Σταθερά στην τελευταία θέση μεταξύ 24 ευρωπαϊκών χωρών βρίσκεται η Ελλάδα στο Βαρόμετρο Οικονομικής Ευημερίας που δημοσιεύει η Intrum και καταγράφει τις τάσεις των καταναλωτών σε ότι αφορά την ικανότητά τους να πληρώνουν εγκαίρως τους λογαριασμούς τους και την ικανότητα να αποταμιεύουν για το μέλλον.
Εξαίρεση σε αυτή την κακή επίδοση των Ελλήνων, αποτελεί η ικανότητά τους να κατανοούν καλύτερα το οικονομικό περιβάλλον στο οποίο λειτουργούν και να κάνουν πιο αξιόπιστες προβλέψεις για το οικονομικό τους μέλλον, κριτήριο με βάση το οποίο κατατάσσονται στην 9η θέση μεταξύ των 24 Ευρωπαϊκών χωρών, καταγράφοντας μάλιστα άνοδο σε σχέση με την έρευνα του 2020 που είχαν καταλάβει την 11η θέση.
• Την ικανότητα να πληρώνουν εγκαίρως τους λογαριασμούς τους
• Την γνώση που έχουν στα οικονομικά, δηλαδή το επίπεδο του χρηματοοικονομικού αναλφαβητισμού.
Οι Έλληνες, δικαιώνοντας τον τίτλο του πιο χρεωμένου λαού της Ευρώπης σε ότι αφορά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, διατηρούν – όπως και το 2020 – την χειρότερη επίδοση μεταξύ των 24 άλλων Ευρωπαίων, στα δύο πρώτα κριτήρια, κάνοντας μάλιστα απαισιόδοξες εκτιμήσεις σε σχέση με την προοπτική να ανακάμψουν ταχύτερα από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης που επέφερε η πανδημία.
Όπως παρατηρεί η Intrum, στο Βαρόμετρο Οικονομικής Ευημερίας, που δημοσίευσε πρόσφατα «μετά από περισσότερο από μια δεκαετία οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κρίσεων, η Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη οικονομική ευημερία στην Ευρώπη για τρίτη συνεχή χρονιά».
Σε μια οικονομία που στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό, σημειώνει η Intrum «οι καταναλωτές ανησυχούν ιδιαίτερα για το μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της πανδημίας και σύμφωνα με η έρευνα European Consumer Payment Report (ECPR), σχεδόν 3 στους 10 Έλληνες (ποσοστό 29%) απάντησαν ότι οι επιπτώσεις που προκάλεσε η πανδημία θα επουλωθούν σε 1 ή 2 χρόνια. Το ένα τέταρτο των Ελλήνων (ποσοστό 25%) θεωρούν μάλιστα ότι θα απαιτηθούν περισσότερα από 2 χρόνια, έναντι 14% που είναι το αντίστοιχο ποσοστό των Ευρωπαίων, κατά μέσο όρο.
Υποψιασμένοι, απαισιόδοξοι ή απλώς παθόντες οι Έλληνες, έχοντας βιώσει δύο βαριές χρηματοοικονομικές κρίσεις «προέβλεψαν» – πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία – σε ποσοστό 65% ότι θα ζήσουν άλλη μία παγκόσμια κρίση κατά τη διάρκεια του βίου τους.
Επιπλέον είναι σε θέση να αποδώσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια έννοιες όπως ο πληθωρισμός ή τα επιτόκια. Στην έρευνα για τον χρηματοοικονομικό αναλφαβητισμό σε ποσοστό 72% οι Έλληνες προέβλεψαν με μεγαλύτερη ακρίβεια την επίπτωση που θα έχει στις αποταμιεύσεις τους η άνοδος των επιτοκίων, καταλαμβάνοντας την δεύτερη καλύτερη θέση μεταξύ των 24 υπολοίπων Ευρωπαίων και «βάζοντας τα γυαλιά» σε άλλους πιο ώριμους χρηματοοικονομικά λαούς όπως οι Βρετανοί, οι οποίοι εμφανίστηκαν περισσότερο αδιάβαστοι σε αυτό το θέμα με αποτέλεσμα να χάσουν το 2021 την 5η θέση που είχαν το 2020 και να περάσουν στην 16η θέση.
Σταθερά την 1η θέση κατέχουν πάντως τις δύο τελευταίες χρονιές οι Φινλανδοί, ενώ αμέσως μετά έρχονται οι Σουηδοί που αναρριχήθηκαν από την 6η στην 2η θέση και ακολουθούν οι Ιρλανδοί.
Τελευταίοι στην ικανότητα καλύτερης αντίληψης του οικονομικού περιβάλλοντος είναι οι Ιταλοί και οι Γάλλοι τόσο το 2020 όσο και το 2021.
Όπως παρατηρεί η Intrum η επίδοση αυτή μπορεί να σημαίνει ότι οι Έλληνες προσπαθούν να γίνουν καλύτεροι διαχειριστές των οικονομικών τους, στοιχείο που αποτελεί καλό σημάδι στην προσπάθεια που θα πρέπει να καταβληθεί για να απαλλαγούν από τα χρέη του παρελθόντος και τα οποία πια έχουν φύγει από τις τράπεζες και έχουν περάσει σε επενδυτικά κεφάλαια όπως σουηδικός όμιλος της Intrum.
Όλες άλλωστε οι χώρες σημείωσαν χαμηλότερη βαθμολογία σε ότι αφορά τον χρηματοοικονομικό αλφαβητισμό το 2021, αντανακλώντας ίσως – σύμφωνα με την Intrum – μια ελαφριά χαλάρωση των καταναλωτών να βελτιώσουν τη γνώση τους σε σχέση με τα οικονομικά, μετά τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στο lockdown το 2020.
Με δεδομένο ότι η έρευνα πραγματοποιήθηκε πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Intrum προειδοποιεί ότι μια παρατεταμένη περίοδος πληθωριστικών πιέσεων και μακροπρόθεσμης αβεβαιότητας θα μεταφερθεί στην πραγματική οικονομία, δημιουργώντας συνθήκες στασιμοπληθωρισμού – μια κατάσταση όπου ο υψηλός πληθωρισμός συνδυάζεται με την οικονομική επιβράδυνση ή και ύφεση. Σε ένα τέτοιο σενάριο, οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες πιθανότατα θα αποφασίσουν να αξιοποιήσουν τα δημοσιονομικά και νομισματικά τους εργαλεία, που επιστρατεύτηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, για να στηρίξουν τις οικονομίες τους.
Είτε έτσι είτε αλλιώς, παρατηρεί η Intrum, «οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα χρειαστούν να ξεπεράσουν μια ακόμη οικονομική καταιγίδα, και η οικονομική κατάσταση θα επιδεινωθεί για όσους δεν είναι έχουν σταθεί ακόμα πλήρως στα πόδια τους μετά την πανδημία. Πρόκειται για 250.000 νοικοκυριά καθημερινά που χρωστούν με βάση τα στοιχεία της Intrum.
Σύμφωνα με την έρευνα ECPR, το 48% των Πορτογάλων καταναλωτών απάντησαν ότι βρίσκονται σε χειρότερο επίπεδο σε σχέση με αυτό που ήταν πριν την πανδημία, ενώ πάνω από τρία τα τέταρτα των Ισπανών ερωτηθέντων ανέφεραν ότι ανησυχούσαν για τις επιπτώσεις του πληθωρισμού την οικονομική τους ευημερία. Στην Ιταλία 62% των καταναλωτών απάντησε ότι του απομένει λιγότερο από το ένα πέμπτο του μισθού του κάθε μήνα μετά την πληρωμή των λογαριασμών, σε σύγκριση με 40% στην υπόλοιπη Ευρώπη κατά μέσο όρο.
Τα πράγματα δεν είναι μόνο δύσκολα για τους συνήθεις ύποπτους, δηλαδή τις χώρες του Νότου. Περισσότερο από το ένα τέταρτο των Γερμανών καταναλωτών (28%) απάντησε στην έρευνα ότι, καθυστέρησε να πληρώσει τουλάχιστον έναν ή περισσότερους λογαριασμούς τους τελευταίους 12 μήνες. Ο πιο συνηθισμένος λόγος για αυτές οι καθυστερήσεις πληρωμών, σε ποσοστό 35%, ήταν ότι οι καταναλωτές δεν είχαν τα χρήματα να πληρώσουν.