Την πορεία αποκλιμάκωσης που καταγράφει το δημόσιο χρέος, αλλά και το… βουνό του ιδιωτικού χρέους αποτυπώνει ανάλυση που έδωσε στη δημοσιότητα η UBS. Ειδικότερα, το δημόσιο χρέος διαμορφώνεται σήμερα στο 166,5% του ΑΕΠ, έχοντας σημειώσει μεγάλη μείωση από το 209,8% του ΑΕΠ που καταγράφηκε το πρώτο τρίμηνο του 2021.

Αξίζει να σημειωθεί πως μεγάλο μέρος αυτού είναι προς τον επίσημο τομέα της Ευρωζώνης, με «κλειδωμένο» το κόστος εξυπηρέτησης, ενώ η χώρα καταφέρνει να συντηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα μπορούσαν να βοηθήσουν στις χαμηλές ανάγκες νέου δανεισμού.

Την ίδια στιγμή, το χρέος του ιδιωτικού τομέα έχει πέσει κάτω από το 100 και πιο συγκεκριμένα στο 96,6%, από το σχεδόν 130% το β’ 3μηνο του 2021. Ένα σημαντικά ενθαρρυντικό στοιχείο που αναδεικνύει πάντως η UBS είναι ότι το χρέος των νοικοκυριών υποχώρησε στο 43% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 (ως ποσοστό του ΑΕΠ), από το υψηλό του 59,3% το τέταρτο 3μηνο του 2020.

Αντίθετα με τα παραπάνω είναι τα χρέη του χρηματοπιστωτικού κλάδου, τα οποία από το τρίτο 3μηνο του 2022 έχει αυξητική πορεία, έως το 12,7% ως ποσοστό του ΑΕΠ, το β’ 3μηνο του 2023.

Πάντως, εάν εξαιρεθεί ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι το παραπάνω, καθιστά την Ελλάδα ελαφρώς πιο ανθεκτική στις μεταβολές των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής, σε αντίθεση με τις ευπάθειες του στεγαστικού χρέους στη Βόρεια Ευρώπη (Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, Σκανδιναβία, Βαλτική).

Τα «τρωτά» σημεία εμφανίζονται επίσης υψηλά στην Ιταλία και την Ισπανία, όπου το απόθεμα στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου είναι υψηλό.

Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα

Σύμφωνα με την UBS, η Ευρώπη είχε μέχρι τώρα το εύκολο μέρος της μείωσης του χρέους της, ωστόσο πλέον οι προκλήσεις αυξάνονται.

Σύμφωνα με την UBS, το χρέος της Ευρωζώνης προς το ΑΕΠ συνέχισε να μειώνεται το δεύτερο τρίμηνο του 2023 (σε 352,5%) παρά την άνοδο των επιτοκίων. Όπως και τα προηγούμενα τρίμηνα, η μείωση του χρέους προς το ΑΕΠ υποστηρίχθηκε από την υψηλή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ λόγω των υψηλών αποπληθωριστών (οι οποίοι συσχετίζονται στενά με τον πυρήνα του πληθωρισμού).

Το δεύτερο τρίμηνο ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ της Ευρωζώνης αυξήθηκε κατά 6,3% ετησίως, το υψηλότερο από την έναρξη του ευρώ. Ως αποτέλεσμα του παραπάνω, υπήρξε μείωση κατά 22,5 ποσοστιαίες μονάδες του χρέους της Ευρωζώνης προς το ΑΕΠ σε ετήσια βάση το δεύτερο τρίμηνο του 2023 (από 375% σε 352,5%), εξαιτίας του υψηλού αποπληθωριστή του ΑΕΠ.

Ωστόσο, ο βασικός πληθωρισμός βρίσκεται τώρα σε πτωτική τροχιά, επομένως ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ είναι πιθανό να μετριαστεί από εδώ και πέρα. Έτσι, οι θετικοί «άνεμοι» που παρείχαν οι αποπληθωριστές του υψηλού ΑΕΠ στην εξυγίανση του χρέους είναι πιθανό να εξασθενήσουν, σύμφωνα με τη UBS. Τα υψηλότερα επιτόκια και η ασθενής αύξηση του ΑΕΠ είναι επίσης πιθανό να επιβραδύνουν τη μείωση του χρέους προς το ΑΕΠ.

Κατά συνέπεια, η περαιτέρω εξυγίανση του χρέους θα απαιτήσει περισσότερη προσπάθεια από τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Επίσης παρατηρείται μεγάλη απόκλιση μεταξύ των χωρών. Ειδικότερα, το δεύτερο τρίμηνο του έτους, η μεταβολή του αποπληθωριστή ήταν μικρότερη στην Ιρλανδία και το Βέλγιο (3,6/3,7%) και υψηλότερη στην Κροατία, τη Σλοβενία και τη Σλοβακία (9,3-9,7%). Στην Ιταλία και την Ελλάδα, όπου το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ είναι το υψηλότερο, οι αποπληθωριστές του ΑΕΠ ήταν σχετικά μέτριοι (4,0% και 5,4% ετησίως, αντίστοιχα).

Διαβάστε ακόμη: