Μία από τις εκπλήξεις της πανδημίας είναι, σύμφωνα με τη UBS,  το πόσο λίγο αυξήθηκαν τα δημόσια χρέη. Ασφαλώς, το δημόσιο χρέος είναι σε παγκόσμιο επίπεδο κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο σε σχέση με το 2019 (αύξηση 10  ποσοστιαίων μονάδων για τις ανεπτυγμένες αγορές και 6 ποσοστιαίων μονάδων για τις αναδυόμενες), όμως όπως θυμίζουν οι αναλυτές του ελβετικού επενδυτικού οίκου, οι ανεπτυγμένες χώρες είχαν παρουσιάσει υπερδιπλάσια αύξηση των χρεών τους κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης.

Μάλιστα, η μικρότερη αύξηση των χρεών στην κρίση του κορωνοϊού καταγράφηκε παρότι τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης ήταν περίπου διπλάσια και η  οικονομική συρρίκνωση ήταν το 2020 περίπου 4,5 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερη από ό,τι το 2009.

Κατόπιν τούτων, τα χρέη μειώνονται στις ανεπτυγμένες χώρες τα τελευταία τρία χρόνια (2021-2023) και είναι περίπου σταθερά στις αναπτυσσόμενες, σε σχέση με  τα υψηλά του 2020. «Το χρέος βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, αλλά θα μπορούσε να είναι και χειρότερα», παρατηρούν οι αναλυτές της UBS.

Σύμφωνα με τον οίκο, η σχετικά περιορισμένη αύξηση των χρεών είναι αποτέλεσμα δύο πραγμάτων:

–          Πρώτον, τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της πανδημίας αποσύρθηκαν αρκετά γρήγορα.

–          Δεύτερον, λόγω της αύξησης του πληθωρισμού, κάποια χρέη ουσιαστικά πληθωρίζονται.

Με τις αποδόσεις των ομολόγων στις αγορές να έχουν επιστρέψει εκεί όπου βρίσκονταν πριν από 15 χρόνια και τα χρέη κοντά στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 70 ετών, η UBS εξετάζει ποιες χώρες έχουν πρόβλημα βιωσιμότητας του χρέους τους.

Μετρώντας το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος που χρειάζεται η κάθε χώρα ώστε να μην αυξάνεται το χρέος της, και συγκρίνοντάς το με τους στόχους των κυβερνήσεων για το πρωτογενές ισοζύγιο, ο οίκος διαπιστώνει ότι οι μισές από τις χώρες που εξέτασε εμφανίζουν βιώσιμη δυναμική χρέους (αν και σε κάποιες περιπτώσεις, οριακά).

Σύμφωνα με τα στοιχεία του οίκου, οι χώρες που απαιτούν τη μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή είναι η Βραζιλία, οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Ιταλία.

Αντίθετα, η Ελλάδα βρίσκεται στο άλλο άκρο. Η ελληνική οικονομία μπορεί να σταθεροποιήσει το χρέος της ακόμα και με πρωτογενές έλλειμμα ίσο με το 4,6% του ΑΕΠ. Με δεδομένο ότι η Αθήνα στοχεύει σε πρωτογενές πλεόνασμα 1%, ο οίκος υπολογίζει το κενό στο -5,6% του ΑΕΠ, δείχνοντας ότι η δημοσιονομική κατάσταση διασφαλίζει με άνεση τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Διαβάστε ακόμη: