Το γ’ τρίμηνο 2023, το πραγματικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) στην Ελλάδα, ένα μέτρο της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας, παρέμεινε στάσιμο σε τριμηνιαία βάση, ωστόσο σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2022 κατέγραψε αύξηση 2,1%, υπεραποδίδοντας έναντι της Ευρωζώνης.

Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Eurobank, τα στοιχεία του δ’ τριμήνου 2023, μαζί με την πρώτη εκτίμηση των εθνικών λογαριασμών για το σύνολο του έτους, είναι προγραμματισμένο να δημοσιευτούν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) στις 7 Μαρτίου 2024. Όπως έχουμε αναφέρει στο παρελθόν, για να επιβεβαιωθεί η εκτίμηση του κρατικού προϋπολογισμού 2024, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ) για ρυθμό ανάπτυξης 2,4% το 2023, η ελληνική οικονομία θα πρέπει να σημειώσει σχετικά υψηλό ρυθμό μεγέθυνσης σε τριμηνιαία βάση το δ’ τρίμηνο 2023.

Σε ό,τι αφορά το δ’ τρίμηνο 2023, η εικόνα σε έναν βαθμό είναι θετική, καθότι η βιομηχανική παραγωγή, ο βαθμός χρησιμοποίησης εργοστασιακού δυναμικού στη βιομηχανία και η συνολική απασχόληση κινήθηκαν ανοδικά στο εν λόγω χρονικό διάστημα. Επιπλέον, ο δείκτης PMI μεταποίησης, ένας δείκτης που όταν βρίσκεται άνω (κάτω) των 50 μονάδων υποδεικνύει βελτίωση (χειροτέρευση) των λειτουργικών συνθηκών στη μεταποίηση, διαμορφώθηκε στις 51,0 μονάδες το δ’ τρίμηνο 2023, από 47,9 μονάδες το δ’ τρίμηνο 2022.

Αντίθετη εικόνα παρουσίασαν οι πωλήσεις στο λιανικό εμπόριο το δίμηνο Οκτ-Νοε-23, ενώ οι δείκτες οικονομικού κλίματος και καταναλωτικής εμπιστοσύνης σημείωσαν χειροτέρευση σε τριμηνιαία βάση το δ’ τρίμηνο 2023. Παρά ταύτα, σε ετήσια βάση, ήταν και οι δύο βελτιωμένοι. Τέλος, οι εξαγωγές και οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κινήθηκαν καθοδικά το δίμηνο Οκτ-Νοε-23. Η μείωση των εισαγωγών υπερέβη την αντίστοιχη των εξαγωγών, συντελώντας στη συρρίκνωση του ελλείμματος του εξωτερικού ισοζυγίου σε τρέχουσες τιμές. Το εν λόγω αποτέλεσμα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη μείωση των τιμών ενέργειας, εξέλιξη που επέδρασε θετικά στο ισοζύγιο των καυσίμων.

Παραγωγή στη βιομηχανία και τη μεταποίηση

Παρά τις πιέσεις στο κόστος παραγωγής και την αβεβαιότητα που συνδέεται με τις γεωπολιτικές εντάσεις στην Ανατολική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, η παραγωγή στη βιομηχανία ανέκαμψε το δίμηνο Οκτ- Νοε-23. Εστιάζοντας στη μεταποίηση, δηλαδή στον τομέα με μακράν τη μεγαλύτερη συνεισφορά στη βιομηχανία, παρατηρούμε ενίσχυση της παραγωγής κατά 5,9% σε ετήσια βάση, από μόλις 0,7% το γ’ τρίμηνο 2023.

Στον κλάδο των τροφίμων (μαζί με τα ποτά και τον καπνό έχουν τη μεγαλύτερη συμμετοχή στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία που παράγεται στη μεταποίηση, 33,0% το 2022) καταγράφηκε ετήσια αύξηση της τάξης του 5,2%, από 1,4% το γ’ τρίμηνο 2023. Τα εν λόγω θετικά στοιχεία είναι πιθανόν να αντανακλούν την ανάκαμψη της μεταποιητικής παραγωγής τροφίμων από τις επιπτώσεις της κακοκαιρίας «Daniel» στη Θεσσαλία. Στην περίπτωση που δεν σημειωθεί μια έντονα αρνητική έκπληξη στην παρατήρηση του Δεκ-23, ο κλάδος της μεταποίησης, ένας εξωστρεφής και δυναμικός τομέας της οικονομίας, ένας τομέας που μπορεί να εξελιχθεί σε έναν από τους βασικούς πυλώνες για την επιθυμητή αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος, αναμένεται να έχει θετική συνεισφορά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης του δ’ τριμήνου 2023.

Βαθμός χρησιμοποίησης εργοστασιακού δυναμικού στη βιομηχανία

Ο βαθμός χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού στη βιομηχανία, ένα μέτρο του βαθμού εκμετάλλευσης του παραγωγικού συντελεστή του φυσικού κεφαλαίου, διαμορφώθηκε στο 76,3% το δ’ τρίμηνο 2023, ενισχυμένος σε σύγκριση με το γ’ τρίμηνο 2023 (75,2%) και ελαφρά υψηλότερος σε σχέση με το δ’ τρίμηνο 2022 (76,0%). Σε ό,τι αφορά τον παραγωγικό συντελεστή της εργασίας, η ετήσια αύξηση του αριθμού των απασχολούμενων ατόμων διαμορφώθηκε στο 1,8% το δίμηνο ΟκτΝοε- 23, από 0,9% το γ’ τρίμηνο 2023. Λόγω του δημογραφικού προβλήματος και των επιπτώσεών του στο εργατικό δυναμικό, καθοριστικός παράγοντας για τη μεσομακροπρόθεσμη αύξηση του παραγόμενου προϊόντος της οικονομίας είναι η πορεία που θα ακολουθήσει η παραγωγικότητα της εργασίας.

Πωλήσεις σε σταθερές τιμές στο λιανεμπόριο

Η μείωση του όγκου των πωλήσεων στο λιανεμπόριο, μια μεταβλητή που έχει ισχυρή θετική συσχέτιση με την ιδιωτική κατανάλωση, συνεχίστηκε το δίμηνο Οκτ-Νοε-23. Αναλυτικά, ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου κατέγραψε ετήσια μεταβολή της τάξης του -4,9%, από -3,5% το γ’ τρίμηνο 2023. Στις επί μέρους κατηγορίες καταστημάτων, η υψηλότερη ετήσια πτώση του όγκου των πωλήσεων καταγράφηκε στα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων με -5,0% και ακολούθησαν: έπιπλα-ηλεκτρικά είδη-οικιακός εξοπλισμός (-2,8%), βιβλία-χαρτικά-λοιπά είδη (-2,5%), μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets, -2,4%), φαρμακευτικά-καλλυντικά (-1,5%) και ένδυση-υπόδηση (-0,7%).

Αντιθέτως, στις κατηγορίες των τροφίμων-ποτών-καπνού και των πολυκαταστημάτων σημειώθηκε αύξηση κατά 0,9% και 1,1% αντίστοιχα. Στην περίπτωση που η εν λόγω καθοδική τροχιά συνεχίστηκε τον Δεκ-23, τότε είναι πολύ πιθανόν αυτά τα αποτελέσματα να αποτυπωθούν και στους εθνικούς λογαριασμούς, επηρεάζοντας αρνητικά το ΑΕΠ μέσω της συνιστώσας της ιδιωτικής κατανάλωσης. Η υψηλή σωρευτική αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών των αγαθών τα τελευταία 2 χρόνια αποτελεί έναν καίριο παράγοντα για τη μείωση του όγκου των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο. Σύμφωνα με τους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων της ΕΛΣΤΑΤ, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών (households gross disposable income) στο 9μηνο Ιαν-Σεπ-23 ήταν αυξημένο κατά 14,6% σε σύγκριση με το 9μηνο Ιαν-Σεπ-21, ενώ την ίδια περίοδο η ενίσχυση του Εθνικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στα αγαθά ήταν μεγαλύτερη στο 17,6%. Στις υπηρεσίες, η αύξηση του επιπέδου των τιμών ήταν ηπιότερη στο 8,7%, στοιχείο που δύναται να εξηγεί την ανθεκτικότητα που παρουσιάζει η καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών για υπηρεσίες.

Ταξιδιωτικές εισπράξεις και συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών

Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις συνέχισαν να κινούνται ανοδικά σε ετήσια βάση το δίμηνο Οκτ-Νοε-23, στηρίζοντας σε έναν βαθμό τη ζήτηση για εγχώρια αγαθά και υπηρεσίες και την απασχόληση. Τα εν λόγω στοιχεία δεν είναι εποχικά διορθωμένα, ως εκ τούτου, λόγω της έντονης εποχικότητας της συγκεκριμένης χρονολογικής σειράς παρουσιάζουμε μόνο τις ετήσιες μεταβολές.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), τα τουριστικά έσοδα το δίμηνο Οκτ-Νοε-23 διαμορφώθηκαν στα €2,1 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές, παρουσιάζοντας αύξηση 11,8% (+17,8% σε σύγκριση με τα αντίστοιχα προ πανδημίας επίπεδα). Παράλληλα, η εισερχόμενη τουριστική κίνηση ανήλθε στους 4.179,2 χιλ. ταξιδιώτες, από 3.568,7 χιλ. το δίμηνο Οκτ-Νοε-22 (+17,1%).

Από τις 6 συγκεντρωτικές κατηγορίες εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών που παρουσιάζει η ΤτΕ, μόνο οι τουριστικές εισπράξεις και οι εξαγωγές πλοίων ενισχύθηκαν το δίμηνο Οκτ-Νοε-23. Στις υπόλοιπες κατηγορίες σημειώθηκε πτώση, με αποτέλεσμα η αξία των συνολικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών να μειωθεί στα €15,5 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές, από €16,8 δισεκ. το δίμηνο Οκτ-Νοε-22 (- 7,7%, -6,0% εξαιρουμένων των πλοίων και των καυσίμων).

Στο πεδίο των εισαγωγών η μείωση ήταν ακόμα μεγαλύτερη (-15,8%, -4,2% εξαιρουμένων των πλοίων και των καυσίμων) οδηγώντας σε συρρίκνωση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών κατά -39,0% ή -€2,3 δισεκ. Το εν λόγω αποτέλεσμα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη μείωση των τιμών ενέργειας, εξέλιξη που επέδρασε θετικά στο ισοζύγιο των καυσίμων. Εξαιρώντας τα καύσιμα και τα πλοία, η προαναφερθείσα βελτίωση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών μετατρέπεται σε επιδείνωση κατά 6,5% το δίμηνο Οκτ-Νοε-23.

Εν κατακλείδι, η ενίσχυση της βιομηχανικής παραγωγής, του βαθμού χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού στη βιομηχανία και της απασχόλησης, η παραμονή του δείκτη PMI μεταποίησης σε ένα επίπεδο άνω των 50 μονάδων -υποδεικνύοντας βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών- και η περαιτέρω αύξηση των τουριστικών εσόδων, αποτελούν θετικές ενδείξεις για την επίδοση της οικονομίας το δ’ τρίμηνο 2023.

Παρά ταύτα, υπάρχουν και αρνητικά αποτελέσματα όπως η μείωση του όγκου των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο -αποτέλεσμα που επηρεάζει αρνητικά την ιδιωτική κατανάλωση- και η χειροτέρευση του οικονομικού κλίματος και του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για την Ελλάδα, ο πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης για το 2023 και το 2024 εκτιμάται στο 2,3% και 2,1% αντίστοιχα. Εντούτοις, στη συνέχεια προβλέπεται σημαντική επιβράδυνση, με την εκτιμώμενη μέση ετήσια μεγέθυνση την 6ετία 2023-2028 να διαμορφώνεται στο 1,6% έναντι 2,2% σύμφωνα με τη μέση εκτίμηση της αγοράς.

Οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ αναδεικνύουν δύο σημαντικούς παράγοντες για τη μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή πορεία της Ελλάδας, πρώτον, τις αρνητικές επιδράσεις του δημογραφικού προβλήματος στον παραγωγικό συντελεστή της εργασίας (π.χ. σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της απασχόλησης), και δεύτερον, την αντίδραση της οικονομίας όταν ολοκληρωθούν οι δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Όσο πιο παραγωγικές είναι αυτές οι δαπάνες, όσο πιο αποτελεσματική είναι η εισαγωγή και η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων σε όλα τα πεδία της οικονομίας, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να βελτιωθεί η μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή πορεία της χώρας.

Διαβάστε ακόμη: