Τα μεγάλα προβλήματα που δημιούργησε σε κάθε φάση της οικονομικής δραστηριότητας η αύξηση των επιτοκίων και το επακόλουθο ακριβό έως πανάκριβο χρήμα, δεν είναι εύκολο να απαλυνθούν, ούτε φυσικά να ξεπεραστούν σε έναν ή κάποιους έστω μήνες.

Πολύ περισσότερο, καθώς το πρώτο διεθνές σύμπτωμα της αύξησης των επιτοκίων, η νέα τραπεζική κρίση, μπορεί μεν να μην πήρε μεγαλύτερη έκταση, αλλά οι συνέπειές της, δυστυχώς, θα φανούν συν τω χρόνω, σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα, όπως στους ισολογισμούς των συνταξιοδοτικών ταμείων, των ασφαλιστικών εταιρειών, αλλά και στον δραστικό περιορισμό των επενδύσεων – με δανεικό τραπεζικό χρήμα – των hedge funds.

Στην τελευταία του Παγκόσμια Οικονομική Έκθεση, το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι τα επιτόκια στις ΗΠΑ και σε άλλες βιομηχανικές χώρες θα επανέλθουν προς τα εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα που επικρατούσαν πριν από την πανδημία, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και της υποτονικής αύξησης της παραγωγικότητας.

Το ΔΝΤ βλέπει το λεγόμενο φυσικό ή ουδέτερο επιτόκιο – το προσαρμοσμένο, με βάση τον πληθωρισμό, βραχυπρόθεσμο επιτόκιο που ούτε διευκολύνει την ανάπτυξη ούτε την περιορίζει – κάτω από 1% στις ΗΠΑ.

Μάλιστα. Εκ πρώτης όψεως πολύ θετική και ελπιδοφόρα η πρόβλεψη των αναλυτών του Ταμείου.

Αλλά, πότε θα επανέλθουν τα επιτόκια σε φυσιολογικά επίπεδα, αυτό δεν έχει σήμερα τη μεγαλύτερη σημασία;

Η απάντηση είναι ότι αυτό θα συμβεί κατά τις “επόμενες δεκαετίες”!!!

Η εκτίμηση του Ταμείου για το ουδέτερο επιτόκιο των ΗΠΑ είναι βασικά σύμφωνη με εκείνη των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής της Fed, οι οποίοι εμμέσως το προσδιορίζουν στο 0,5%, σύμφωνα με τις μεσοπρόθεσμες μακροπρόθεσμες προβλέψεις που περιέχονται στις τριμηνιαίες οικονομικές τους προβλέψεις.

Αλλά, παρά την γενική αίσθηση ότι οι κεντρικές τράπεζες θα ανακρούσουν πρύμναν και θα αποφύγουν περαιτέρω αυξήσεις, αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο, σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, τις αμφίσημες δηλώσεις και τις εκτιμήσεις αναλυτών.

Η πορεία, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, αλλά και διαχρονικά, των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, έχει, όπως αποδείχθηκε και αυτή τη φορά, εκτεταμένες επιπτώσεις για τις αγορές μετοχών και κατοικιών καθώς και για τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική.

Τα υψηλότερα επιτόκια αυξάνουν το κόστος δανεισμού για τις κυβερνήσεις, αλλά και τις επιχειρήσεις, τους αγοραστές κατοικιών, τους υφιστάμενους και μελλοντικούς δανειολήπτες και παράλληλα μειώνουν την ελκυστικότητα κατοχής μετοχών, σε αντίθεση με τα ομόλογα.

Το ΔΝΤ αναγνωρίζει ότι ορισμένοι παράγοντες μπορεί να ωθήσουν υψηλότερα τα φυσικά επιτόκια, αν και αυτό δεν είναι το βασικό του σενάριο.

Όσο για τα χαμηλότερα επιτόκια που προβλέπει στο μέλλον το Ταμείο, δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ειδικός για να συμπεράνει ότι θα διευκολύνουν ορισμένες χώρες να χειριστούν τα αυξημένα επίπεδα δημόσιου χρέους που προέρχονται από την πανδημία.

Μέχρι τότε, όμως, φαίνεται ότι δυστυχώς έχουμε ακόμα πολύ χρόνο…

Διαβάστε περισσότερα