Νέο γύρο συναντήσεων με τις ελληνικές τράπεζες πραγματοποίησε, μεταξύ άλλων, ο διεθνής οίκος S&P σε κατ’ ιδίαν ραντεβού την περασμένη εβδομάδα — στοιχείο το οποίο δεν αποκλείει μια νέα αξιολόγηση για τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας. Άλλωστε, οι αξιολογητές δεν εκδίδουν κατ’ ανάγκη συνολική έκθεση μετά από κάθε επίσκεψη, ούτε υπάρχει συγκεκριμένη ημερομηνία κατά την οποία αποφαίνονται γι’ αυτές.
Υπενθυμίζεται πως ο οίκος έχει αξιολογήσει το 2025 την Eurobank και την Εθνική Τράπεζα σε investment grade, ενώ δεν αποκλείεται μια θετική αναθεώρηση και για άλλα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς οι συναντήσεις κρίθηκαν ιδιαίτερα θετικές.
Θετικά στοιχεία και προκλήσεις
Παράλληλα, οι συστημικοί κίνδυνοι του ελληνικού τραπεζικού τομέα έχουν υποχωρήσει, σηματοδοτώντας μια νέα φάση σταθερότητας και ανάπτυξης, σύμφωνα με την S&P. Το θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο έχει πλέον εναρμονιστεί με τα πρότυπα της Ευρωζώνης, χάρη στην προληπτική εποπτεία, τα μακροπροληπτικά μέτρα και την επιτυχημένη εξυγίανση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) μέσω του προγράμματος «Ηρακλής».
Ο οίκος βλέπει έναν τραπεζικό τομέα ανθεκτικό αλλά εκτεθειμένο σε ορισμένες προκλήσεις, θέτοντας ένα «ναι μεν αλλά» σε αρκετά από όσα αξιολογεί θετικά. Ο δείκτης NPEs έχει υποχωρήσει αισθητά στο μέσο κοινοτικό όρο χάρη στον Ηρακλή επιτρέποντας την πλήρη εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών.
Ωστόσο, η S&P επισημαίνει ότι παραμένουν ορισμένες δομικές αδυναμίες.
Οι καθυστερήσεις στη δικαστική επίλυση διαφορών επιβαρύνουν τη διαδικασία αναδιάρθρωσης και δυσχεραίνουν την επανένταξη των δανειοληπτών στην πιστωτική αγορά επομένως έχουν εξυγιανθεί οι ισολογισμοί των τραπεζών όμως το πρόβλημα των κόκκινων δανείων δεν έχει εξαφανιστεί.
Οι τράπεζες επιταχύνουν επίσης την απόσβεση των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων, ενισχύοντας τα ίδια κεφάλαια.
Ωστόσο, παραμένουν δομικές αδυναμίες: τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αν και έχουν μεταφερθεί σε διαχειριστές, εξακολουθούν να αποτελούν πρόβλημα, αποκλείοντας μερίδα πληθυσμού από τη χρηματοδότηση. Οι δικαστικές καθυστερήσεις επιβαρύνουν τη διαδικασία επίλυσης διαφορών και περιορίζουν την πιστωτική επέκταση. Παράλληλα, η εξάρτηση από ευρωπαϊκά επενδυτικά προγράμματα όπως το RRF ενέχει κινδύνους εάν υπάρξουν καθυστερήσεις στις εκταμιεύσεις ενώ αναζητείται και πως τα έσοδα από τα συγκεκριμένα δάνεια θα αντικατασταθούν όταν πάψουν να υπάρχουν. Παρ’ όλα αυτά, η σταδιακή ροή των κονδυλίων και ο επόμενος προϋπολογισμός της Ε.Ε. αναμένεται να στηρίξουν τη ρευστότητα και τη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Για τις Eurobank και Εθνική Τράπεζα, οι αξιολογήσεις ανέρχονται σε BBB-, επιβεβαιώνοντας το καθεστώς «investment grade». Για την Πειραιώς, η αξιολόγηση βρίσκεται στο BB+. Οι δραστηριότητες στο εξωτερικό και οι νέες εξαγορές έχουν τεθεί με τρόπο θετικό στο μικροσκόπιο του οίκου , ενώ τα πιστωτικά ιδρύματα αναμένουν οι επόμενες αξιολογήσεις να ενσωματώσουν στοιχεία από τα νέα δεδομένα τόσο ως πηγή εναλλακτικών εσόδων, ως κεφαλαιακή επίδραση και ως κερδοφορία. Αλλωστε αξιολογητές και επενδυτές θεωρούν δεδομένη τη βραχυπρόθεσμη κερδοφορία, με τη διατήρησή της να αποτελεί το βασικό ζητούμενο.