο και από το πλάνο επέκτασής του. Επιπλέον, είναι ένα αεροδρόμιο που λειτουργεί καλά, είναι καλά δομημένο και αναμένουμε κι εμείς, ως αεροπορικές, να επωφεληθούμε από το πλάνο επέκτασης, τόσο σε αυτό καθαυτό το κομμάτι των υποδομών όσο και στο επίπεδο της εμπειρίας για τον ταξιδιώτη».

Συνολικά το 2024, ο όμιλος προγραμματίζει να διευρύνει τη δραστηριότητά του κυρίως από τη βάση της Αθήνας, ενισχύοντας τη συχνότητα των πτήσεων σε υφιστάμενα δρομολόγια προς χώρες όπως Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία και Εμιράτα, προσφέροντας 7% περισσότερες θέσεις. Αντίστοιχη αύξηση της χωρητικότητας αναμένεται στο σύνολο του εσωτερικού δικτύου αλλά και από τη βάση της Θεσσαλονίκης. Συνολικά, για το 2024 η AEGEAN προγραμματίζει να διαθέσει 19,5 εκατ. θέσεις, από τις 7 βάσεις της, καλύπτοντας 47 χώρες, με 249 δρομολόγια.

Για το 2023 ο κ. Βασιλάκης ανέφερε ότι «η Aegean είχε μία εξαιρετική χρονιά σε όλους τους επιμέρους τομείς της ανάπτυξης, έσοδα, επιβατική κίνηση, κερδοφορία, ανάπτυξη δικτύου, επενδύσεις, ταμειακές ροές, χαμηλότερο δανεισμό, επαναγορά των δικαιωμάτων κτήσης μετοχών (warrants) από το Ελληνικό Δημόσιο. Η εταιρεία είχε ανάπτυξη μεγαλύτερη από το μέσο όρο της ελληνικής αγοράς αερομεταφορών που ήταν στο 14%. Το 2023 η AEGEAN μετέφερε 15,7 εκατ. επιβάτες, νούμερο αυξημένο κατά 3,2 εκατ., επιτυγχάνοντας αύξηση της τάξεως του 26% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος και καταγράφοντας νέο ιστορικό υψηλό. Αν εξεταστεί η ανάπτυξη της εταιρείας μεταξύ 2019 και 2023 βλέπουμε ότι είναι μία από τις λίγες αν όχι η μόνη εισηγμένη εταιρεία εκτός των εταιρειών χαμηλού κόστους που είχαν ανάπτυξη σημαντικά μεγαλύτερη από το 2019, με σημαντική βελτίωση σε περιθώρια κέρδους και μείωση του λειτουργικού κόστους».

Το 2023 ο όμιλος είχε 1,69 δισ. ευρώ κύκλο εργασιών ενισχυμένο κατά 27% από το 2022 και 400,4 εκατ. ευρώ EBITDA, 46% υψηλότερα από το 2022. Τα ταμειακά διαθέσιμα, οι δεσμευμένες καταθέσεις και τα άμεσα ρευστοποιήσιμα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ανήλθαν σε 709 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2023 από 528 εκατ. ευρώ το 2022.

Διαβάστε ακόμη: