Από τη μία η απουσία ουσιαστικού ελέγχου σε κάθε κρίκο της αλυσίδας, από την παραγωγή στην κατανάλωση και από την άλλη η μειωμένη παραγωγή, λόγω κλιματολογικών συνθηκών, έχει φέρει εξωφρενικές και πρωτοφανείς αυξήσεις σε μια σειρά τρόφιμα.

Ειδικότερα δε για προϊόντα, τα οποία παράγει η χώρα μας και αποτελούν βασικό συστατικό διατροφής, όπως το ελαιόλαδο, είναι τέτοια η κατάσταση, που “σε λίγο θα αρχίσει να μοιάζει με όσα συνέβησαν στην περίοδο της κατοχής”, όπως καθ’ υπερβολή βέβαια αλλά κοντά στην πραγματικότητα ισχυρίζονται παράγοντες του εμπορίου.

Στα ύψη έχει εκτοξευθεί η τιμή για το ελληνικό ελαιόλαδο, έχει κυριολεκτικά εκτοξευθεί στα ύψη.

Τον Ιανουάριο, το επώνυμο λάδι πωλούνταν στα 5,5 ευρώ το κιλό. Στα μέσα του Ιουλίου οι τιμές ξεπερνούσαν τα 6,5 ευρώ ανά κιλό στην Ε.Ε., με τη μέση τιμή στην Ελλάδα να διαμορφώνεται μεταξύ 7,2 – 7,5 ευρώ, φτάνοντας μέχρι και τα 8 – 8,2 ευρώ, κατά την τρέχουσα εμπορική περίοδο, η οποία ολοκληρώνεται τον επόμενο μήνα.

Όλοι στην αγορά περιμένουν νέα αύξηση των τιμών του ελληνικού λαδιού, με το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο να συνεχίζει να σπάει όλα τα ρεκόρ, καθώς το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο νέας σοδειάς εκτιμάται ότι θα φτάσει στα 9 – 10 ευρώ το κιλό!

Παράγοντες της αγοράς δεν βλέπουν να σταματάει σύντομα το ανοδικό ράλι, αφού η φετινή παραγωγή σε Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία και Τουρκία είναι μειωμένη.

Οι προαναφερόμενες τιμές αφορούν κατά βάση τη χονδρεμπορική αγορά και οι τιμές στο ράφι είναι ακόμα πιο τσουχτερές φυσικά.

Η λιανική τιμή στα ράφια του σούπερ μάρκετ κυμαίνεται σήμερα από 6,5 ευρώ και πάνω το λίτρο, για τα ιδιωτικής ετικέτας, μέχρι και τα 15 ευρώ, σε ορισμένες περιπτώσεις επώνυμου εξαιρετικά παρθένου ελαιόλαδου.

Η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο, μετά την Ιταλία και την Ισπανία.

Σε χρονιές κανονικές παράγει περίπου 300.000 τόνους ελαιολάδου ετησίως, εκ των οποίων το 82% ανήκει στην κατηγορία «εξαιρετικά παρθένο», ενώ της Ισπανίας μόνο το 25%-30% και της Ιταλίας το 40%-45% χαρακτηρίζονται έτσι.

Η μισή από την ετήσια ελληνική παραγωγή εξάγεται προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως σε χύμα μορφή, αν και τα τελευταία χρόνια κάπως βελτιώθηκε αυτή η κατάσταση, που συνιστά εδώ και χρόνια μία αιμορραγία για παραγωγούς και ελληνική οικονομία.

Διαβάστε ακόμη: