Μελέτη αποκάλυψε ότι επικίνδυνες εκδοχές υπερμικροβίων μπορούν να εξαπλωθούν από τους χοίρους στους ανθρώπους.

Η ανακάλυψη υπογραμμίζει τους φόβους ότι η εντατική χρήση αντιβιοτικών στα αγροκτήματα οδηγεί στην εξάπλωση των μικροβίων που είναι ανθεκτικά σε αυτού του είδους τα σκευάσματα.

Η ανακάλυψη έγινε από τους Semeh Bejaoui και Dorte Frees από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης και τον Soren Persson από το Statens Serum Institute της Δανίας, ενώ η μελέτη επικεντρώθηκε στο μικρόβιο Clostridioides difficile, το οποίο θεωρείται ως μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την αντοχή στα αντιβιοτικά στον κόσμο.

«Το εύρημα μας δείχνει ότι το C. difficile είναι μια δεξαμενή γονιδίων μικροβιακής αντοχής που μπορούν να ανταλλάσσονται μεταξύ ζώων και ανθρώπων», είπε η Bejaoui.

Το C difficile μολύνει το ανθρώπινο έντερο και είναι ανθεκτικό σε όλα τα αντιβιοτικά εκτός από τρία φάρμακα που χρησιμοποιούνται σήμερα. Ορισμένα στελέχη περιέχουν γονίδια που τους επιτρέπουν να παράγουν τοξίνες προκαλώντας φλεγμονή του εντέρου και απειλητική για τη ζωή διάρροια σε ηλικιωμένους, καθώς και σε ασθενείς που νοσηλεύονται. Στις ΗΠΑ, το συγκεκριμένο μικρόβιο εκτιμάται ότι προκάλεσε 223.900 μολύνσεις και 12.800 θανάτους το 2017 και κόστισε στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης περισσότερο από 1 δισ. δολ.

Γιατροί και επιστήμονες έχουν προειδοποιήσει εδώ και χρόνια ότι η υπερβολική συνταγογράφηση αντιβιοτικών για ασήμαντα συμβάντα ή λοιμώξεις που προκαλούνται από ιούς ενισχύει τη μικροβιακή αντοχή στα φάρμακα. Επιπλέον, τόνισαν ότι το πρόβλημα εντείνεται από την ευρεία χρήση αντιβιοτικών σε φάρμες, όπου χορηγούνται σε ζώα, συχνά χοίρους και πουλερικά αλλά μερικές φορές και βοοειδή.

Υπολογίζεται ότι περίπου 750.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από λοιμώξεις ανθεκτικές στα φάρμακα και εκφράζεται φόβος ότι, μέχρι το 2050, ο αριθμός αυτός θα μπορούσε να φτάσει τα 10 εκατομμύρια και να κοστίσει περισσότερα από 100 τρις δολάρια στις παγκόσμιες υπηρεσίες υγείας, σύμφωνα με την Ένωση για τον Διεθνή Έλεγχο του Καρκίνου.

Η μικροβιακή αντοχή αποτελεί πλέον την κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως, σύμφωνα με μελέτη.
Αυτοί οι φόβοι έχουν ήδη οδηγήσει στην άσκηση πίεσης στους γιατρούς να μειώσουν τη συνταγογράφηση αντιβιοτικών και έτσι να επιβραδύνουν την αύξηση της μικροβιακής αντοχής. Ωστόσο, οι ιατρικές αρχές έχουν επισημάνει ότι τα δύο τρίτα των αντιβιοτικών δεν χρησιμοποιούνται καθόλου στον άνθρωπο, αλλά χορηγούνται ως πρόσθετα στη γεωργία. Αυτό γίνεται για να αποφευχθούν ασθένειες και μολύνσεις σε ζώα.

Στην έρευνά της, η ομάδα με επικεφαλής τον Bejaoui επικεντρώθηκε στη διερεύνηση του επιπολασμού του C difficile σε ζώα φάρμας. Σε αυτή την περίπτωση, μελετήθηκαν χοίροι και τα αποτελέσματα συγκρίθηκαν με ασθενείς που ήταν απομονωμένοι σε νοσοκομεία της Δανίας. Τα δείγματα ελέγχθηκαν για την παρουσία του C difficile και χρησιμοποιήθηκε γενετική αλληλουχία για να προσδιοριστεί εάν περιέχουν γονίδια αντοχής στις τοξίνες και στα φάρμακα.

«Βρήκαμε ότι τα στελέχη που απομονώθηκαν σε χοίρους ήταν γενετικά πανομοιότυπα με αυτά που βρέθηκαν σε ανθρώπους την ίδια περίοδο», είπε η Bejaoui. «Πρέπει ακόμη να δείξουμε ότι τα στελέχη μεταδόθηκαν από τους χοίρους στον άνθρωπο, αλλά αυτό που η μελέτη μας ξεκαθαρίζει είναι ότι οι φάρμες που χρησιμοποιούν αντιβιοτικά δημιουργούν συνθήκες που επιτρέπουν την ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών που τελικά θα μολύνουν τον άνθρωπο.