ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Βιομηχανίες: Ποιες θα ενταχθούν στη «χρυσή λίστα» και θα λειτουργούν πάντα χωρίς διακοπή;

Ο κλάδος της μεταλλουργίας αντιδρά στην ενδοκοινοτική φορολογία άνθρακα.

Τη λίστα των βιομηχανιών που δεν θα υπόκεινται σε περιορισμούς κατανάλωσης ρεύματος υπό οποιεσδήποτε συνθήκες ετοιμάζει η ΡΑΕ.

Οι κόντρες και οι διαφορετικές προσεγγίσεις στο θέμα είναι γνωστές και έχουν να κάνουν με τους διάφορους ενεργειοβόρους τομείς της ελληνικής μεταποίησης.

Διυλιστήρια, βασική μεταλλουργία, αμυντική βιομηχανία και τρόφιμα-φάρμακα διεκδικούν για ευνόητους λόγους την καλύτερη δυνατή μεταχείριση.

Αίτηση για την υπαγωγή στις «σημαντικές βιομηχανίες» έχουν υποβάλει 104 ελληνικές βιομηχανίες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε κανένα άλλο κράτος-μέλος δεν έχει ακόμη ξεκινήσει η κατάρτιση της σχετικής λίστας, κάτι που σημαίνει πως η Ελλάδα αναμένεται να είναι η πρώτη χώρα που θα υλοποιήσει το εν λόγω μέτρο.

«Θα πρέπει να ξεχωρίσουμε τις βιομηχανίες οι οποίες, ακόμη κι αν εμφανιστεί μεγάλο πρόβλημα στις εισαγωγές αερίου, θα συνεχίσουν να έχουν προτεραιότητα στην παροχή καυσίμου» λένε στη Ρυθμιστική Αρχή αλλά αυτό δεν φαίνεται εύκολο.

Την κατάρτιση της λίστας από τη ΡΑΕ προβλέπεται στο Σχέδιο Προληπτικής Δράσης της Κομισιόν, που προβλέπει πως κάθε κράτος-μέλος θα ορίσει τις βιομηχανίες που η παραγωγή τους είναι εξαιρετικά κρίσιμη για κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους, ώστε ακόμη και στην πιο δύσκολη συνθήκη, θα εξαιρεθούν από τις περικοπές στο αέριο.

Το πρόβλημα είναι τα κριτήρια που θέτει ο κανονισμός είναι ασαφή και αόριστα, με συνέπεια να μην είναι ξεκάθαρος ο τρόπος εφαρμογής τους.

Επομένως, στόχος της ΡΑΕ είναι να προχωρήσει σε μία ιεράρχηση αυτών των κριτηρίων, ανάλογα με τη σπουδαιότητά τους, θέτοντας τη σχετική λίστα σε διαβούλευση.

Στόχος της διαβούλευσης είναι να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή συναίνεση της αγοράς στη λίστα ιεράρχησης των σχετικών κριτηρίων. Έτσι, όταν οριστικοποιηθεί αυτός ο κατάλογος, με βάση και τα σχόλια που θα υπάρξουν από τους συμμετέχοντες, θα τον αξιοποιήσει η ΡΑΕ για να αποφασίσει ποιες θα είναι οι ελληνικές «σημαντικές βιομηχανίες».

Όπως αναφέρεται και στο Σχέδιο Προληπτικής Δράσης της Κομισιόν, «τα κριτήρια ένταξης στη λίστα ισχύουν σωρευτικά και ξεκινούν από την κρισιμότητα βάσει κοινωνικής συνεισφοράς, δηλαδή από το κατά πόσο μία εταιρεία παράγει αγαθά ή/και υπηρεσίες τα οποία αξιολογούνται κρίσιμα και στρατηγικής σημασίας για την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας. Τέτοιοι τομείς μπορεί να περιλαμβάνουν ενδεικτικά τους τομείς της υγείας, της ασφάλειας εφοδιασμού και του περιβάλλοντος, την προστασία και την άμυνα».

Επίσης, για να χαρακτηριστεί μία βιομηχανία σημαντική, κριτήριο αποτελεί η συμμετοχή της σε διασυνοριακές εφοδιαστικές αλυσίδες, κάτι που μπορεί να σημαίνει ότι η μειωμένη οικονομική της δραστηριότητα θα έχει αρνητικές επιπτώσεις σε έναν τομέα σε παγκόσμιο ή ευρωπαϊκό επίπεδο.

Σημαντική θεωρείται επίσης η αδυναμία υποκατάστασης και μείωσης της χρήσης του φυσικού αερίου, όπως και οι ζημιές που θα προκαλούνται στις εγκαταστάσεις μίας βιομηχανίες, από την περικοπή στην τροφοδοσία της μα αέριο.

Τέλος, κριτήριο αποτελούν οι οικονομικές επιπτώσεις των περικοπών.

Έτσι, για την προτεραιοποίηση στην τροφοδοσία των βιομηχανιών που δεν πληρούν τα κριτήρια, κρίνεται σκόπιμη η συνεκτίμηση του οικονομικού αντίκτυπου της βιομηχανίας σε σχέση με την προστιθέμενη αξία και την εργασία, σε σχέση με την κατανάλωση αερίου.

Ο κλάδος της μεταλλουργίας αντιδρά

Σοβαρά ερωτήματα για το μέλλον και τη βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής ενεργοβόρου βιομηχανίας θέτουν οι σύνδεσμοι των μετάλλων με επιστολές τους με αφορμή την τριμερή διαπραγμάτευση στις Βρυξέλλες για το διασυνοριακό δασμό άνθρακα (CBAM) και το ευρωπαϊκό σύστημα εκπομπών (ETS).

Ο ευρωπαϊκός Σύνδεσμος Αλουμινίου παρατηρεί σχετικά ότι τα τελευταία 15 χρόνια η Ευρώπη έχασε περί το ένα τρίτο της παραγωγής αλουμινίου της.

Παράλληλα, από τον Οκτώβριο του 2021 μέχρι σήμερα, το 50% της εναπομείνουσας παραγωγής αναγκάστηκε να κλείσει εξαιτίας του υψηλού ενεργειακού κόστους.

Ως εκ τούτου, η ευρωπαϊκή παραγωγή αλουμινίου, που βρίσκεται ήδη σε πολύ καλύτερη θέση ως προς τα κλιματικά της διαπιστευτήρια σε σχέση με τρίτες χώρες, είναι αντιμέτωπη με ζητήματα βιωσιμότητας και η Ευρώπη βλέπει τις βιομηχανικές της μονάδες να φεύγουν προς άλλες χώρες με υψηλότερη ένταση άνθρακα.

Ο σύνδεσμος εκτιμά ότι η αναθεώρηση που επιχειρούν οι Βρυξέλλες στο CBAM θα δράσει ακόμα πιο βλαβερά για τον κλάδο, αφού προβλέπει την άμεση συμπερίληψη των έμμεσων ρύπων και αυξάνει περαιτέρω το κόστος.

Για το λόγο αυτό ζητάει να μετατεθεί η κίνηση αυτή για μετά το 2030.

Από την πλευρά του, ο σύνδεσμος Eurofer τονίζει σε δική του επιστολή ότι οι επιδράσεις της κρίσης στους τομείς που καλύπτει το CBAΜ είναι ήδη έντονη.

Συγκεκριμένα, το 70% των μονάδων παραγωγής αμμωνίας έχουν κλείσει λόγω του ενεργειακού κόστους, όπως και το 50% του αλουμινίου και το 10% του χάλυβα.

Ο σύνδεσμος θεωρεί ότι η ταχεία απομάκρυνση των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών που απολαμβάνουν οι ενεργοβόρες βιομηχανίες δεν πρέπει να γίνει πρώιμα, αλλά χρειάζεται το νέο CBAM να συνοδευτεί για κάποια χρόνια με αυτά τα δωρεάν δικαιώματα για μια πιο σταδιακή αλλαγή.

Διαβάστε ακόμη: