Ήταν αρχές Απριλίου του 2023 όταν η μέση θερμοκρασία των ωκεανών έσπασε το ρεκόρ των 21 βαθμών Κελσίου -που καταγράφηκε το 2016- αγγίζοντας τους 21,1 βαθμούς Κελσίου. Τα υψηλά επίπεδα διατηρήθηκαν καθ’όλη τη διάρκεια του έτους με την τάση να συνεχίζεται και το 2024, προκαλώντας ανησυχία στους επιστήμονες, οι οποίοι επιχειρούν να κατανοήσουν τι βρίσκεται πίσω από την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στην επιφάνεια της θάλασσας, καθώς μόνο το φαινόμενο Ελ Νίνιο δε μπορεί να εξηγήσει την σταθερά ανοδική πορεία της.

Η μέση θερμοκρασία των ωκεανών κυμαίνεται τώρα σε μισό βαθμό πάνω από το κανονικό, λαμβάνοντας ως σημείο αναφοράς το μέσο όρο της περιόδου 1991-2020. Προ ημερών, όμως, έφτασε τον ένα βαθμό όταν έσπασε το απόλυτο ημερήσιο ρεκόρ μέσης θερμοκρασίας αγγίζοντας τους 21,09 βαθμούς, υπερβαίνοντας το προηγούμενο ρεκόρ των 20,9 βαθμών Κελσίου που σημειώθηκε τον περασμένο Αύγουστο, όπως προκύπτει από έκθεση της Υπηρεσίας Κλιματικής Υπηρεσίας Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«Η Γη εκπέμπει σήμα κινδύνου», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, και αναφερόμενος στην έκθεση τόνισε πως αποκαλύπτεται ότι ο πλανήτης βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού με τη «ρύπανση από ορυκτά καύσιμα να στέλνει το κλιματικό χάος σε αχαρτογράφητα νερά. Οι σειρήνες ηχούν».Μόλις προ έξι μηνών ο Γκουτέρες τόνιζε ότι «η ανθρωπότητα έχει ανοίξει τις πύλες της κόλασης» σε μία αναδρομή του στο περασμένο διάστημα κατά το οποίο τα παρατεταμένα κύματα καύσωνα, οι πλημμύρες και οι πυρκαγιές «πρωταγωνίστησαν», με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να προβλέπει «επικίνδυνο και ασταθές μέλλον».

Υπερθέρμανση ωκεανών

Οι θάλασσες λειτουργούν ως ρυθμιστές του κλίματος και επηρεάζονται από τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, σύμφωνα με το γαλλικό ινστιτούτο ερευνών Mercator Ocean International. Όταν η Γη θερμαίνεται ο ωκεανός απορροφά μεγάλο μέρος της πλεονάζουσας θερμότητας -που προκύπτει από τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου- και τη διοχετεύει στο βυθό, όπου μπορεί να παγιδευτεί για αιώνες. Τα ρεύματα του ωκεανού συμβάλλουν στην κατανομή της θερμότητας, μεταφέροντας θερμό νερό από τους τροπικούς προς τους πόλους και ψυχρότερο νερό από τους πόλους προς τους τροπικούς. Αυτό συντελεί στη ρύθμιση της θερμοκρασίας του ωκεανού και της ατμόσφαιρας.

Ωστόσο, όπως καταγράφηκε από τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος του ΟΗΕ, σχεδόν τα τελευταία 50 χρόνια (από το 1971) περίπου το 90% της θερμότητας που προέκυψε από την κλιματική αλλαγή κατέληξε στους ωκεανούς. Σύμφωνα δε με την έκθεση αξιολόγησης της επιτροπής, τα τελευταία 18 χρόνια ο ρυθμός υπερθέρμανσης των ωκεανών και, συνεπώς, η ενεργειακή ανισορροπία της Γης έχει σχεδόν διπλασιαστεί.

Είναι το Ελ Νίνιο ο «ένοχος»;

Τι κρύβεται πίσω από αυτή την αύξηση; Σε αυτό το ερώτημα επιχειρούν να απαντήσουν οι επιστήμονες, με τον Μπράιαν ΜακΝόλντι, του πανεπιστημίου του Μαϊάμι στη Φλόριντα να παρατηρεί το φαινόμενο απορημένος χωρίς να μπορεί να δώσει μία σαφή εξήγηση.

«Θα έλεγα ότι είμαι απλώς ένας σοκαρισμένος παρατηρητής, όπως τόσοι άλλοι. Δεν είναι μόνο ότι η μέση παγκόσμια θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας σπάει ρεκόρ κάθε μέρα… αλλά είναι και τα παράλογα μεγάλα περιθώρια με τα οποία έχουν σπάσει τα ρεκόρ», δήλωσε στο δίκτυο Axios.

Όπως τόνισε, το φαινόμενο Ελ Νίνιο -που χαρακτηρίζεται από υψηλότερες από το μέσο όρο θερμοκρασίες των ωκεανών- επιδείνωσε την κατάσταση, αλλά «σίγουρα δεν ήταν ο μόνος ένοχος».

Από την πλευρά του ο Κάρλο Μπουοντέμπο, διευθυντής της υπηρεσίας Copernicus της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή, μιλώντας στην ισπανική εφημερίδα El Pais υποστήριξε ότι ενδεχομένως η αύξηση της θερμοκρασίας των ωκεανών αποδίδεται σε ένα συνδυασμό παραγόντων: Από τη μία η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή και από την άλλη η φυσική μεταβλητότητα.

«Ορισμένες μελέτες δείχνουν επιτάχυνση της ανισορροπίας μεταξύ της ενέργειας που φτάνει στον πλανήτη και της ενέργειας που αποβάλλεται», εξήγησε. Με άλλα λόγια, παρατηρείται επιτάχυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, με τις θερμότερες θάλασσες να αποτελούν σημάδι αυτής της επιτάχυνσης.

Η Γενική Γραμματέας του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού, Σελέστε Σάουλο, παρουσίασε έκθεση του οργανισμού του ΟΗΕ σύμφωνα με την οποία το 2023 καταρρίφθηκαν -ακόμα και εκτοξεύθηκαν- ρεκόρ σχετικά με τα επίπεδα αερίων του θερμοκηπίου, της θερμοκρασίας της επιφάνειας των ωκεανών, το ποσοστό θερμότητας που απορροφήθηκε και αποθηκεύτηκε, την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, την έκταση του θαλάσσιου πάγου της Ανταρκτικής και την υποχώρηση των παγετώνων.

«Η κοινότητα του οργανισμού κρούει τον κόκκινο συναγερμό στον κόσμο», τόνισε η Σάουλο προσθέτοντας πως το 2023 καθιερώθηκαν νέα ρεκόρ για κάθε δείκτη.

Ανθρώπινο το «αποτύπωμα» της κλιματικής αλλαγής

Όλα αυτά τη στιγμή που έρευνα του Τμήματος Φυσικής Ωκεανογραφίας του Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου Woods Hole (WHOI) αποκαλύπτει πως υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για το ανθρώπινο «αποτύπωμα» στην κλιματική αλλαγή και δη στη θερμοκρασία στην επιφάνεια της θάλασσας.

Για «επανάσταση» έκανε λόγο ο Μπέντζαμιν Σάντερ, καθηγητής του Ινστιτούτου Woods Hole και συγγραφέας της μελέτης και πρόσθεσε ότι αποδεικνύεται ότι η κλιματική αλλαγή συνδέεται με τις ανθρώπινες δραστηριότητες, την αύξηση της θερμοκρασίας των ωκεανών και του διοξειδίου του άνθρακα.

«Τα στοιχεία που βρήκαμε είναι πολύ σαφή. Η έρευνά μας βασίζεται σε τέσσερα διαφορετικά σύνολα δεδομένων παρατήρησης της θερμοκρασίας της επιφάνειας της θάλασσας. Αναλύσαμε δεδομένα από διάφορα συστήματα παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων δορυφορικών καταγραφών και ωκεάνιων μετρήσεων που συλλέγει το WHOI από πλοία και πλωτήρες από το 1950. Όλα αυτά τα δεδομένα οδήγησαν στο ίδιο σενάριο και το ίδιο συμπέρασμα: Ότι το αποτύπωμα του ανθρώπου στο εύρος μεταβολής του μέσου εποχικού κύκλου είναι πολύ ισχυρό και φέρει διακριτό μοτίβο», είπε στο Eurekalert από την πλευρά του ο Τζία-Ρούι Σι, μεταδιδακτορικός ερευνητής του WHOI και συντάκτης της έρευνας.

«Αυτό το ισχυρό ανθρώπινο αποτύπωμα στον εποχικό κύκλο της θερμοκρασίας της επιφάνειας των ωκεανών αναμένεται να έχει εκτεταμένες επιπτώσεις στα θαλάσσια οικοσυστήματα. Αυτό μπορεί να επηρεάσει δραματικά την αλιεία και την κατανομή των θρεπτικών ουσιών», πρόσθεσε ο Σι.

Διαβάστε ακόμη: