Την επόμενη κίνηση αναμένουν από την Αθήνα πλέον οι αγορές, μετά και την ηχηρή αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας τη Μ. Παρασκευή από την Standard and Poor’s που φέρνει τη χώρα μας μια ανάσα πριν την επενδυτική βαθμίδα, στην κατάταξη του αμερικανικού Οίκου αξιολόγησης (σε BB+ από ΒΒ).
Μετά την εξέλιξη αυτή, θέμα ημερών -ή και ωρών ακόμα- θεωρούν παράγοντες με γνώση της αγοράς, την έκδοση νέου ελληνικού ομολόγου. Τα νέα δεδομένα επιτρέπουν στην Κυβέρνηση να κάνει σχέδια και για έκδοση 5ετούς ή 7ετούς ομολόγου ενδεχομένως, ύψους προκειμένου να ενισχύσει τα ταμειακά διαθέσιμα και να καλύψει ανάγκες για έκτακτα μέτρα στήριξης, έως και 3 δισ. ευρώ –εφόσον ευνοήσουν βεβαίως και οι διεθνείς συνθήκες.
Το σημαντικότερο όλων για το παρόν και το μέλλον πάντως, πέραν από καθαυτό το γεγονός της αναβάθμισης της χώρας, είναι το μήνυμα εμπιστοσύνης που η S&P εκπέμπει για την χώρα υπό την παρούσα διακυβέρνηση. Παρότι δεν είθισται να γίνονται αναβαθμίσεις εν καιρώ πολέμου όπου τα πάντα αλλάζουν ή καταρρέουν, η ανακοίνωση της αναβάθμισης τονίζει ότι « αντανακλά την προσδοκία μας ότι τα δημοσιονομικά αποθέματα ασφαλείας και η αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα της πολιτικής της Ελλάδας, θα επιτρέψουν στη χώρα να απορροφήσει τον έμμεσο αντίκτυπο του πολέμου στην Ουκρανία στην οικονομία και τα δημόσια οικονομικά της».
Συγκεκριμένα, στο μήνυμα που στέλνει στους επενδυτές, η S&P’s υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής βασικά σημεία:
-«Η αναβάθμιση αντανακλά την προσδοκία μας για συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής της Ελλάδας, ενώ οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία φαίνονται διαχειρίσιμες υπό το φως των σημαντικών αποθεμάτων ασφαλείας, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα».
– Από το 2020, η αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης και τα μέτρα οικονομικής ανθεκτικότητας της Ελλάδος» έχουν βρει υποστήριξη μέσω των μέτρων νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής (..) Η υποστηρικτική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) διευκόλυνε την πρόσβαση στην αγορά για κρατικό δανεισμό με σχετικά χαμηλό κόστος (…) Πρόσφατα, πριν τον τερματισμό του PEPP τον Μάρτιο του 2022, η ΕΚΤ διευκρίνισε ότι θα μπορούσε να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά κρατικά ομόλογα…
– «Ταυτόχρονα σημειώνεται σημαντική βελτίωση στην ποιότητα του ενεργητικού των συστημικών τραπεζών, καθώς το μερίδιο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) στα συνολικά δάνεια του τραπεζικού τομέα μειώθηκε απότομα στο 12,8% το 2021, από 31% το 2020, πλέον αναμένεται κάτω του 8% έως το τέλος του 2022».
Αυτό, μαζί με τις χαμηλές απαιτήσεις αναχρηματοδότησης, θα βοηθήσει στην «ανοσία» των δημόσιων οικονομικών έναντι της αύξησης των παγκόσμιων επιτοκίων …
Και οι συντάκτες της εκθέσεως για την Ελλάδα καταλήγουν: «προβλέπουμε ότι οι δείκτες ακαθάριστου και καθαρού χρέους της Ελλάδας ως προς το ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης, θα συνεχίσουν να έχουν πτωτική τάση κατά την περίοδο 2022-2025, υποβοηθούμενοι από την ανάκαμψη και αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ και τη δημοσιονομική εξυγίανση».