Στο επίκεντρο των οικονομικών εξελίξεων έχει πρόσφατα επανέλθει το ζήτημα του πληθωρισμού και οι επιπτώσεις του.
Όπως επισημαίνει σε σχετική ανάλυση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, το ζήτημα είναι υπαρκτό δεδομένου ότι στις ΗΠΑ ο ρυθμός πληθωρισμού ανήλθε τον Ιούλιο στο 6,3%, έναντι 1,2% στις αρχές του έτους και στο 0,4% τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι. Αντίστοιχα, στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός τον Αύγουστο διαμορφώθηκε στο 3% (2,1 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από τον Ιανουάριο του 2021), έναντι αποπληθωρισμού 0,2% τον Αύγουστο του 2020. Στο Ηνωμένο Βασίλειο επίσης τον Αύγουστο ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε κατά 3%, παρουσιάζοντας ‒όπως και στην Ευρωζώνη‒ άνοδο 2,1 ποσοστιαίων μονάδων έναντι των αρχών του έτους.
Οι πρόσφατες ανοδικές πιέσεις των τιμών αντανακλούν τις ασυνήθιστες εξελίξεις που σχετίζονται με την πανδημία και τις πρόσκαιρες ανισορροπίες μεταξύ προσφοράς-ζήτησης, σε μια περίοδο μάλιστα θετικών προσδοκιών για το επίπεδο της ζήτησης στο άμεσο μέλλον λόγω της αύξησης των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών και της διευκολυντικής πολιτικής κεντρικών τραπεζών και κυβερνήσεων.
Εκτός όμως από τις δυσλειτουργίες στην εφοδιαστική αλυσίδα, οι πρόσφατες πληθωριστικές πιέσεις οφείλονται σε μεγάλο βαθμό και στην αύξηση της τιμής των εμπορευμάτων και ειδικότερα της ενέργειας: η τιμή του αργού πετρελαίου έχει αυξηθεί 91% από τον περασμένο Νοέμβριο και 39% από τις αρχές του έτους, ενώ το φυσικό αέριο έχει ανατιμηθεί 64% αντίστοιχα, αυξάνοντας μεταξύ άλλων και το κόστος μεταφοράς, συσκευασίας αλλά και την τιμή διάθεσης των τελικών προϊόντων. Ανάλογες αυξήσεις τιμών παρατηρούνται και στα βιομηχανικά μέταλλα από τις αρχές του χρόνου, ενώ η κλιματική κρίση επηρεάζει τις σοδειές αυξάνοντας τις τιμές αρκετών αγροτροφίμων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του FAO, ο δείκτης τιμών τροφίμων σε ετήσια βάση κυμαίνεται πλέον στις 121,8 μονάδες (αύξηση 24,3% σε σχέση με το 2020), που αποτελεί την υψηλότερη τιμή από το 2012. 5 Σημαντικές ανατιμήσεις παρατηρούνται τέλος και σε μια σειρά από πρώτες ύλες (π.χ. νικέλιο, κοβάλτιο, λίθιο, χαλκός) που σχετίζονται με την παραγωγή πράσινων τελικών και ενδιάμεσων αγαθών.
Αν και οι παραπάνω παράγοντες έχουν συμβάλει στην αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων, σημαντικό ρόλο σε αυτήν έχουν και οι κερδοσκοπικές επιλογές εταιρειών διαχείρισης κεφαλαίων, ειδικά σε μια περίοδο χαμηλών πραγματικών επιτοκίων που πιέζει τις αποδόσεις και την κερδοφορία τους. Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση του πληθωρισμού στην Ελλάδα είναι μέχρι στιγμής συγκρατημένη, με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή να αυξάνεται σε ετήσια βάση τον Αύγουστο κατά 1,2%7 (έναντι -2,3% το αντίστοιχο περσινό διάστημα), που αποτελεί τη δεύτερη χαμηλότερη μεταξύ των 19 κρατών-μελών της Ευρωζώνης.
Μελετώντας τη συμβολή του κάθε κλάδου παραγωγής στη μεταβολή των τιμών στην Ελλάδα την περίοδο Ιανουάριος 2020-Ιούλιος 2021, το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι οι πληθωριστικές πιέσεις προέρχονται κυρίως από αυξήσεις στην τιμή της ενέργειας. Σε αντίθεση με το 2020, κατά το οποίο οι αυξήσεις στις τιμές αφορούσαν μόνο τα τρόφιμα, από τον Μάρτιο του 2021 καταγράφονται πληθωριστικές πιέσεις προερχόμενες από τον κλάδο της ενέργειας, οι οποίες ωθούν προς τα πάνω τον εθνικό ΔΤΚ.
Αν και η αποκατάσταση των ανισορροπιών προσφοράς-ζήτησης στις αλυσίδες προμηθειών και η πρόσφατη επιβράδυνση των ρυθμών μεγέθυνσης πιθανά να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό σε διεθνές επίπεδο,9υπάρχει ο κίνδυνος οι τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις να καταστούν πιο επίμονες. Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, και με δεδομένη την αβεβαιότητα για τον τερματισμό της πανδημίας, μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο θα εξανεμίσει την πολύ μικρή αύξηση του κατώτατου μισθού που αποφασίστηκε για το 2022, αλλά θα πλήξει οριζόντια και το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και την αγοραστική δύναμη εργαζομένων και νοικοκυριών.
Το πλήγμα αυτό αναμένεται να είναι μεγαλύτερο στον βαθμό που η άνοδος του πληθωρισμού σταθεί αφορμή για τη σύσφιξη της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, αποκόπτοντας έτσι σημαντικές πηγές ροών ρευστότητας που στηρίζουν σήμερα χρηματοπιστωτικά τον ιδιωτικό τομέα και το επίπεδο της εγχώριας δαπάνης. Σε αυτό το πλαίσιο, η αναπροσαρμογή των έμμεσων φόρων, ειδικά του ΦΠΑ, και ο αποτελεσματικός έλεγχος αθέμιτων πρακτικών αισχροκέρδειας στην αγορά θα μπορούσαν, μεταξύ άλλων, να συμβάλουν στην αποτροπή των πληθωριστικών πιέσεων και της υποβάθμισης του εισοδήματος και των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών