Από τα υψηλότερα επιτοκιακά περιθώρια διατηρεί η χώρα μας μετά τις επιδόσεις της Λετονίας Λιθουανίας, Εσθονίας και Σλοβενίας σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία δευτέρου τριμήνου που δημοσιοποίησε για τα πιο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης, η ΕΚΤ.
Οι διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών μελών δείχνουν πολύ σημαντικές. Το δεύτερο τρίμηνο του 2024, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο διαμορφώθηκε στο 1,61% (έναντι 1,53% ένα χρόνο πριν), ενώ παρουσίασε αισθητές διαρθρωτικές διαφορές μεταξύ των χωρών. Η αναλογία κυμαινόταν από 0,89% στη Γαλλία έως 3,78% στη Λετονία.
Ας σημειωθεί μάλιστα πως το δεύτερο τρίμηνο του 2023 το επιτοκιακό περιθώριο αυξήθηκε έναντι της αντίστοιχης περσυνής περιόδου. Η συνολική ετήσια απόδοση ιδίων κεφαλαίων για τις κυριότερες τράπεζες της Ευρώπης διαμορφώνεται στο 10,11% το δεύτερο τρίμηνο του 2024, η υψηλότερη αναφερόμενη τιμή από το δεύτερο τρίμηνο του 2015.
Ο δείκτης των συνολικών μη εξυπηρετούμενων δανείων (χωρίς ταμειακά διαθέσιμα) παραμένει σταθερός στο 2,30% έναντι 2,31% το προηγούμενο τρίμηνο και 2,26% το δεύτερο τρίμηνο του 2023. Οι εποπτικές τραπεζικές στατιστικές περιλαμβάνουν πλέον πιο αναλυτική ανάλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς νοικοκυριά και μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.
Το ποσοστό των δανείων που παρουσιάζει σημαντική αύξηση στον πιστωτικό κίνδυνο (δάνεια 2ου σταδίου) μειώθηκε κατά 9,45% από 9,50% το προηγούμενο τρίμηνο, αλλά αυξήθηκε από 9,19% πριν από ένα χρόνο
Οι συνολικοί δείκτες κεφαλαίου σημαντικών ιδρυμάτων (δηλαδή των τραπεζών που εποπτεύονται απευθείας από την ΕΚΤ) αυξήθηκαν ελαφρώς το δεύτερο τρίμηνο του 2024. Ο συνολικός δείκτης κοινών μετοχικών κεφαλαίων Tier 1 (CET1) διαμορφώθηκε στο 15,81%, ο συνολικός δείκτης Tier 1 διαμορφώθηκε στο 17% και ο συνολικός δείκτης συνολικού κεφαλαίου διαμορφώθηκε στο 19,90%.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) εξαιρουμένων των ταμειακών υπολοίπων στις κεντρικές τράπεζες και τις λοιπές καταθέσεις όψεως διαμορφώθηκε στο 2,30% το δεύτερο τρίμηνο του 2024. Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε κατά 1,33 δισ. ευρώ στα 356 δισ. ευρώ, ενώ το συνολικό των δανείων και απαιτήσεων (παρονομαστής) αυξήθηκαν κατά 111,72 δισ. ευρώ στα 15.456 δισ. ευρώ, διατηρώντας τον δείκτη σταθερό σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (2,31%).
Σε επίπεδο κλάδου, ο δείκτης ΜΕΔ το δεύτερο τρίμηνο του 2024 διαμορφώθηκε στο 3,57% για τα δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες (από 3,55% το προηγούμενο τρίμηνο και 3,38% πριν από ένα χρόνο) και στο 2,23% για τα δάνεια προς νοικοκυριά (από 2,24% το προηγούμενο τρίμηνο και 2,20% ένα χρόνο πριν).
Ο δείκτης ΜΕΔ για δάνεια προς ΜΧΕ με εξασφάλιση εμπορικής ακίνητης περιουσίας παρέμεινε σταθερός στο 4,61% (έναντι 4,60% το προηγούμενο τρίμηνο), ενώ για τα δάνεια προς νοικοκυριά με εξασφάλιση κατοικιών ο δείκτης ΜΕΔ μειώθηκε ελαφρά στο 1,58% (από 1,61% το προηγούμενο τρίμηνο). Αυτές οι αναλύσεις του δείκτη ΜΕΔ δημοσιεύονται για πρώτη φορά, μαζί με τον δείκτη ΜΕΔ για τα δάνεια που χορηγούνται σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 4,83% το δεύτερο τρίμηνο του 2024.
Τα συνολικά δάνεια σταδίου 2 ως ποσοστό επί του συνόλου των δανείων μειώθηκαν στο 9,45% (από 9,50% το προηγούμενο τρίμηνο). Ο δείκτης του σταδίου 2 μειώθηκε στο 13,57% για τα δάνεια προς ΜΧΕ και στο 8,80% για τα δάνεια προς τα νοικοκυριά (από 13,60% και 8,84% αντίστοιχα το προηγούμενο τρίμηνο).
Απόδοση ιδίων κεφαλαίων
Η συνολική ετησιοποιημένη απόδοση ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 10,11% το δεύτερο τρίμηνο του 2024 (έναντι 10,04% το δεύτερο τρίμηνο του 2023). Μια σημαντική αύξηση των λειτουργικών εσόδων (που οφείλεται στα υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους, τα οποία αυξήθηκαν κατά 6,5% σε ετήσια βάση) αντισταθμίστηκε εν μέρει από υψηλότερα ίδια κεφάλαια (λόγω της αύξησης των αποθεματικών κατά 7,6% σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν).