Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της εγχώριας αλλά και της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας θα βρεθεί εκ νέου την επόμενη εβδομάδα το εγχώριο πιστωτικό σύστημα, καθώς την Δευτέρα ανοίγει ο χορός των ανακοινώσεων των οικονομικών αποτελεσμάτων για το δεύτερο τρίμηνο του 2023 από τις τέσσερεις συστημικές τράπεζες.

Την αρχή κάνουν την Δευτέρα 31 Ιουλίου η Τράπεζα Πειραιώς και η Eurobank, ενώ ακολουθούν την Τρίτη 1η Αυγούστου η Εθνική Τράπεζα και στις 9 Αυγούστου η Alpha Bank.

Τραπεζικοί αναλυτές μιλώντας στο Radar τονίζουν χαρακτηριστικά ότι «τα οικονομικά αποτελέσματα του β΄ τριμήνου αναμένεται να αποτελέσουν μία ακόμη θετική έκπληξη από τις τέσσερεις μεγάλες ελληνικές τράπεζες, με τις εκτιμήσεις τους να κάνουν λόγο για αύξηση κερδών της τάξεως του 20% σε σχέση με το α΄ τρίμηνο 2023».

Σημειώνεται ότι στο α΄ τρίμηνο η Εθνική Τράπεζα είχε παρουσιάσει καθαρά κέρδη μετά από φόρους 246 εκατ. ευρώ, η Eurobank συνολικά καθαρά κέρδη 237 εκατ. ευρώ, η Τράπεζα Πειραιώς εξομαλυμένα καθαρά κέρδη 159 εκατ. ευρώ, και η Alpha Bank προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη μετά από φόρους 162 εκατ. ευρώ.

 

Οι παράγοντες της κερδοφορίας

Όπως αναφέρουν τραπεζικοί αναλυτές στο Radar , η περαιτέρω βελτίωση στα οικονομικά αποτελέσματα β΄ τριμήνου οφείλεται σε τρεις κυρίως παράγοντες:

α) τη συνεχιζόμενη αύξηση των εσόδων από τα αυξημένα επιτόκια,

β) τον περιορισμό του λειτουργικού κόστους και, φυσικά,

γ) τη δραστική μείωση των κόκκινων δανείων και αποφυγή μέχρι στιγμής νέου κύματος.

Βασικός παράγοντας για την επίτευξη υψηλής κερδοφορίας από τις τράπεζες παραμένει και στο δεύτερο τρίμηνο η άνοδος των επιτοκίων, γεγονός που αποτυπώθηκε και στα αποτελέσματα α΄ τριμήνου.

Η απότομη και ακραία αύξηση επιτοκίων που έχει συντελεστεί μέσα σε έναν χρόνο (4% από τον περσινό Ιούλιο, αγγίζοντας «υψηλό» 22 ετών) πολλαπλασίασε την οργανική κερδοφορία των τραπεζών, με σημαντική τη συμβολή των εσόδων από τόκους.

Η τάση αυτή φάνηκε τόσο στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 όσο και στο α΄ τρίμηνο φέτος και αναμένεται να είναι ακόμη πιο εδραιωμένη στο β΄ τρίμηνο, με τα καθαρά έσοδα τόκων να φτάνουν σε νέα υψηλά.

Σημειώνεται ότι στις 31 Μαρτίου η Τράπεζα Πειραιώς παρουσίασε καθαρά έσοδα από τόκους 447 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 4% σε τριμηνιαία βάση και κατά 56% σε ετήσια, η Alpha Bank αύξησε το καθαρό έσοδο τόκων αυξήθηκε 6,4% σε τριμηνιαία βάση σε 423,6 εκατ. ευρώ και 51% σε σχέση με πέρυσι, η Eurobank πέτυχε αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους κατά 55,6% έναντι του α΄ τριμήνου 2022, στα 503 εκατ. ευρώ, και η Εθνική Τράπεζα παρουσίασε καθαρά έσοδα από τόκους 474 εκατ. το α΄ τρίμηνο 2023, αυξημένα κατά 18% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.

Οι τραπεζίτες εκτιμούν, πάντως, ότι ο ανοδικός κύκλος των επιτοκίων βρίσκεται σχεδόν προς το τέλος του δρόμου, καθώς βλέπουν χώρο για περαιτέρω άνοδο το πολύ μέχρι μισή ποσοστιαία μονάδα.

Διπλός ρόλος των αυξημένων επιτοκίων

Ωστόσο, και παρά το γεγονός ότι η άνοδος των επιτοκίων συνεχίζει να ευνοεί τα επιτοκιακά έσοδα, καθώς περνάει με μεγαλύτερη ταχύτητα και μέγεθος στα επιτόκια των δανείων παρά σε αυτά των καταθέσεων, οι αναλυτές σημειώνουν δύο συνθήκες που συγκρατούν τα οφέλη για τις τράπεζες από τις αυξήσεις επιτοκίων στα δάνεια:

Η πρώτη αφορά στα στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, στα οποία οι τράπεζες έχουν «παγώσει» τις αυξήσεις στα επίπεδα (και λίγο χαμηλότερα) του Μαρτίου 2023, και η δεύτερη στα επιχειρηματικά δάνεια, όπου το όφελος από την άνοδο των επιτοκίων αντισταθμίζεται ή και εξαλείφεται από τις εκτεταμένες πρόωρες αποπληρωμές δανείων από επιχειρήσεις που διαθέτουν ρευστότητα, αλλά και από την στροφή μεγάλων επιχειρήσεων σε ομολογιακές εκδόσεις αντί τραπεζικού δανεισμού.

Αναλόγως της πιστοληπτικής τους ικανότητας, οι επιχειρήσεις που προβαίνουν σε ομολογιακές εκδόσεις μπορούν να μειώσουν σημαντικά το κόστος για την άντληση κεφαλαίων (ενδεικτικά, η ομολογιακή έκδοση της «Μυτιληναίος» έγινε με επιτόκιο 4,25% τη στιγμή που ο δανεισμός της εταιρείας μέσω τραπεζικού συστήματος θα γινόταν με επιτόκιο 5,50%).

Στον αντίποδα των εσόδων από την «έκρηξη» των επιτοκίων, οι αναλυτές σημειώνουν και για το β΄ τρίμηνο την αρνητική πιστωτική επέκταση (οι νέες εκταμιεύσεις υπολείπονται των αποπληρωμών δανείων).

Προβληματισμός και επαγρύπνηση για τα κόκκινα δάνεια

Από την άλλη πλευρά, η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων που όμοιά της δεν έχουν δει οι αγορές τα τελευταία 40 χρόνια δεν φαίνεται να ανησυχεί, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, τα επιτελεία των τραπεζών, για ένα πιθανό νέο κύμα κόκκινων δανείων.

Όλα τα μέχρι σήμερα στοιχεία δείχνουν μια ελεγχόμενη, λελογισμένη και μικρής έκταση νέα έκθεση μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ωστόσο, στα τραπεζικά επιτελεία, επειδή κανείς δεν μπορεί ούτε να προβλέψει τη σωρευτική επίπτωση επί μακρόν ούτε και τις προθέσεις της ΕΚΤ, υπάρχει επαγρύπνηση για τις επιπτώσεις από την άνοδο του κόστους στα δάνεια, όσο κι αν δεν έχουν σήμερα προκαλέσει κραδασμούς στο σύστημα.

Άλλωστε, είναι γνωστό ότι η επίπτωση μιας αύξησης, και δη σωρευτικής, λειτουργεί με χρονική υστέρηση.

Από την πλευρά του, πάντως, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, εκτιμά ότι η τελευταία αύξηση των επιτοκίων την περασμένη Πέμπτη ίσως είναι αρκετή.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι διοικήσεις των τραπεζών, που για προφανείς λόγους φοβούνται τη συνέχιση μιας τόσο σφικτής πολιτικής επί μακρόν.

Από την πλευρά της η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κ. Λαγκάρντ, ερωτώμενη την περασμένη Πέμπτη αν η ΕΚΤ θα αυξήσει, θα κάνει παύση ή θα μειώσει τα επιτόκια τον Σεπτέμβριο, υπογράμμισε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο διατηρεί ανοιχτό μυαλό για κάθε συνεδρίαση και θα λαμβάνει τις αποφάσεις με βάση τα εισερχόμενα στοιχεία.

Ξεκαθάρισε, ωστόσο, ότι αποκλείει μείωση επιτοκίων, λέγοντας ότι τον Σεπτέμβριο η ΕΚΤ είτε θα αυξήσει τα επιτόκια είτε θα κάνει παύση.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα λαμβάνει τις αποφάσεις με βάση τα στοιχεία που έχει για την πρόβλεψη του πληθωρισμού, τη δυναμική του πληθωρισμού και τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής.

Μέχρι τον Σεπτέμβριο, δήλωσε, θα έχουμε μία καλύτερη εικόνα για τα παραπάνω, έτσι ώστε «να σπάσουμε τη ραχοκοκκαλιά» του πληθωρισμού.

Διαβάστε ακόμη: