Σε κάθε συνάντηση που έχουν τραπεζίτες και servicers με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα φέρνουν στο τραπέζι το ζήτημα των πλειστηριασμών, και κάθε φορά παίρνουν την απάντηση πως: είναι κυβερνητική απόφαση η αναστολή διενέργειας όλων των πλειστηριασμών.
Όμως και για τους Θεσμούς είναι «κόκκινη γραμμή» και αιτία διαφωνίας ο χρόνος έναρξης των πλειστηριασμών.
Αν και υπάρχει συμφωνία να χτυπήσει και πάλι από τις 15 Μαρτίου το ηλεκτρονικό σφυρί για μεγάλες οφειλές που είναι «κόκκινες» επί πολλά χρόνια και οι οφειλέτες τους δεν δείχνουν καμμία διάθεση συνεννόησης, ωστόσο είναι αμφίβολο αν θα επιτευχθεί.
Και ο λόγος είναι ότι η χώρα βρίσκεται σε lockdown, που αναμένεται να αυστηροποιηθεί περισσσότερο…
Όμως «διάσταση» απόψεων επικρατεί και μέσα στους κόλπους του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, καθώς διατυπώνεται η άποψη ότι πρέπει να πάμε με μερική άρση της απαγόρευσης. Σύμφωνα με πηγές, που γνωρίζουν πρόσωπα, καταστάσεις και το περιεχόμενο των τηλεδιασκέψεων: Η μία πλευρά επιμένει να παραμείνουν «παγωμένοι» και η άλλη πλευρά τάσσεται υπέρ της άμεσης διενέργειας των πλειστηριασμών και να εξαιρούνται μόνο οι αποδεδειγμένα κορωνόπληκτοι.
Τραπεζίτες στα κόκκινα
Τραπεζίτες και servicers βρίσκονται στα όρια «νευρικής κρίσης» για το θέμα των πλειστηριασμών, καθώς φοβούνται ότι πάνε πίσω τα σχέδια για περιορισμό των καθυστερούμενων οφειλών.
Και έχουν επανειλημμένα διατυπώσει τη διαφωνία τους με την κυβερνητική απόφαση. Όπως λένε τραπεζικά στελέχη μαζί με την αναστολή των πλειστηριασμών τον περασμένο Οκτώβριο «πάγωσαν» και όλες οι συναφείς διαδικασίες, από την έκδοση διαταγών πληρωμής, μέχρι τη δημοσίευση πλειστηριασμού και τη διάθεση του πλειστηριάσματος, για τις υποθέσεις που έχουν ολοκληρωθεί και το ακίνητο έχει αλλάξει χέρια.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, τα χρήματα από τα πλειστηριάσματα παραμένουν «παγωμένα» στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, και την ίδια ώρα μεγαλοοφειλέτες που δεν έχουν καμμία διάθεση συνεννόησης κερδίζουν χρόνο.
Οι υποθέσεις που αφορούν μεγάλους οφειλέτες με «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ είναι πολλές.
Όπως για παράδειγμα δύο μεγαλοξενοδόχων, οι οποίοι κερδίζουν το «παιχνίδι» στις καθυστερήσεις και διατηρούν τις επιχιερήσεις τους αν και είναι κατακόκκινες. Τα δάνειά τους έχουν να εξυπηρετηθούν για 7 και περισσότερα χρόνια και ουδεμία σχέση έχουν με τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Μάλιστα και οι δύο αυτοί επιχειρηματίες έχουν «εμμονή» με την άσκηση ένδικων μέσων. Όπως λένε τραπεζικά στελέχη που έχουν γνώση των υποθέσεων αυτών, ο ένας μεγαλοξενοδόχος «πληρώνει στρατό ολόκληρο δικηγόρων, χρήματα που αν τα έδινε για να πληρώνει τις δόσεις των δανείων του, θα ήταν ενήμερος…», ενώ ο άλλος στρέφεται με προσωπικές αγωγές ακόμα και εναντίον τραπεζικών στελεχών που διαχειρίζονται τις υποθέσεις τους. Και οι πλειστηριασμοί των ξενοδοχειακών τους μονάδων πάνε από αναβολή σε αναβολή.
Για τους τραπεζίτες και τους servicers «είναι ηθικό και δίκαιο ο νομοθέτης να προστατεύσει όσους έχουν πληγεί από την πανδημία. Για τον λόγο αυτόν ελήφθησαν μέτρα από την πολιτεία, όπως είναι οι αναστολές πληρωμών, το πρόγραμμα επιδότησης «Γέφυρα», αλλά και οι τράπεζες έχουν προγράμματα διευκόλυνσης -step up- διάρκειας από 12- 18 μήνες, ώστε ο δανειολήπτης σταδιακά να επιστρέψει στο συνολικό ποσό της δόσης.
«Τα μέτρα στήριξης κράτησαν χαμηλά τη δημιουργία νέων καθυστερούμενων οφειλών» λένε τραπεζικά στελέχη και προς επίρρωση των λεγομένων τους αναφέρουν ότι τα στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν πως την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2019 τα νέα «κόκκινα» ήταν ύψους 7,5 δισ. ευρώ και το ίδιο διάστημα του 2020 τα νέα «κόκκινα» περιορίστηκαν στα 2,5 δισ. ευρώ, ακριβώς λόγω των μέτρων που ελήφθησαν για την προστασία των δανειοληπτών.
Όμως ειδικά σήμερα δεν πρέπει να κρατάμε στο οξυγόνο ημιθανείς επιχειρήσεις διότι είναι σαν να «πετάμε» πολύτιμους πόρους της οικονομίας που είναι απαραίτητοι για άλλες επιχειρήσεις. Διατηρούμε στη ζωή επιχειρήσεις «ζόμπι» και η καθολική απαγόρευση των πλειστηριασμών ενέχει τον κίνδυνο να επανέλθει η κουλτούρα κακοπληρωτών, σημειώνουν οι ίδιες πηγές.
Οι πλειστηριασμοί είναι «εργαλείο» στην προσπάθεια μείωσης των καθυστερούμενων οφειλών. Το ζητούμενο είναι να κρατηθεί το απόθεμα των NPEs χαμηλά, καθώς αναμένεται νέα αύξηση των «κόκκινων» δανείων λόγω της πανδημίας που επιμένει και έχει βάλει στον «πάγο» μεγάλους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας.
Πρέπει να γίνουν σωστοί υπολογισμοί
Στις επιπτώσεις της πανδημίας εστιάζει και η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ) και μάλιστα έχει ζητήσει από τις ελληνικές τράπεζες να «στρεσάρουν» πρώτες αυτές δάνεια που αφορούν τον τουρισμό και την εστίαση, και την συμπεριφορά των δανείων που βγήκαν από το καθεστώς αναστολής δόσεων.
Σύμφωνα με την ΕΒΑ και οι 50 ευρωπαϊκές τράπεζες που συμμετέχουν στο stress test, πρέπει να δράσουν προληπτικά σε ότι αφορά τις προβλέψεις για τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Οι τράπεζες λοιπόν πρέπει να υπολογίσουν σωστά πόσα από τα δάνεια που είναι σε μορατόρια θα «σκάσουν», ώστε να προσδιορίσουν το ύψος των πρόσθετων προβλέψεων που θα πρέπει να λάβουν. Η ΕΒΑ ζητά από τις τράπεζες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές στη διαχείριση των δανείων που ήταν σε αναστολή, για τρεις λόγους:
Α) από αυτά θα προέλθει ο νέος όγκος των «κόκκινων»
Β) εξακολουθεί η αβεβαιότητα για τη διάρκεια και την τελική επίπτωση της πανδημίας
Γ) αβεβαιότητα επικρατεί και στο πως θα ανταποκριθεί η πραγματική οικονομία την επόμενη ημέρα.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι από τα 30 δισ. ευρώ δάνεια που τεθηκαν σε αναστολή πληρωμής θα «σκάσουν» τα 5 δισ ευρώ. Βέβαια η ΤτΕ ανεβάζει τον λογαριασμό των νέων καθυστερήσεων στα 8-10 δισ. ευρώ.
Στο πλαίσιο των stress test οι τράπεζες έχουν κατηγοριοποιήσει τα δάνεια που ήταν σε μορατόρια με τα μεγαλύτερα προβλήματα να παρουσιάζονται:
– Στον τουρισμό και την εστίαση που βρέθηκαν στη δίνη της πανδημίας.
– Στα δάνεια που εμφανίζουν προσωρινά προβλήματα εξυπηρέτησης –μετά τα μορατόρια– και θα πρέπει να ρυθμιστούν
– Στα δάνεια για τα οποία υπάρχει πλήρης αδυναμία εξυπηρέτησης τους.
Η άσκηση αντοχής που θα στρεσάρει 50 ευρωπαϊκές τράπεζες ξεκίνησε μεσούσης της πανδημικής κρίσης.
Το δυσμενές σενάριο για την Ελλάδα προβλέπει:
Ύφεση 10% για το 2020, 1,8% για το 2021, ύφεση 2,5% για το 2022, και ανάκαμψη 0,7% το 2023.
Ανεργία 18,9% το 2021 και 22,1% για το 2022.
Πτώση 5,8% στις τιμές των ακινήτων το 2021 και πτώση 3,1% για το 2022 .
Πτώση στις τιμές των εμπορικών ακινήτων κατά 13,4% το 2021 και για το 2022 πτώση 9,3%.