Περίπου 40 λεπτά διήρκεσε το μαρτύριο της 75χρονης πριν δολοφονηθεί από την ίδια της τη νύφη στο σπίτι της στη Σαλαμίνα.
Στα ηχητικά ντοκουμέντα, σύμφωνα με το “Live News”, ακούγεται η ηλικιωμένη να παρακαλά συνεχώς για τη ζωή της και να ικετεύει την 46χρονη να μην τη χτυπά. Η δράστις δεν μιλά για να μην αναγνωριστεί, παρά μόνο ψιθυρίζει αλλοιώνοντας τη φωνή της.
Το μαρτύριο της 75χρονης κράτησε περίπου 40 λεπτά. Το άτυχο θύμα, αφού διαπιστώνει ότι τα παρακάλια της δεν βρίσκουν ανταπόκριση και δέχεται τα χτυπήματα με το μπουκάλι στο κεφάλι, αντιλαμβάνεται το τέλος της και προσεύχεται λέγοντας το «Πάτερ Ημών».
Ο διάλογος πριν τη δολοφονία στη Σαλαμίνα:
«Α εκεί πέρα έχει εκεί, εκεί που είναι οι ρόδες (τροχήλατο τραπέζι που πιθανόν είχε χρήματα), πάρτη και φύγε παιδί μου, έλα, δε σε είδα, δε σε ξέρω, φύγε αγάπη μου, να με σκοτώσεις ήρθες;»
46χρονη: «Που είναι τα λεφτά, δώσε μου τα λεφτά»
75χρονη: «Σε παρακαλώ αγόρι μου μη μου κάνεις κακό»
46χρονη: «Που είναι τα λεφτά;»
75χρονη: «Σε παρακαλώ αγόρι μου, μη μου κάνεις κακό. Πάρε τα λεφτά και φύγε. Αγόρι μου δεν έχεις μάνα; Τι θέλεις να με σκοτώσεις; Πάρε ότι θέλεις και άσε με να ζήσω».
«Αφού δεν βρήκα τα λεφτά και σιγουρεύτηκα ότι η πεθερά μου πέθανε, βγήκα από το σπίτι» είπε στην ομολογία της η 46χρονη
Στην κατάθεση της την ημέρα της δολοφονίας, η 46χρονη προσποιείτο την συγκλονισμένη. «Είμαι ταραγμένη και συγκλονισμένη. Έστειλα μήνυμα στην πεθερά μου το πρωί, μια καλημέρα. Δεν μου απάντησε και μου φάνηκε περίεργο, αν και γενικά αργούσε να μας απαντήσει. Ήμουν από τους πρώτους ανθρώπους που ενδιαφέρθηκα για το αν έχει συμβεί κάτι. Φθάσαμε με την κόρη της στις 18:00 στο σπίτι. Υπήρχε αναστάτωση. Θυμάμαι ότι έπιασα κάποια πράγματα. Τρόμαξα και πανικοβλήθηκα. Είδα μια τσάντα πάνω στο κρεβάτι και την πέταξα κάτω. Δεν ξέρω τι είχε μέσα», φέρεται να είπε.
Μετά τη σύλληψή της, η 46χρονη ομολόγησε την πράξη της, δηλώνοντας μετανιωμένη. Όσα φέρεται να είπε, κατά πληροφορίες: «Ναι, εγώ το έχω κάνει. Έχω μετανιώσει σας λέω, δεν ξέρω γιατί το έκανα. Μετά από όλο αυτό πήγα σε ψυχίατρο και πλέον παίρνω φάρμακα. Αφού δεν βρήκα τα λεφτά και σιγουρεύτηκα ότι η πεθερά μου πέθανε, βγήκα από το σπίτι. Πήδηξα από το παράθυρο και μπήκα στο αμάξι».