Τα ερωτηματικά για το ναυάγιο της Πύλου θα μπορούσαν να απαντηθούν από ένα βίντεο που δείχνει τη στιγμή της βύθισης, αλλά αυτό το βίντεο, όπως λέει το Λιμενικό, αν και θα έπρεπε δεν υπάρχει.
Κάτι χειρότερο: αν το βίντεο υπάρχει και κάποιοι το εξαφάνισαν σε μια προσπάθεια συγκάλυψης για το τι συνέβη την μοιραία στιγμή όπου εκατοντάδες άνθρωποι -πολλές γυναίκες και παιδιά- βυθίζονται στην θάλασσα.
Πρόκειται για ένα τεράστιο γεγονός που αν υπάρχει εικόνα θα προκαλέσει οργή στην ευαίσθητη ευρωπαϊκή και διεθνή κοινή γνώμη. Αλλά σε έναν πολιτισμό της εικόνας, αν κάτι δεν μπορούμε να το δούμε, δεν υπάρχει.
Πρόκειται για ένα αόριστο γεγονός, σαν δεκάδες παρόμοια άλλα, ένα αριθμό με την πληροφορία πως πρόκειται για γυναίκες και παιδιά που δεν έχουν πρόσωπο, όνομα. Μόνο εθνικότητα και πατρίδα προέλευσης -πρόκειται για πρόσφυγες και μετανάστες, άρα δεν είναι Ευρωπαίοι -δηλαδή- “δικοί μας” πολίτες.
Πάνω από όλα δεν είναι ψηφοφόροι για τους πολιτικούς που εκφράζουν μια αόριστη λύπη για κάτι που τελικά δεν τους αφορά, αφού είναι κάτι που έχει ξανασυμβεί και θα συμβαίνει πάντα.
Η ανθρώπινη ζωή αποχτά έτσι μόνο εθνικότητα και ηλικία και η απώλεια της κρίνεται από το αν συνέβη σε διεθνή κι απρόσωπα ή εθνικά ύδατα -όπου ο νόμος πιθανόν να δημιουργεί ευθύνες για την “σφαγή” -για την οποία μίλησαν πολλά μέσα ενημέρωσης- ή έστω αμέλεια.
Το Λιμενικό παρακολουθούσε το σκάφος να βυθίζεται και τελικά έκανε αυτό που έπρεπε να είχε κάνει σώζοντας δεκάδες ζωές, όταν ήταν ήδη αργά. Το επιχείρημα πως δεν επενέβη γιατί οι επιβάτες δεν ήθελαν να σωθούν το διαψεύδει μια φωτό που δημοσιεύτηκε που τους δείχνει να ζητάνε βοήθεια.
Οι ελληνικές αρχές ήταν υποχρεωμένες από τον νόμο και από διεθνείς συμβάσεις να διασώσουν τους πρόσφυγες του ναυαγίου της Πύλου, αλλά δεν το έκαναν.
Από μαρτυρίες προκύπτει ότι μετά από πέντε ημέρες ταξιδιού, το νερό τελείωσε, ο οδηγός του σκάφους τα είχε εγκαταλείψει στην ανοιχτή θάλασσα και υπήρχαν έξι πτώματα στο πλοίο.
«Το λιμενικό θα έπρεπε να επέμβει σε κάθε περίπτωση ακόμη και αν υπήρχε άρνηση διάσωσης από τους επιβαίνοντες του πλοίου ανοιχτά της Πύλου» θα πει ο ναύαρχος ε.α. Νίκος Σπανός. «Δεν ρωτάμε το προσωπικό σε ένα σκάφος που κινδυνεύει αν χρειάζεται βοήθεια. Βοήθεια χρειάζονται και με το παραπάνω, αφού το σκάφος είναι ακυβέρνητο. Έπρεπε να πράξουμε τα δέοντα».
‘Ενας άλλος υποναύαρχος ε.α., ο Στέλιος Φενέκος σε ανάρτησή του αναφέρει πως “το σκάφος δεν έφερε σημαία και θα μπορούσε επίσης να χαρακτηρισθεί ότι διενεργεί δουλεμπόριο και να το σταματήσουν για να ελεγχθεί”. Φαίνεται πως αυτό συνέβη με ένα σχοινί που πετάχθηκε στο σκάφος, αλλά αρχικά δεν παραδεχόταν ο εκπρόσωπος του Λιμενικού, λίγες ώρες πριν.
Άρα ήταν σαφές για τις ελληνικές αρχές πως η κατάσταση πάνω στο πλοίο απαιτούσε επέμβαση -αφού οι επιβάτες -που “δεν ήθελαν βοήθεια”- ήταν φυλακισμένοι υπό απειλή και η ζωή τους βρισκόταν σε κίνδυνο -ακόμα και αν το αγνοούσαν.
“Στις περιπτώσεις όπου η προστατευόμενη αξία είναι σοβαρή, όπως η ζωή, δεν εξαρτά την συμπεριφορά του δράστη από τη συναίνεση του θύματος, το οποίο μπορεί μάλιστα να αγνοεί την ύπαρξη ή την αμεσότητα του κινδύνου ή να είναι ψυχικά πιεσμένο» θα γράψει ο καθηγητής Νίκος Παρασκευόπουλος.
Κι ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Καλαμάτας Κώστας Μαργέλης θα υποστηρίξει ότι «προκύπτουν τεράστιες ποινικές ευθύνες των ελληνικών λιμενικών αρχών και των λοιπών παραγόντων» αφού «βρισκόμαστε σε διεθνή ύδατα, αλλά έχουμε ως Ελλάδα αρμοδιότητα για έρευνα και διάσωση».
Το Λιμενικό παρακολουθεί το πλοίο την ώρα που βυθίζεται, αλλά δεν υπάρχει σχετικό υλικό από κάμερες και διαψεύδεται ότι έγινε ρυμούλκηση ή προσπάθεια ρυμούλκησης. Δεν είναι μόνο ότι οι μελλοθάνατοι “δεν ήθελαν να σωθούν”. Είναι τελικά πως δεν ήταν Ευρωπαίοι πολίτες, αλλά “ξένοι”, παράνομοι μετανάστες και ανεπιθύμητοι πρόσφυγες που θάπρεπε να απωθήσουμε.
Η θάλασσα αναλαμβάνει τελικά να εφαρμόσει την ουσία της πολιτικής της Ευρώπης για τους μετανάστες. Η μακάβρια πολιτική της χώρας, τα “πρωτόκολλα” του θανάτου” οδηγούν σε ένα τρομακτικό δόγμα που απαλλάσσει τη χώρα από κατηγορίες που ψιθυρίζονται σε διεθνή μέσα για “σφαγή”, έγκλημα, ολιγωρία με αποτέλεσμα τον θάνατο εκατοντάδων ατόμων χωρίς όνομα και πρόσωπο.
Δεν τους βυθίζουμε, αφού θα βυθιστούν μόνοι τους. Ούτε τους διασώζουμε, αφού δεν θέλουν να σωθούν. Μόνο κηρύσσουμε εθνικό πένθος και βυθιζόμαστε στη λύπη -αν και δεν πρόκειται για Έλληνες πολίτες, όπως θα πουν όσοι βλέπουν πως η ζωή διαβαθμίζεται με βάση την εθνικότητα.
Αόριστη λύπη για κάτι που δεν συνέβη μέσα στα χωρικά μας ύδατα, αλλά κάπου μακριά από μας σε μια βαθιά θάλασσα. Μια λύπη που θα ξεπεράσουμε -με την ανθρωπιά που μας διακρίνει- μετά από λίγα δελτία ειδήσεων, όταν κανένας δεν θα τους θυμάται πια -πολύ περισσότερο, αφού δεν υπάρχει καν το βίντεο με τη βύθιση του πλοίου.
Χωρίς ενοχές, χωρίς τύψεις, χωρίς ελπίδα για μια Ευρώπη με ανθρώπινο πρόσωπο και αυταπάτες για ένα καλύτερο κόσμο -που έτσι κι αλλιώς αφορά πολίτες της δικής μας πατρίδας, της δικής μας πατρίδας και τελικά μόνο τους ψηφοφόρους μας. Η ανθρώπινη ζωή έχει πατρίδα και η Ευρώπη δεν μπορεί να σώσει όσους “δεν θέλουν να σωθούν”. Πολύ περισσότερο όταν ούτε η ίδια δεν θέλει να σωθούν και η θάλασσα εφαρμόζει τη δική της πολιτική, πως στο ευρωπαϊκό όραμα δεν χωράνε όλοι.