«Ταύρος» για τα ελληνικά ομόλογα δηλώνει η UBS και εκτιμά ότι στο 3,50% που είναι η απόδοση στο εγχώριο δεκαετές προσφέρει ελκυστικό σημείο εισόδου για τους επενδυτές με στόχο 75 μονάδες βάσης χαμηλότερα ή στο 2,8%.

Ο ελβετικός οίκος προβλέπει ότι η Moody’s θα προχωρήσει εντός του έτους σε αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα της χώρας.

«Η πιθανή αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας τον Μάρτιο φαίνεται λιγότερο πιθανή από τη Moody’s κατά την άποψή μας, αλλά η επιστροφή της Ελλάδας στην κατηγορία της επενδυτικής βαθμίδας είναι πιθανή το δεύτερο εξάμηνο. Στην πιο πρόσφατη έκθεσή της, η Moody’s αναγνώρισε τους ανοδικούς κινδύνους για τις δημοσιονομικές επιδόσεις λόγω της δημοσιονομικής σύνεσης της Ελλάδας και την εφαρμογή των δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων. Ο στόχος για το δεκαετές ελληνικό ομόλογο είναι στο 2,8% το 2025, σχεδόν 75 μ.β. χαμηλότερα σε σύγκριση με τα τρέχοντα επίπεδα», επισημαίνει ο οίκος.

Τα ελληνικά ομόλογα θα συνεχίσουν να διαπραγματεύονται σε καλά επίπεδα σε τη διάρκεια του έτους, υποστηριζόμενα από τις ευνοϊκές δημοσιονομικές προοπτικές της Ελλάδας, τις χαμηλές ανάγκες αναχρηματοδότησης για φέτος και το ενδεχόμενο περαιτέρω αναβαθμίσεων της πιστοληπτικής ικανότητας. Ο μικρός αριθμός ελληνικών ομολόγων σε κυκλοφορία αποτελεί έναν ακόμα παράγοντα υποστήριξης για τις τιμές των ελληνικών ομολόγων. Η Ελλάδα έχει περιορισμένες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2025. Σύμφωνα με το σχέδιο χρηματοδότησής της για το 2025, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας αναμένεται να φθάσουν τα 8 δισ. ευρώ το 2025, δηλαδή περίπου 1,5 δισ. ευρώ χαμηλότερη από ότι πέρυσι. Η μείωση αυτή αντανακλά τα χαμηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα (-0,1% του ΑΕΠ το 2025 έναντι -0,6% του ΑΕΠ το 2023, σύμφωνα με το φθινοπωρινό δελτίο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέψεις) και λιγότερες εξαγορές κατά 1 δισ. ευρώ το 2025.

Οι τέσσερις καταλύτες

Η UBS αναγνωρίζει τέσσερα βασικά στοιχεία για τα οποία είναι αισιόδοξη σχετικά με τα ελληνικά μακροοικονομικά μεγέθη.

1. Προβλέπει ανάπτυξη 2,8% του ΑΕΠ το 2025 που είναι μόνο η υψηλότερη σε σύγκριση με τις μεγάλες χώρες της Ευρωζώνης και είναι επίσης 70 μονάδες βάσης υψηλότερη από το consensus των άλλων οικονομολόγων. Η αύξηση του ΑΕΠ θα πρέπει να ωφεληθεί από την αναμενόμενη έκρηξη στην εκταμίευση των επιχορηγήσεων του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRF) και των δανείων στους τελικούς δικαιούχους.

2. Η ελληνική κυβέρνηση είναι σε θέση να ανταποκριθεί εύκολα στο στόχο 2,5% του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2025, δεδομένου ότι η Ελλάδα πιθανώς έχει ήδη επιτύχει το ίδιο επίπεδο πρωτογενούς πλεονάσματος το 2024, η αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών περιορίζεται στο 3,7% δηλαδή χαμηλότερα από το ρυθμό αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ και η Ελλάδα είναι πιθανότατα να πραγματοποιήσει άλλο ένα θετικό στοιχείο 500 εκατ. ευρώ από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

3. Η συνέχεια στην προσπάθεια της Ελλάδας να αναχρηματοδοτήσει το ακριβότερο μέρος του αποθέματος χρέους, όπως η πρόωρη αποπληρωμή 17,8 δισ. ευρώ από τα ευρωπαϊκά δάνεια της ελληνικής δανειακής διευκόλυνσης (GLF) το 2024. Οι ενέργειες αυτές επιτρέπουν επίσης τη διατήρηση στο συνολικό χρέος και στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους σε πιο ευνοϊκά επίπεδα και να οδηγήσει σε ταχύτερη μείωση του δημόσιου χρέους.

4. Τέλος, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει σαφή περιθώρια χρηματοδότησης της οικονομίας, δεδομένης της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 4,6%, το χαμηλότερο από την έναρξη των στοιχείων το 2002 και την ορατή επιτάχυνση του δανεισμού των επιχειρήσεων λόγω και των κεφαλαίων RRF σε 16% σε ετήσια βάση τον Δεκέμβριο του 2024.

Διαβάστε ακόμη