Η ροή των χρημάτων ανά τον πλανήτη αυξάνεται, μεταβάλλεται και πολλές φορές είναι σχεδόν αδύνατο να ανιχνευθεί.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας, περίπου $630 δισεκατομμύρια εμβασμάτων απεστάλησαν σε αναπτυσσόμενες οικονομίες το 2022, αγγίζοντας παρόμοιο ποσό με τις ξένες επενδύσεις στις χώρες αυτές.

Το ποσό αυτό αποτελεί αύξηση του 5% λόγω της ανάκαμψης από την πανδημία και της αποστολής μετρητών από οικονομικούς μετανάστες στις οικογένειές τους.

Τα τελευταία χρόνια, οι ψηφιακοί τρόποι συναλλαγών έχουν βελτιώσει τη διαφάνεια των διεθνών ροών χρημάτων.

Η υπηρεσία ψηφιακών πληρωμών TerraPay η οποία έχει δημιουργήσει τα συστήματα τα οποία χρησιμοποιούν οι MoneyGram, Western Union και Visa, καλύπτει χιλιάδες «διαδρόμους» ρευστού σε πάνω από 200 διαφορετικές χώρες. 

Σύμφωνα με το Bloomberg, τα στοιχεία της εταιρείας υποδεικνύουν πως η Ινδία αποτελεί τη μεγαλύτερη αποδέκτη χρημάτων από το εξωτερικό.

Όπως φαίνεται και στον σχετικό πίνακα, τα περισσότερα χρήματα προέρχονται από το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία, την Αυστραλία και τις ΗΠΑ.

Οι εκτιμήσεις της TerraPay συμπλέουν με τα αποτελέσματα των ερευνών της Παγκόσμιας Τράπεζας αλλά και του ΟΗΕ, βάσει των οποίων η διασπορά των Ινδών σε παγκόσμιο επίπεδο κυμαίνεται στους 18 εκατομμύρια ομογενείς.

Το 2022, η Ινδία κατέγραψε ετήσια αύξηση της τάξης του 12%, επιτυγχάνοντας υψηλό ρεκόρ $100 δισεκατομμυρίων σε εμβάσματα. Οι λόγοι για την αύξηση αυτή οφείλονται, ως επί το πλείστον, στην πανδημία και την ανάκαμψη από αυτή.
Στις χώρες του Περσικού Κόλπου, για παράδειγμα, όπου απασχολούνται πληθώρα απόδημων εργαζομένων, οι εμβολιασμοί και η άρση της απαγόρευσης των μετακινήσεων σηματοδότησαν την επιστροφή στην εργασία για τους περισσότερους εξ αυτών. Τα αυξημένα κέρδη των χωρών αυτών από την εξαγωγή πετρελαίου αύξησαν, επίσης, τα ποσά των εμβασμάτων των εργαζομένων αυτών.

Οι Ινδοί ομογενείς οι οποίοι διαμένουν στις ΗΠΑ, τη Βρετανία και την Αυστραλία φαίνεται πως αποστέλλουν περισσότερα χρήματα στη χώρα καταγωγής τους, υποστηριζόμενοι από τα κυβερνητικά προγράμματα στήριξης των οικονομιών των χωρών αυτών. Οι Ινδοί ομογενείς ενδέχεται να έχουν εκμεταλλευτεί και την πτώση της ισοτιμίας της ινδικής ρουπίας έναντι του αμερικανικού δολαρίου, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα.

Οι Φιλιππίνες βρίσκονται κι αυτές στο Top10 των χωρών που δέχθηκαν περισσότερα εμβάσματα, σύμφωνα με τα στοιχεία της TerraPay. Οι κύριοι λόγοι για την τάση αυτή είναι το μεγάλο ποσοστό ομογενών το οποίο μένει και εργάζεται στις ΗΠΑ αλλά και η διευρυμένη χρήση των ψηφιακών πληρωμών. Το 2019, για παράδειγμα, πάνω από το 70% του πληθυσμού στις Φιλιππίνες δεν είχαν τραπεζικό λογαριασμό, κάτι το οποίο οδήγησε σε μαζική χρήση των ψηφιακών πορτοφολιών τα οποία γρήγορα μετατράπηκαν στον αγαπημένο τρόπο πληρωμών.

Σύμφωνα με τον CEO της TerraPay, Αμπάρ Σουρ, «η επέκταση της πρόσβασης στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες αποτελεί τον κύριο λόγο για την αύξηση των ποσών αυτών. Ο κύριος ανταγωνιστής μας, στην πραγματικότητα, είναι τα μετρητά».

Η παγκόσμια ανάπτυξη των ψηφιακών πληρωμών έχει, παράλληλα, αυξήσει και τον ανταγωνισμό μεταξύ των διαφορετικών υπηρεσιών οι οποίες προσφέρουν εμβάσματα.

Η αλλαγή ρότας αυτή, σύμφωνα με την οικονομολόγο της Παγκόσμιας Τράπεζας, Λεόρα Κλάπερ, «έχει διευκολύνει τη φθηνότερη και αποτελεσματικότερη μεταφορά εμβασμάτων σε διεθνές επίπεδο από οικονομικούς μετανάστες. Οι εργαζόμενοι αυτοί μπορούν να αποστέλλουν χρήματα μέσω των εφαρμογών αυτών χωρίς να εμπλέκονται στις υπηρεσίες του παραδοσιακού τραπεζικού συστήματος και χωρίς να χρειάζεται να πάνε σε κάποια τράπεζα ή σε κατάστημα εταιρειών συναλλαγών όπως η Western Union».

Η Κλάπερ υπογράμμισε, επίσης, πως η νέα αυτή τάση έχει σημαντικές επιπτώσεις και στην καθημερινότητα των φτωχότερων στρωμάτων της κοινωνίας, αφού επηρεάζεται η ικανότητα αγοράς βασικών αγαθών και η πρόσβασή τους στην υγεία, την εκπαίδευση και την στέγαση.

Σημειωτέον πως η TerraPay έχει αναστείλει τις υπηρεσίες της στη Ρωσία από το 2022 λόγω του πολέμου στην Ουκρανία ενώ έχει μόλις ξεκινήσει τη δραστηριοποίησή της στις οικονομίες της Λατινικής Αμερικής και της Κίνας. Γι αυτόν το λόγο, τα δεδομένα των χωρών αυτών δε θεωρούνται, ακόμα, ακριβή και δεν συμπεριελήφθησαν στην έρευνα.

Διαβάστε περισσότερα