Πιέσεις προς τις τράπεζες να αυξήσουν τα στεγαστικά δάνεια προς τα νοικοκυριά, συγκρατώντας παράλληλα τις προμήθειες που χρεώνουν, αλλά και τα επιτόκια των καταθέσεων ασκεί η κυβέρνηση, διαβεβαιώνοντας παράλληλα ότι δεν προτίθεται να επιβάλει έκτακτο φόρο στα τραπεζικά κέρδη.
Το μήνυμα έστειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος μιλώντας σε ιδιωτική συνάντηση με επενδυτές στο πλαίσιο του συνεδρίου της ΕΧΑΕ και της Morgan Stanley στο Λονδίνο, δήλωσε ότι «η κυβέρνηση ξέρει τι θέλει από τις τράπεζες και έχει τους τρόπους να το δρομολογήσει». Οπως ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός, «η έκτακτη φορολόγηση των κερδών των τραπεζών δεν είναι ανάμεσα σ’ αυτούς», ενώ αρνητικός υπήρξε και στην επιβολή έκτακτης φορολογίας σε οποιοδήποτε άλλο κλάδο της οικονομίας, καθώς, όπως εξήγησε, θα επρόκειτο για «δώρο άδωρο, αφού βάσει των οροφών δαπανών δεν θα μπορούσε να ξοδέψει».
Σε συνέντευξη που παραχώρησε λίγο αργότερα ο διοικητής της ΤΤΕ Γιάννης Στουρνάρας, στο πλαίσιο του «OT Forum», υπογράμμισε ότι η έκτακτη φορολογία στις τράπεζες θα καθυστερούσε την εξυγίανσή τους από τον αναβαλλόμενο φόρο (DTC). Οπως εξήγησε, «οι τράπεζες έχουν στα εποπτικά τους κεφάλαια υψηλή αναβαλλόμενη φορολογία, με το 40% των κεφαλαίων τους να μην είναι καταβεβλημένο κεφάλαιο, αλλά απαίτησή τους έναντι του ελληνικού Δημοσίου».
Με βάση τη συμφωνία που έγινε πρόσφατα, «οι τράπεζες θα μειώσουν τον χρόνο που θα αποσβέσουν την αναβαλλόμενη φορολογία και όσο ισχύει αυτό δεν μπορείς να πληρώνεις φόρο, αφού τότε πας ακόμη προς τα πίσω την απόσβεση αυτού του virtual κεφαλαίου», όπως χαρακτηριστικά είπε.
Μιλώντας στο ίδιο συνέδριο ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης σημείωσε ότι η κυβέρνηση παρακολουθεί την πολιτική προμηθειών των τραπεζών, καθώς, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «δεν έχουμε κλειστά τα μάτια για τους πολίτες που εκνευρίζονται με ορισμένες υπερβολές».
Υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση, όχι μόνο έχει ενθαρρύνει τις τράπεζες να προχωρήσουν σε μείωση των προμηθειών, αλλά έχει προχωρήσει και σε νομοθετική παρέμβαση για τη μείωση κατά 50% των προμηθειών στις συναλλαγές χαμηλού ύψους. Επιπλέον, το 2025 θα επεκταθεί και θα γίνει υποχρεωτικό το σύστημα IRIS, που εξασφαλίζει μηδενικές προμήθειες για τους καταναλωτές και πολύ χαμηλές για τις επιχειρήσεις.
Πέρα από το θέμα των προμηθειών, όπως τόνισε ο κ. Χατζηδάκης, «μας απασχολεί ο ανταγωνισμός, έχουμε κάνει βήματα με τη δυνατότητα σε μη τραπεζικά ιδρύματα να χορηγούν στεγαστικά και κάποιας μορφής επιχειρηματικά δάνεια», όπως και το θέμα της ρευστότητας ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τη στεγαστική πίστη. Να σημειωθεί ότι στο θέμα IRIS αναφέρθηκε και ο διοικητής της ΤΤΕ, υπογραμμίζοντας ότι στόχος είναι «να γίνει το εθνικό σύστημα πληρωμών με χαμηλές προμήθειες».
Εχοντας αποκλείσει την έκτακτη φορολογία η κυβέρνηση ζητάει από τις τράπεζες παρεμβάσεις σε τρία επίπεδα:
1. Αύξηση των στεγαστικών δανείων και της χρηματοδότησης προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Στόχος να ενισχυθεί η ικανότητα των νοικοκυριών να βρουν στέγη με προσιτό κόστος, δηλαδή χαμηλά επιτόκια αλλά και χαμηλά έξοδα, όπως τα έξοδα εξέτασης αιτήματος (κυμαίνονται μεταξύ 400-450 ευρώ) ή τα έξοδα νομικού και τεχνικού ελέγχου (διαμορφώνονται επίσης κοντά στα 400 ευρώ). Οι περισσότερες τράπεζες εφάρμοσαν τους προηγούμενους μήνες ευνοϊκά τιμολόγια για τις παραπάνω κατηγορίες εξόδων, σε μια προσπάθεια να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον των υποψήφιων δανειοληπτών εν αναμονή του προγράμματος «Σπίτι μου 2» το οποίο αναμένεται να ενεργοποιηθεί τον Ιανουάριο. Να σημειωθεί ότι τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων ξεκινούν σήμερα από 2,9% για σταθερή διάρκεια 3 ετών και φθάνουν έως και 4,65% για μεγάλη σταθερή διάρκεια 30 ετών. Στο θέμα των μικρών επιχειρήσεων το πρόβλημα εντοπίζεται στα υψηλά επιτόκια εάν το δάνειο δεν χορηγείται μέσω προγράμματος εγγύησης και στις υψηλές εξασφαλίσεις, με την κυβέρνηση να ζητεί από τις τράπεζες να αναλάβουν μεγαλύτερο ρίσκο και να αυξήσουν τις χρηματοδοτήσεις τους.
2. Μείωση των προμηθειών στη βάση της προσφοράς ολοκληρωμένων πακέτων συναλλαγών, που θα επιτρέπουν στους συναλλασσομένους να κάνουν πληρωμές ή μεταφορές χρημάτων με χαμηλό κόστος. Οι τράπεζες διαθέτουν στην αγορά σχετικά πακέτα με κόστος που ξεκινάει από 0,60 ευρώ και φθάνει έως και τα 10 ευρώ για πακέτα που επιτρέπουν πολλές συναλλαγές και άλλες υπηρεσίες. Συγκεκριμένα, η Eurobank προσφέρει 4 πακέτα συναλλαγών «My Advantage» με κόστος από 0,60 ευρώ (για τους μισθοδοτούμενους και συνταξιοδοτούμενους από την τράπεζα το πακέτο είναι δωρεάν) έως και 10 ευρώ, ανάλογα με το είδος του πακέτου που θα επιλέξει κάποιος. Η Εθνική προσφέρει τον «Λογαριασμό Προνομίων» με κόστος 1 ευρώ τον μήνα. Η Alpha Bank προσφέρει τρία πακέτα συναλλαγών «myalpha Benefit» με κόστος από 2 έως 10 ευρώ, ενώ η Τράπεζα Πειραιώς με το πακέτο πληρωμών «εξόφλυση» δίνει τη δυνατότητα στον κάτοχο του λογαριασμού να πραγματοποιεί έως 50 πάγιες εντολές μέσω e-banking με ετήσιο κόστος 10 ευρώ.
3. Συγκράτηση των επιτοκίων στις καταθέσεις, που ούτως ή άλλως παραμένουν με διαφορά από τα χαμηλότερα στην Ευρωζώνη. Το μέσο επιτόκιο για προθεσμιακή κατάθεση σήμερα στις ελληνικές τράπεζες διαμορφώνεται κατά μέσον όρο στο 1,86% έναντι 2,97% μέσου όρου στην Ευρωζώνη. Η κυβέρνηση ζητεί από τις τράπεζες να μη σπεύσουν να μειώσουν τα επιτόκια ακολουθώντας την πτωτική τάση του euribor, θεωρώντας ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ωφεληθεί μέχρι σήμερα από τα χαμηλά επιτόκια που εφάρμοσαν τα δύο τελευταία χρόνια, ενισχύοντας τα επιτοκιακά τους έσοδα και τα κέρδη τους.
Διαβάστε ακόμη:
- AKTOR: Μπόνους 1 εκατ. ευρώ για όσους εργάστηκαν στο έργο του Μετρό Θεσσαλονίκης
- Μυστικό ραντεβού στο Λονδίνο, στο περιθώριο του road show, δύο κορυφαίων επιχειρηματιών
- Βαγγέλης Μαρινάκης: Επιβεβαίωσε την πρόθεσή του να αγοράσει ομάδα της Βραζιλίας
- Τι κρύβεται πίσω από τη δήλωση του Κυρ. Μητσοτάκη ότι θα είναι υποψήφιος πρωθυπουργός το 2027