Για τις καλύτερες διακοπές τους εδώ και πολλά χρόνια ετοιμάζονται οι Έλληνες τραπεζίτες τον φετινό Αύγουστο, καθώς η διανομή μερίσματος στους μετόχους για πρώτη φορά από το 2008, η έκρηξη της κερδοφορίας στο εξάμηνο, η προς τα πάνω αναθεώρηση των βασικών οικονομικών στόχων για το 2024 και φυσικά η αύξηση των τιμών στόχων από τους ξένους και εγχώριους επενδυτικούς οίκους καθιστούν το φετινό καλοκαίρι ορόσημο για το εγχώριο πιστωτικό σύστημα.

Τα οικονομικά αποτελέσματα τεσσάρων συστημικών τραπεζών που ανακοινώθηκαν κατά την διάρκεια της εβδομάδας επιβεβαίωσαν τις προβλέψεις των αναλυτών, αλλά και των διοικήσεων των τραπεζών για αναθεώρηση προς τα πάνω των στόχων των business plan για το 2024.

Είναι χαρακτηριστικό ότι για τις Eurobank, Τράπεζα Πειραιώς και Εθνική Τράπεζα τα καθαρά κέρδη εξαμήνου προσέγγισαν τα 2 δισ. ευρώ (Eurobank 721 εκατ. από 684 εκατ. το εξάμηνο του 2023, Πειραιώς 563 εκατ. από 299 εκατ. το α΄εξάμηνο του 2023 και Εθνική Τράπεζα 670 εκατ. ευρώ από 530 εκατ. ευρώ το εξάμηνο του 2023).

Συμπεριλαμβανομένης και της καθαρής κερδοφορίας της Alpha Bank η συνολική καθαρή κερδοφορία στο εξάμηνο προσέγγισε τα 2,5 δισ. ευρώ, καθιστώντας επιτεύξιμο τον στόχο για κέρδη στο σύνολο του 2024 που θα προσεγγίσουν τα 4,5 δισ. ευρώ.

Οι επιδόσεις αυτές στηρίχθηκαν τόσο στην ανάπτυξη των τραπεζικών εργασιών, κυρίως των επιχειρηματικών χορηγήσεων, όσο και στον περιορισμό του κόστους, λειτουργικού και πιστωτικού.

Υπενθυμίζεται ότι τα κέρδη του 2023 και για τις 4 τράπεζες έφτασαν τα 3,65 δισ. ευρώ, οδηγώντας σε διανομή μερίσματος ύψους 840 εκατ. ευρώ.

H Eurobank θα δώσει συνολικό μέρισμα 342 εκατ. ευρώ, η Εθνική 332 εκατ. ευρώ, η Πειραιώς θα καταβάλει μέρισμα 79 εκατ. ευρώ και η Alpha Bank 61 εκατ. ευρώ. Παρότι τα μερίσματα ξεκινούν από χαμηλά επίπεδα (10-30% των κερδών του 2023), εντούτοις έως το 2026 αναμένεται να φτάσουν στον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 50%.

Οι καταλύτες

Τα στοιχεία που χαρακτήρισαν τις οικονομικές επιδόσεις του πρώτου εξαμήνου ήταν κυρίως το επιτοκιακό περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί από την πιο αργή μείωση των επιτοκίων του ευρώ από την ΕΚΤ, που ως φυσικό επακόλουθο έφερε περισσότερα του αναμενομένου έσοδα για τις τράπεζες.

Μάλιστα, η διαφορά των επιτοκίων χορηγήσεων με αυτά των καταθέσεων είναι τόσο μεγάλη που έχει ως αποτέλεσμα οι τράπεζες να συνεχίζουν και μέσα στο 2024 να έχουν υψηλά έσοδα και κερδοφορία που αναθεωρούνται προς τα πάνω.

Το πλεονέκτημα για τις εγχώριες τράπεζες είναι ότι η μεγάλη πλειονότητα των καταθέσεων είναι λογαριασμοί όψεως που προσφέρονται με μηδενικά επιτόκια και μόνο το 20% με 25% είναι καταθέσεις προθεσμίας, που βαρύνονται με σημαντικά υψηλότερα επιτόκια.

Στα θετικά στοιχεία για τις τράπεζες είναι ο περιορισμός των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά και η μείωση του λειτουργικού κόστους που έρχεται μέσω της μείωσης του προσωπικού.

Τέλος, βασικός παράγοντας που οδηγεί σε αναθεώρηση των quidance των τραπεζών είναι και η σημαντική αύξηση των εκταμιεύσεων νέων δανείων. Πρόσφατα στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν ότι το πρώτο εξάμηνο τα νέα δάνεια ανήλθαν σε 2,6 δισ. ευρώ, έναντι μόλις 450 εκατ. το ίδιο διάστημα πέρυσι.

Να σημειωθεί ότι η μεγάλη αύξηση των εκταμιεύσεων τον περασμένο Ιούνιο αφορούσε στο σύνολο της αγοράς: μεγάλες επιχειρήσεις, ναυτιλιακά δάνεια, μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις, αλλά και νοικοκυριά. Αν μάλιστα προχωρήσει τάχιστα το πρόγραμμα «Σπίτι Μου» από την κυβέρνηση, τότε θα τονωθεί σημαντικά και η «παγωμένη» στεγαστική πίστη.

Αναβάθμιση

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι όλες οι ελληνικές τράπεζες έχουν αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα και μάλιστα δύο κλίμακες πάνω από το ελάχιστο όριο. Προσφάτως η Standard & Poor’s και η Moody’s έδωσαν ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης στις τράπεζες προχωρώντας στην αναβάθμισή τους.

Όπως σημειώνει η S&P, η ενεργός εκκαθάριση των ισολογισμών του ελληνικού τραπεζικού συστήματος πλησιάζει στο τέλος της, καθώς οι ελληνικές τράπεζες επιτυγχάνουν πλήρη ανάκαμψη μετά την κρίση και αρχίζουν να επωφελούνται από τη θετική οικονομική δυναμική στην Ελλάδα.

Οι τράπεζες στην Ελλάδα έχουν επίσης, μεμονωμένα η κάθε μία τους, σύμφωνα με τον οίκο, σημειώσει σημαντική πρόοδο προς τη βελτίωση της δημιουργίας κερδών και της ανθεκτικότητας του επιχειρηματικού μοντέλου τους.

Τρεις από τις τέσσερεις μεγαλύτερες ελληνικές εμφανίζουν ήδη δείκτες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) 3%-4% στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2024, και η S&P αναμένει περαιτέρω βελτίωση μέχρι το τέλος του 2026.

Ανεβάζουν τον πήχυ για τις τραπεζικές μετοχές

Την ίδια στιγμή οι ξένοι και εγχώριοι επενδυτικοί οίκοι αυξάνουν τις τιμές στόχους για τις ελληνικές τράπεζες αξιολογώντας από την μια το ισχυρό τρίμηνο από πλευράς οικονομικών επιδόσεων και από την άλλη τις πληρωμές μερισμάτων για πρώτη φορά μετά από 16 χρόνια, σε συνδυασμό με τις αναβαθμίσεις στα guidance των διοικήσεων των τραπεζών.

Υπενθυμίζεται ότι την κάλυψη των ελληνικών τραπεζών ξεκίνησε πρόσφατα ο ισχυρός επενδυτικός ελβετικός οίκος UBS δηλώνοντας «αγοραστής» και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών με υψηλές τιμές στόχους. Δίνει τιμή στόχο για την Alpha Bank στα 2,30 ευρώ, για τη Eurobank στα 2,60 ευρώ, για την Εθνική στα 11 ευρώ και για την Πειραιώς στα 5,50 ευρώ.

Οι τιμές στόχοι που δίνει η JP Morgan είναι για την Alpha Βank τα 2,40 ευρώ, για τη Eurobank τα 2,40 ευρώ, για την Εθνική τα 8,30 ευρώ και για την Πειραιώς τα 5,35 ευρώ.

Η Goldman Sachs για την Εθνική δίνει τιμή στόχο 10 ευρώ, για την Πειραιώς τα 5,30 ευρώ, για την Alpha τα 1,95 ευρώ και για την Eurobank τα 2,5 ευρώ

Σε αυτό το πλαίσιο το Χρηματιστήριο της Αθήνας και με καταλύτη τις τράπεζες ολοκλήρωσε τον Ιούλιο στις 1.478,17 μονάδες με μηνιαία κέρδη 5,27%, ενώ ο αντίστοιχος τραπεζικός δείκτης έκλεισε στις 1.305,20 μονάδες, με μηνιαία κέρδη της τάξης του 7,5%. Από την αρχή του χρόνου ο Γ.Δ. σημειώνει κέρδη 14,31% και ο αντίστοιχος τραπεζικός 22,94%.

Διαβάστε ακόμη: