Ο επικεφαλής της Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών, που απονέμει τα Νόμπελ, απέκλεισε τη θέσπιση ποσοστώσεων φύλου ή εθνότητας για την επιλογή των βραβευμένων. Ο Γκόραν Κ. Χάνσον παραδέχεται ότι υπάρχουν «τόσο λίγες γυναίκες» στον κατάλογο των βραβευμένων, αλλά υποστηρίζει ότι τα Νόμπελ πηγαίνουν τελικά σε όσους είναι οι πιο «άξιοι».
Για παράδειγμα, φέτος, η μοναδική γυναίκα που κέρδισε φέτος Νόμπελ είναι η Φιλιππινέζα δημοσιογράφος Μαρία Ρέσα, η οποία μάλιστα μοιράστηκε το βραβείο με τον Ρώσο συνάδελφό της, ενώ οι υπόλοιποι 12 ήταν άνδρες.
Ένα γεγονός που δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς από την ίδρυσή του θεσμού το 1901, μόνο 59 βραβεία Νόμπελ έχουν απονεμηθεί σε γυναίκες, ήτοι μόλις το 6,2%.
Σύμφωνα με πληροφορίες της Guardian, o Γκόραν Κ. Χάνσον δήλωσε: «είναι λυπηρό το γεγονός ότι υπάρχουν τόσο λίγες γυναίκες βραβευμένες με Νόμπελ. Αντικατοπτρίζει τις άδικες συνθήκες στην κοινωνία, ιδιαίτερα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν. Και υπάρχουν πολλά περισσότερα να κάνουμε».
Μάλιστα όπως συμπλήρωσε, οι διακρίσεις δεν χωρούν στο χώρο των βραβείων, διότι «σημασία έχει να βραβευτεί όποιος έκανε τη σημαντικότερη ανακάλυψη, όποιος είχε τη σημαντικότερη συνεισφορά, γιατί αυτό είναι το πνεύμα της τελευταίας θέλησης του Άλφρεντ Νόμπελ».
Η ακαδημία των βραβείων Νόμπελ θα διασφαλίσει τη δίκαιη μεταχείριση των γυναικών
Η ακαδημία, θα διασφαλίσει όπως είπε ότι «όλες οι άξιες γυναίκες θα έχουν μια δίκαιη ευκαιρία να αξιολογηθούν για το βραβείο Νόμπελ» και πως «έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες» για να ενθαρρυνθούν οι υποψηφιότητες γυναικών επιστημόνων».
Την ίδια στιγμή, δήλωσε πως η Ακαδημία θα διασφαλίσει ότι «όλες οι άξιες γυναίκες θα έχουν μια δίκαιη ευκαιρία να αξιολογηθούν για το βραβείο Νόμπελ» και πως «έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες» για να ενθαρρυνθούν οι υποψηφιότητες γυναικών επιστημόνων.
«Λάβετε υπόψη ότι μόνο το 10% περίπου των καθηγητών φυσικών επιστημών στη δυτική Ευρώπη ή τη Βόρεια Αμερική είναι γυναίκες, και ακόμη χαμηλότερα αν πάτε στην ανατολική Ασία» σημείωσε ο Σουηδός.
«Και θα συνεχίσουμε να διασφαλίζουμε ότι έχουμε γυναίκες στις επιτροπές μας, αλλά χρειαζόμαστε βοήθεια και η κοινωνία πρέπει να βοηθήσει. Χρειαζόμαστε διαφορετική συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες που ασχολούνται με τις επιστήμες.
Έτσι ώστε να έχουν την ευκαιρία να κάνουν αυτές τις ανακαλύψεις που βραβεύονται».
Μαρία Ρέσα: Όχι απλά το φετινό Νόμπελ Ειρήνης, αλλά ίσως ο πιο αγνός αντίλογος στη δικτατορία των social media
Η Ρέσα που το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη τη γνωρίζει με ενδιαφέρον τώρα, δεν είναι από τις συνηθισμένες περιπτώσεις δημοσιογράφων που μετά από χρόνια συνεργασίας με ειδησεογραφικούς κολοσσούς, όπως το CNN, άπειρες βραβεύσεις και βιβλία που έγιναν best seller, καβάλησαν το καλάμι. Ήταν, και απ’ ό,τι όλα δείχνουν, παραμένει ένας κανονικός άνθρωπος που ακόμη και την ύψιστη τιμή του Νόμπελ τη βλέπει ως εργαλείο για να κάνει καλά τη δουλειά της.
Και επίσης, είναι μια γυναίκα που στα 58 της εννοεί εκτός από ρεπορτάζ να κάνει συχνά περάσματα από τις διαδηλώσεις και τις φυλακές της χώρας της, παράγοντας μόνο σοβαρή δημοσιογραφία με δεδομένα, με αποδείξεις, με διασταύρωση.
Έχοντας επενδύσει ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων που έβγαλε από τη δουλειά της στο μοναδικό ανεξάρτητο ειδησεογραφικό δίκτυο των Φιλιππίνων, η Ρέσα γνωρίζει εδώ και χρόνια την αξία του διαδικτύου και των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, είτε αυτά χρησιμοποιούνται για καλό, είτε ως όπλο παραπληροφόρησης και προπαγάνδας.
Και κυρίως, γνωρίζει ότι οι Φιλιππίνες είναι για την Αμερική, ό,τι το καναρίνι στο τούνελ του μεταλλωρύχου. Όπως, χαρακτηριστικά έχει πει πριν από λίγα χρόνια σε ομιλία της στο Πρίνστον (το πανεπιστήμιο από το οποίο αποφοίτησε), το «σκάνδαλο Cambridge Analytica πρώτα ξέσπασε σε εμάς και μετά στις ΗΠΑ. Πρώτα εδώ διαπιστώσαμε το εύρος των παραβιασμένων λογαριασμών για τους οποίους είχε δημιουργηθεί τόση αναστάτωση»…
Δεν υπερβάλλει εδώ η Ρέσα. Βάσει των στατιστικών, ένα 97% των Φιλιππινέζων έχει πρόσβαση στο internet και ενημερώνεται ανελλιπώς από όποιο ειδησεογραφικό δίκτυο μπορεί να του προσφέρει έγκυρη ενημέρωση, ενώ σερφάρει ακατάπαυστα στο Facebook. «Γι’ αυτό ακριβώς έστησα το Rappler στις Φιλιππίνες», έχει παραδεχθει χαριτολογώντας και ταυτόχρονα γνωρίζοντας πόσο εύκολο είναι να χειραγωγηθούν ΜΜΕ και social media στη χώρα της.