Τo υψηλό κόστος στέγασης απασχολεί όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση όπως και τη χώρα μας. Επισήμανση για το αυξημένο κόστος στέγασης στην Ελλάδα έχει κάνει τόσο το ΔΝΤ, όσο και η Eurostat το 2019, όπου η Ελλάδα διατηρούσε την πρωτοκαθεδρία στην Ευρώπη όσον αφορά το κόστος στέγασης για ενοικιαστές, όπου το 62,1% δαπανούσαν άνω του 50% του διαθέσιμου εισοδήματος τους. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Πορτογαλία, Γερμανία ,Γαλλία, ήταν 14,5%, 10%, 8,6% και στη Κύπρος μόλις 4,4%.
Τα «αντανακλαστικά» της πολιτείας καθυστέρησαν σε σχέση με άλλες χώρες όπως τη Γερμανία, την Ισπανία, τη Πορτογαλία και τη Κύπρο που εφαρμόζουν από το 2018-2019 μέτρα και πολιτικές με στόχο να αναχαιτίσουν την ραγδαία αύξηση του κόστος στέγασης, αλλά δεν παύει, ακόμη και τη δεδομένη χρονική στιγμή το γεγονός ότι η Κυβέρνηση αναμένουμε να εκπονήσει ολοκληρωμένο σχέδιο «πολιτικής στέγασης» όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, να αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την κατάρτιση στεγαστικής πολιτικής στη χώρα μας.
Τα μέτρα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας από κυβερνητικούς αξιωματούχους βρίσκονται προς τη σωστή κατεύθυνση αν προστεθούν και τα όσα αναφέρονται στο υπό κατάθεση νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας όπου προβλέπει την επανεκκίνηση της «παγωμένης» στεγαστικής πολιτικής μέσω ευνοϊκών προϋποθέσεων σε ευάλωτα οικονομικά νοικοκυριά και νέα ζευγάρια για την απόκτηση στέγης.
Θα πρέπει να κατανοήσουμε όμως ,ότι όλα τα μέτρα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας απαιτούν χρόνο για την υλοποίησή τους και θα αφορούν ως επί το πλείστον όσους λαμβάνουν το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα. Χρόνος που τη δεδομένη χρονική στιγμή δεν υπάρχει και παράλληλα δεν θεωρούμε ότι άμεσα θα αποτελέσουν «ανάχωμα» στη ραγδαία αύξηση του κόστους στέγασης και δεν αποτελούν έκτακτα μέτρα όπως απαιτούν οι έκτακτες καταστάσεις.
Μη ξεχνάμε ότι, το προσαυξημένο κόστος στέγασης δεν αφορά πλέον αποκλειστικά τα κατώτερα οικονομικά στρώματα, που βρίσκονται κοντά στον κίνδυνο φτώχειας (το 28,9% του πληθυσμού σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ), πλήττει και άτομα των οποίων τα εισοδήματα είναι, αφενός, υψηλότερα για να δικαιούνται κοινωνική κατοικία, αφετέρου, όμως, πολύ χαμηλά για να μπορούν να στεγαστούν υπό τις συνθήκες της ιδιωτικής αγοράς.
Μη ξεχνάμε ότι ο μέσος μηνιαίος μισθός στον ιδιωτικό τομέα έχει υποχωρήσει κατά 24,4% τη δεκαετία 2009-2019 σύμφωνα με το ΚΕΠΕ , ο πληθωρισμός καλπάζει, τη στιγμή που η ενεργειακή κρίση επιβαρύνει δραματικά το κόστος στέγασης.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι, η αύξηση των ενοικίων, επιφέρει αύξηση των εσόδων στο κρατικό προϋπολογισμό μέσω των φορολογικών συντελεστών.
Η πολιτεία θα μπορούσε να υιοθετήσει μέτρα λόγω των έκτακτων καταστάσεων έστω για ορισμένο χρονικό διάστημα μέσω κινήτρων:
– Να οικειοποιηθούμε τη στεγαστική πολιτική της Κυπριακής κυβέρνησης σε συνάρτηση της έκρηξης στην οικοδομική δραστηριότητα. Πολιτική που δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.
– Φορολογικά κίνητρα για μακροχρόνιες μισθώσεις άνω των 5 ετών με προοδευτική φορολογική απαλλαγή για τα εισοδήματα που λαμβάνονται από τον ιδιοκτήτη.
-Φορολογικά κίνητρα για τους ιδιοκτήτες των ακινήτων που θα ανανεώσουν εντός του 2022-2023 τη μισθωτική σύμβαση στον ίδιο εκμισθωτή χωρίς αύξηση του ενοικίου τη στιγμή που ο πληθωρισμός καλπάζει.
– Φορολογικές εκπτώσεις στους ιδιοκτήτες που μειώνουν τα ενοίκια τους, ένα μέτρο που μελετά ήδη η Ισπανία.