Πέρασε στα ψιλά λόγω και πολεμικής επικαιρότητας, αλλά όσα σημειώνει σε πρόσφατη επιστολή της προς τους αρμόδιους υπουργούς η Πανελλήνια Ένωση Συνδέσμων Εργοληπτών για τα δημόσια έργα (ΠΕΣΕΔΕ) είναι αν μη τι άλλο ανησυχητικά.

Οι εργολήπτες αναφέρουν ότι αυτό που ξεκίνησε ως πληθωριστικό κύμα λόγω της υγειονομικής κρίσης εξελίσσεται σήμερα σε «πολεμικό» και «κερδοσκοπικό» πληθωρισμό με φρενήρη αύξηση όλων των υλικών, εξαιτίας κυρίως των συνεχόμενων ανατιμήσεων στην ενέργεια.

Κατά την ΠΕΣΕΔΕ, η τιμή του οικοδομικού σιδήρου και της ασφάλτου έχει αυξηθεί κατά 100% και 200%, δηλαδή ο σκελετός ενός κτιρίου που κόστιζε πριν τις ανατιμήσεις 1 εκατ. ευρώ, κοστίζει σήμερα 1,5 εκατ. ευρώ.

Ούτε τα έργα οδοποιίας, «όπως και όλα τα άλλα έργα, με τις παρούσες τιμές είναι δυνατόν να υλοποιηθούν από τους αναδόχους» σημειώνει η ΠΕΣΕΔΕ.

Ως αποτέλεσμα, όπως αναφέρει η Ένωση, οι εργολήπτες δεν είναι σε θέση να ενσωματώσουν τις ανατιμήσεις αυτές στις προσφορές τους με αποτέλεσμα – εάν δεν υπάρξουν μέτρα- να βρίσκονται αντιμέτωποι με οικονομική ζημιά.

Γι’ αυτό ζητούν, μεταξύ άλλων, να παραταθούν για δώδεκα μήνες όλα τα χρονοδιαγράμματα, να υπάρξει δυνατότητα προσωρινής διακοπής των έργων και να αναπροσαρμοστούν οι προϋπολογισμοί των έργων.

Όπως αναφέρουν στελέχη των κατασκευαστικών εταιρειών ήδη έχουν ανασταλεί πολλά έργα σε περιφέρειες και δήμους κυρίως από εταιρείες 6ης τάξης και κάτω ωστόσο σοβαρές πιέσεις δέχονται και οι μεγάλοι εργολάβοι.

Σύμφωνα με τις τεχνικές εταιρείες λίγες μέρες μετά την κήρυξη του πολέμου, παρατηρείται αύξηση σιδήρου 10%, χαλκού 20%, ασφάλτου 20% και κυρίως πετρελαίου κίνησης 25%, οι οποίες δυσχεραίνουν την συνέχιση των έργων, ειδικά εκείνων που αναλήφθηκαν με μεγάλες εκπτώσεις γύρω στα επίπεδα του 45%.

έργα

Όπως αναφέρει ο πρώην Πρόεδρος του ΣΑΤΕ κ. Ζαχαρίας Αθουσάκης, η κατάσταση οδηγεί στην διακοπή των έργων. Πληροφορίες μάλιστα αναφέρουν ότι έχουν ανασταλεί όλες οι εργολαβίες ασφαλτόστρωσης σε δήμους αφού σήμερα το αντίστοιχο κόστος εκτοξεύθηκε από τα 520 ευρώ ανά τόνο σε 660 ευρώ λόγω της μεγάλης αύξησης του πετρελαίου.

Την πορεία των τιμών παρακολουθούν με αγωνία και στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, ωστόσο τονίζουν ότι η αγορά βρίσκεται αυτή την περίοδο στο πικ της.

Στελέχη του υπουργείου και σύμβουλοι της πολιτικής ηγεσίας μελετούν όλα τα δεδομένα και εκπονούν σενάρια για την επόμενη μέρα, ανάλογα και με τις γεωπολιτικές εξελίξεις.

Στο νομοσχέδιο μάλιστα για τις πρότυπες συμβάσεις, τονίζουν ότι πέρασε διάταξη που επιτρέπει στον υπουργό να παρεμβαίνει στην αγορά και να αναθεωρεί τα τιμολόγια και όχι μόνο τους συντελεστές.

Προ τριμήνου το υπουργείο καθόρισε νέους συντελεστές αναθεώρησης για περίπου 500 εργασίες στα δημόσια έργα, καθώς και σε κάποια υλικά που είχαν παρουσιάσει μεγάλες αυξήσεις όπως σε χάλυβα, αλουμίνιο, χαλκό, άσφαλτο, ξυλεία, PVC και πολυαιθυλένιο.

Η αναθεώρηση αφορούσε τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2021, ενώ δεν υπήρξε αναθεώρηση για το τελευταίο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, ούτε για το πρώτο της φετινής χρονιάς.

Οι εταιρείες όμως επισημαίνουν ότι η επίμαχη ρύθμιση του υπουργείου δεν καλύπτει τον κλάδο καθώς αφορά 500 από τις 3.800 εργασίες -υλικά χωρίς να καλύπτει τη μεγάλη αύξηση στο πετρέλαιο.

Οι εργολάβοι λένε ότι οι συνθήκες δημιουργούν ένα περιβάλλον ασφυξίας καθώς ανεξάρτητα από το είδος του έργου καταγράφονται πλέον αυξήσεις από 45% έως 65% ενώ με τη ρύθμιση οι αρνητικές συνέπειες περιορίζονται μόλις στο 15%.

Μόνο στο χάλυβα, οι αυξήσεις φτάνουν το 70%, ποσοστό που έχει οδηγήσει σε πάγωμα αρκετών έργων.

Τις ήδη δύσκολες συνθήκες στον κλάδο επιδεινώνει η άνοδος της τιμής του πετρελαίου, η οποία επηρεάζει πλήθος υλικών, από τα αδρανή μέχρι τα τούβλα, με αποτέλεσμα σε κάποια υλικά όπως ο χαλκός και το πλαστικό να έχει εκτιναχθεί το κόστος.

Οι εκπρόσωποι του τεχνικού κόσμου ζητούν να γνωστοποιηθεί άμεσα στις αναθέτουσες αρχές, από τους αναδόχους, η αδυναμία συνέχισης των έργων, με τις συνθήκες στις τιμές που δημιουργεί η νέα κατάσταση με το ερώτημα διακοπής και διάλυσης της εργολαβίας ή αποζημίωσης μέσω αναπροσαρμογής των τιμών με τα νέα δεδομένα και κοινοποίηση της κάθε αίτησης στο αρμόδιο Υπουργείο.