Επενδυτικές ευκαιρίες για τους επενδυτές αναμένεται να δημιουργήσουν, εντός του 2022, ανατρεπτικές (disruptive) τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, τα μεγάλα δεδομένα (big data) και η κυβερνοασφάλεια. «Την επόμενη δεκαετία, οι επενδυτές θα πρέπει να αναζητήσουν ευκαιρίες στη διαδικασία μετάβασης προς μια οικονομία με καθαρές μηδενικές εκπομπές άνθρακα, καθώς και στις ανατρεπτικές (disruptive) τεχνολογίες», αναφέρει η UBS, στην ετήσια έκθεση «Year Ahead» με τις προοπτικές του έτους 2022.

Τα συγκεντρωτικά έσοδα της τεχνητής νοημοσύνης, των big data και της κυβερνοασφάλειας αναμένονται σε $620 δισ. το 2025. Σύμφωνα με τη μελέτη, τα συγκεντρωτικά έσοδα των ανατρεπτικών τεχνολογιών (ABC technologies/artificial intelligence, big data & cybersecurity), δηλαδή της τεχνητής νοημοσύνης, των μεγάλων δεδομένων και της κυβερνοασφάλειας, αναμένεται να αυξηθούν από 384 δισ. δολάρια το 2020 σε 620 δισ. δολάρια το 2025.

«Για την αξιοποίηση της ανάπτυξης στους συγκεκριμένους αυτούς τομείς, οι επενδυτές οφείλουν να κοιτούν πέρα από τις μετοχές τεχνολογίας πολύ υψηλής κεφαλαιοποίησης. Και να εστιάσουν σε ονόματα μεσαίας κεφαλαιοποίησης, που θα μπορούσαν κάλλιστα να αναδειχθούν ως η επόμενη μεγάλη ευκαιρία, καθώς και να χρησιμοποιήσουν ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, προκειμένου να αποκτήσουν έκθεση σε εταιρείες, που βρίσκονται σε πρώιμη φάση ανάπτυξης», σημειώνει η έκθεση.

Η εταιρεία εκτιμά ότι το 2022 θα είναι «έτος ανακαλύψεων», το οποίο θα δείξει ποια μορφή έχει πλέον η νέα «κανονικότητα», μετά από δύο χρόνια τόσο από περιόδους lockdown, όσο και από φάσεις επαναλειτουργίας. Το 2022 αναμένεται ότι θα είναι ένα «διχασμένο έτος», με υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης και πληθωρισμού κατά το 1ο εξάμηνο, τους οποίους θα διαδεχθούν χαμηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης και πληθωρισμού το δεύτερο εξάμηνο, τονίζει η UBS.

Δεκαετία μετασχηματισμού

Όπως παρατηρούν οι αναλυτές της UBS, «τη δεκαετία που διανύουμε, οι επενδυτές βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν κόσμο που βιώνει αυξημένες τεχνολογικές ανατροπές, γήρανση των πληθυσμών, συντονισμό νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής και αποπαγκοσμιοποίηση, παράλληλα με πιο ισχυρές πολιτικές εκκλήσεις για αναδιανομή του πλούτου και περιβαλλοντική δράση».

Η πανδημία επιτάχυνε την εξέλιξη πολλών ζητημάτων από αυτά, δημιουργώντας αβεβαιότητα, αλλά και ενδιαφέρουσες μακροπρόθεσμες επενδυτικές ευκαιρίες. Εν τω μεταξύ, η μετάβαση σε μια οικονομία καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα φαίνεται βέβαιο ότι θα αναδειχθεί σε μία από τις πιο σημαντικές επενδυτικές τάσεις της επερχόμενης δεκαετίας.

«Για την επίτευξη καθαρών μηδενικών εκπομπών προβλέπεται ότι θα απαιτηθούν παγκόσμιες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ύψους $50 τρισ. για κάθε δεκαετία έως το 2050, ενώ το 50% της μείωσης των εκπομπών πρέπει να προέρχεται από υποανάπτυκτες τεχνολογίες. Το γεγονός αυτό δημιουργεί ευκαιρίες σχετικές με τη δέσμευση λύσεων πράσινης τεχνολογίας, καθαρού αέρα και μείωσης εκπομπών άνθρακα, καθώς και στον τομέα του συστήματος εμπορίας εκπομπών άνθρακα», σημειώνουν οι αναλυτές.