Μεγάλη κόντρα για το ενεργειακό μοντέλο ανάπτυξης ξέσπασε πρόσφατα στην ΕΕ μεταξύ της Κομισιόν και του Κόμματος των Πρασίνων.
Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας Ζοζέπ Μπορέλ, αντέκρουσε την άποψη των Πρασίνων ότι «οι έρευνες για υδρογονάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο δηλαδή σε Ελλάδα και Κύπρο δεν συνάδουν με την πράσινη στρατηγική της ΕΕ».
«Ένας από τους τρόπους να λύσουμε το πρόβλημα είναι να σταματήσουμε να ψάχνουμε για υδρογονάνθρακες, γιατί, παρόλο που το φυσικό αέριο έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα, παραμένει υδρογονάνθρακας», είπε ο κ.Μπορέλ και συνέχισε με νόημα: «Υπάρχουν όμως εξελίξεις που δεν μπορούν να αγνοηθούν, αν θέλουμε να βλέπουμε τα πράγματα από μια ρεαλιστική και τεχνοκρατική σκοπιά, μακριά από σενάρια διαρκούς αντιπαλότητας για την κλιματική αλλαγή και τις πολιτικές σκοπιμότητες».
Η ΑΝΑΜΕΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΘΕΜΑ
Μέχρι πρόσφατα περίπου το 70% της ελληνικής ηλεκτρικής ενέργειας προερχόταν από λιγνίτη και ΦΑ. Ωστόσο, η απομάκρυνση από αυτά τα ορυκτά καύσιμα επιταχύνεται, λόγω της αυξανόμενης ανταγωνιστικότητας των τεχνολογιών ΑΠΕ. Σύμφωνα με το Bloomberg NEF (BNEF), είναι ήδη πιο οικονομικό η Ελλάδα να παράγει ενέργεια από νέα αιολικά πάρκα στην ξηρά ή από ηλιακή ενέργεια – τέτοιας κλίμακας που να μπορεί να συνδεθεί στο δίκτυο της ΔΕΗ – αντί από νέες μονάδες λιγνίτη ή ΦΑ. Το BNEF εκτιμά ότι η φθηνή ηλιακή και αιολική ενέργεια, οι μπαταρίες λιθίου και οι αυξανόμενες τιμές του διοξειδίου του άνθρακα θα μετασχηματίσουν ριζικά το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας. Επίσης, η νέα παράκτια αιολική ενέργεια αναμένεται να είναι ανταγωνιστική των ορυκτών καυσίμων μέχρι το 2025. Έτσι, η Ελλάδα θα μπορούσε να αναδειχθεί σε μία από τις χώρες που θα ηγηθούν του ενεργειακού μετασχηματισμού στην Ευρώπη έως το 2030.
Αν κρίνουμε από τις επιδόσεις της στον τομέα της αιολικής ενέργειας αυτό είναι εφικτό. Στις 30 Σεπτεμβρίου 2020, το ημερήσιο μερίδιο της αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα ανήλθε στο 24% – δεύτερη θέση μετά την Ιρλανδία με 32% – με παραγωγή αιολικής ενέργειας ύψους 31 GWh.
Από τώρα μέχρι το 2030, η Ελλάδα θα παράγει συνολικά περίπου 10 GW από νέα χερσαία αιολική και ηλιακή ενέργεια, τριπλασιάζοντας το μέγεθος του τρέχοντος αιολικού και ηλιακού της στόλου. Πρώτα θα αναπτυχθεί η επιπρόσθετη αιολική ενέργεια στην ξηρά, αλλά μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 2020 θα πάρουν τη σκυτάλη οι φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις.
Αυτό θα οφείλεται στη φθηνότερη φωτοβολταϊκή τεχνολογία, καθώς και στο ρόλο της στην κάλυψη της καλοκαιρινής αιχμής της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Από τώρα έως το 2030, θα προστεθούν σε σπίτια και επιχειρήσεις σχεδόν 4 GW ηλιακής ενέργειας μικρής κλίμακας, καθώς οι καταναλωτές θα επωφελούνται από την πτώση των τιμών της ηλιακής τεχνολογίας. Μέχρι το 2050, η αιολική και η ηλιακή ενέργεια θα φτάνουν μαζί τα 24 GW, δηλ. από σήμερα μέχρι το 2050 θα έχουμε τετραπλάσια αύξηση.
Σύμφωνα με την έκθεση του Bloomberg, ο ρόλος του ΦΑ θα είναι απλά να παρέχει ευελιξία στο σύστημα π.χ. για τυχόν χρήση του σε περιόδους αιχμής και όχι για να αντικαταστήσει το λιγνίτη. Οι νέες τεχνολογίες για αποθήκευση ενέργειας που θα προστεθούν στο δίκτυο θα είναι το κλειδί για την διασφάλιση του συστήματος, που θα βασίζεται στις ΑΠΕ. Αυτός ο συνδυασμός τεχνολογιών θα βοηθήσει τη χώρα να φτάσει πολύ κοντά στην κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050.
Η επένδυση 33 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα επιτρέψει την καθολική μετατροπή του μείγματος παραγωγής της Ελλάδας και θα τη βοηθήσει να ξεπεράσει το στόχο της για ΑΠΕ του 2030 και 2050.
Η ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ κ.ΦΟΝ ΝΤΕΡ ΛΑΙΕΝ ΠΟΥ ΕΔΩΣΕ ΤΟ ΣΤΙΓΜΑ.
Από την πλευρά της, η Πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν ανακοίνωσε στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι η Κομισιόν προτείνει την αύξηση του στόχου του 2030 από 40% σε τουλάχιστον 55% σε ό,τι αφορά στη μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου. «Η εκτίμηση των επιπτώσεων μάς δείχνει ξεκάθαρα ότι η οικονομία και η βιομηχανία μας μπορούν να το διαχειριστούν». Τόνισε, επίσης, ότι «η επίτευξη αυτού του στόχου θα θέσει την ΕΕ σταθερά στο σωστό δρόμο για την ουδετερότητα του κλίματος έως το 2050».
Την ίδια μέρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε επιπλέον λεπτομέρειες του πακέτου ανάκαμψης από τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού ύψους 672,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Στα πλαίσια της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ, το νέο πακέτο συμπεριλαμβάνει την προϋπόθεση «το 37% των κεφαλαίων θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την επίτευξη των στόχων της καθαρής ενέργειας». Η αρμόδια Επίτροπος Κάντρι Σίμσον επανέλαβε ότι η κατανάλωση πετρελαίου θα πρέπει να μειωθεί κατά το ένα τρίτο σε μια δεκαετία, ενώ οι μεταφορές που τροφοδοτούνται από ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει να φθάσουν στο 24% του συνόλου. Ανάλογα με το πόσο αυστηρά θα εφαρμοστεί ο όρος «βιώσιμη» ανάπτυξη, οι υποδομές για το ΦΑ θα μπορούσαν να αποκλειστούν από το πακέτο ανάκαμψης.
Είναι φανερό ότι η ΕΕ είναι αποφασισμένη να μετατρέψει την πράσινη ανάπτυξη σε μονόδρομο με ό,τι αυτό συνεπάγεται:
1. Υλοποίηση όλων των δράσεων που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, οι οποίες στοχεύουν στη μετατροπή του Μπλοκ των 27 σε μια ουδέτερη για το κλίμα οικονομία έως το 2050.
2. Επανεξέταση όλων των υφιστάμενων νόμων σύμφωνα με κλιματικά κριτήρια και θέσπιση νέας νομοθεσίας για την κυκλική οικονομία, την ανακαίνιση των κτιρίων, τη βιοποικιλότητα, τη γεωργία και την καινοτομία.
3. Διάθεση μεγάλων οικονομικών επιχορηγήσεων και δανείων για τη στήριξη των πιο πάνω δράσεων.
Ο νέος αυξημένος στόχος του 2030 θα σηματοδοτήσει αύξηση και της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΑΠΕ). Το μερίδιο των ΑΠΕ στο μείγμα της ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να αυξηθεί από περίπου 32% σε τουλάχιστον 65% έως το 2030. Όσον αφορά στη συνολική ενεργειακή ζήτηση, οι ΑΠΕ θα πρέπει να φτάσουν στο 38%-40% σε σύγκριση με το 33% που αναμένεται σύμφωνα με τις τρέχουσες πολιτικές. Εξάλλου, προβλέπεται ότι από το 2021 έως το 2030 θα απαιτηθούν επιπλέον επενδύσεις για την ενέργεια ύψους 350 δισ. ευρώ.
Η προσδοκία της Επιτροπής είναι η παραγωγή μέχρι και 450 GW (gigawatts) από υπεράκτια αιολική ενέργεια. Η επίτευξη του στόχου του 2050 θα απαιτούσε 7 GW υπεράκτιας αιολικής ενέργειας ετησίως μέχρι το 2030 και 18 GW κάθε χρόνο μετά από αυτό. Αναφέρουμε ότι το 2019 η Ευρώπη παρήγαγε μόλις 3,6 GW αιολικής ενέργειας.
Συνεπώς θα απαιτηθεί αύξηση του ρυθμού παραγωγής όλων των ΑΠΕ, γεγονός που ανάγκασε την αρμόδια Επίτροπο να ζητήσει τώρα από τα κράτη-μέλη τα προγράμματα και τις προβλέψεις τους σε αριθμούς, έτσι ώστε η Επιτροπή να μπορέσει να παρουσιάσει το Σχέδιο της τον Ιούνιο του 2021.
ΠΟΙΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΕΠΙΛΕΓΕΙ Η ΕΕ
Σύμφωνα με την Κομισιόν, το σημερινό μοντέλο, δεν μπορεί να προσφέρει στήριξη στο κλίμα έως το 2050 με οικονομικά αποδοτικό τρόπο.
Έτσι, προτείνει μια νέα στρατηγική για την Ενεργειακή Διασύνδεση των διαφόρων τομέων ενέργειας των Κρατών Μελών της ΕΕ και το πλαίσιο για τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, σε συνδυασμό με τη στρατηγική για τη Χρήση του Υδρογόνου ως καυσίμου σε όλη την Ευρώπη. Και αυτό γιατί σήμερα ο τομέας της ενέργειας δημιουργεί το 75% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στην ΕΕ.
Η πορεία των υδρογονανθράκων προς την έξοδο τους από την παραγωγική διαδικασία ηλεκτρικής ενέργειας έχει αρχίσει και μάλιστα με σχετικά ταχύτερους ρυθμούς από ό,τι αναμενόταν. Αυτό αποδεικνύεται όχι μόνο από τις ενέργειες, επενδύσεις και ανακοινώσεις των μεγάλων πετρελαϊκών επιχειρήσεων, που προσαρμόζονται μέρα με τη μέρα στη νέα πραγματικότητα των ΑΠΕ και στην ενεργειακή διασύνδεση των διαφόρων τομέων ενέργειας, αντικαθιστώντας έτσι τα πετρελαιοειδή και το ΦΑ, αλλά και από τις κινήσεις των μεγάλων παραγωγών υδρογονανθράκων (ΗΠΑ, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, κτλ.), παρά τα τεράστια βεβαιωμένα αποθέματα τους σε ορυκτά καύσιμα.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστήμιου Berkley της Καλιφόρνιας και της GridLab, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να μεταβούν σε 90% ΑΠΕ έως το 2035. Ούτως ή άλλως, η μετάβαση αυτή δεν θα κόστιζε περισσότερο από αυτό που θα δαπανήσει η βιομηχανία κοινής ωφέλειας τα επόμενα 15 χρόνια, δημιουργώντας μάλιστα μισό εκατομμύριο νέες θέσεις εργασίας υψηλής αξίας. Ταυτόχρονα, το χονδρικό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας θα ήταν κατά 13% λιγότερο από ό,τι σήμερα. Ο πρωταρχικός παράγοντας είναι η χωρίς προηγούμενο πτώση της τιμής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας – μια πτωτική τάση που οι ερευνητές αναμένουν να συνεχίσει ή ακόμα και να επιταχυνθεί.
Παρόμοιο πρόγραμμα υπάρχει και στη Σαουδική Αραβία, όπου το Βασίλειο έχει θέσει ως στόχο τα 58,7GW από ΑΠΕ έως το 2030. Η Ρωσία έχει σημαντικό δυναμικό για όλες τις ΑΠΕ, με κυρίαρχες την υδροηλεκτρική ενέργεια και βιοενέργεια. Μέχρι το τέλος του 2015, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς ανανεώσιμης ενέργειας έφτασε τα 53,5 GW, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 20% της συνολικής ισχύος της χώρας. Σύμφωνα με την πρόβλεψη της Bloomberg μέχρι το 2037 το 50% της παγκόσμιας ενέργειας θα προέρχεται από τις ΑΠΕ.