Οι τράπεζες ‘κερδίζουν’ την ευρύτερη αγορά κατά 50% από τα τέλη του 2020 και σημειώνουν συνολική απόδοση 82% από το τέλος του 2020, 53% πάνω από την αγορά, επισημαίνει η UBS στην ετήσια στρατηγική της για τις τράπεζες της Ευρώπης. Για το 2024, οι αναλυτές του ελβετικού οίκου επιλέγουν ωςtop picksτις μετοχές των Barclays, BNP Paribas, Commerzbank, ING, LBG, Nordea και UniCredit Bank με τα περιθώρια ανόδου των μετοχών τους να κυμαίνονται από 8% (LBG) έως 57% που αφορά την ελληνικού ενδιαφέροντος επιλογή της UniCredit Bank.
«Το 12% αυτής της υπεραπόδοσης σημειώθηκε το 2023 αλλά με τα επιτόκια πολιτικής να πρόκειται να μειωθούν το επόμενο διάστημα, τα μακροοικονομικά να είναι υποτονικά και οι αλλαγές στη φορολογία και τους κανονισμούς να δυσκολεύουν τη ζωή των μετοχών των τραπεζών, υπάρχει σαφές κίνητρο για ‘έξοδο’ από τους επενδυτές. Αν και λογικό, αυτό αγνοεί τις αποτιμήσεις που προεξοφλούν μια πτώση των κερδών κατά περίπου 30% έναντι των προβλέψεων μας. Αυτό θα απαιτούσε τα καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) του 2024 στα επίπεδα του 2022, ένα έτος κατά το οποίο το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ ήταν κατά μέσο όρο μόλις 12 μονάδες βάσης. Εξακολουθούμε να βλέπουμε αξία, αν και μικρότερη στον τομέα συνολικά, υποστηρίζοντας την αύξηση των βαρών στις αγορές με μεγαλύτερη διάρκεια (γαλλικές, ολλανδικές και, αργότερα το 2024, εγχώριες βρετανικές) σε ένα χαρτοφυλάκιο τραπεζών με υπερβολική στάθμιση», επισημαίνουν οι τραπεζικοί αναλυτές του οίκου.
«Έχουμε 22% περιθώριο ανόδου στις τιμές-στόχους και 30% προβλεπόμενη συνολική απόδοση, η οποία, αν πραγματοποιηθεί, τοποθετεί τις τράπεζες σε αποτίμηση 7,8 φορές τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) του 2025 και 10% μερισματική απόδοση. Αναμένουμε ότι τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) θα μειωθεί σε τριμηνιαία επίδοση σχεδόν παντού εκτός Γαλλίας, Γερμανίας και Ολλανδίας έως το δεύτερο τρίμηνο του 2024. Πιστεύουμε ότι οι τράπεζες μπορούν να επαναπροσδιορίσουν την τιμή τους ακόμη και όταν τα NII μειώνονται, ειδικά αν η αγορά μετοχών σημειώσει ράλι λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων», συνεχίζει η UBS.
Οι επενδυτές βλέπουν τα επιτόκια πολιτικής να διαμορφώνονται στο 2% – 3% για την ΕΚΤ και στο 3% περίπου για την Τράπεζα της Αγγλίας και της Fed. «Με τον τομέα να φαίνεται φθηνός, προτιμούμε μια πιο τακτική προσέγγιση. Σε γενικές γραμμές, παραμένουμε με επιλεγμένους νικητές του 2023 (Unicredit) με υψηλή μεταβίβαση στα αποτελέσματα του δ΄ τριμήνου, μεταβαίνοντας σε μεγαλύτερης διάρκειας επιλογές αργότερα στο πρώτο εξάμηνο του νέου έτους (BNP/SG/ING, Commerzbank), έκθεση στο δεύτερο εξάμηνο στα σταθερά NIM από τις εγχώριες εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου (LBG, Paragon στις μεσαίες κεφαλαιοποιήσεις) και θέση για την άνοδο του ΑΕΠ το 2025 μέσω των Σκανδιναβικών χωρών (Nordea, Swedbank, Danske) αργότερα.
«Πιστεύουμε ότι οι αποτιμήσεις προεξοφλούν υπερβολικά τον κίνδυνο κερδών και τη χρονική αξία του χρήματος. Αναμένουμε ότι οι μειώσεις των επιτοκίων με βάση τον πληθωρισμό, αν επιτευχθούν, θα βοηθήσουν να τεθεί ένα επίπεδο εμπιστοσύνης στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, στον πιστωτικό κίνδυνο και στην αύξηση των δανείων και όλα αυτά τα πράγματα είναι ευνοϊκά για την αξιολόγηση του τομέα», καταλήγει η ελβετική τράπεζα.