Πώς κατέληξε στο δάσος

Μια νέα ιστορία ήρθε και συγκλόνισε το διαδίκτυο καθώς ένας άνδρας στην Σιγκαπούρη κατάφερε να ζήσει σε ένα δάσος επί 30 χρόνια. Πλέον, χάρη στη βοήθεια που δέχθηκε, μένει σε διαμέρισμα. Αλλά παραδέχεται ότι του λείπει το δάσος.

Όλα ξεκίνησαν τα Χριστούγεννα, όταν τον σταμάτησαν αστυνομικοί που διαπίστωσαν ότι πουλούσε λαχανικά χωρίς άδεια. Ο ίδιος πιστεύει ότι τον κατήγγειλε δυσαρεστημένος πελάτη, έπειτα από διαφωνία που είχαν για την τιμή των προϊόντων. Ο ηλικιωμένος πουλούσε λαχανικά που είχε καλλιεργήσει. Παλιότερα, πουλούσε λουλούδια σε αγορές, αλλά έχασε τη δουλειά του εξαιτίας της πανδημίας.

Η Βίβιαν Παν, εργαζόμενη σε φιλανθρωπική οργάνωση, περνούσε από το σημείο όταν είδε να του μιλούν αστυνομικοί, οι οποίοι κατάσχεσαν τα λαχανικά του. Κατέγραψε το στιγμιότυπο και ανέβασε το βίντεο στο Facebook, που γρήγορα έγινε viral και το περιστατικό κέρδισε την προσοχή του βουλευτή Liang Eng Hwa, ο οποίος ανακάλυψε πως ο ηλικιωμένος ζούσε απαρατήρητος σε δάσος για 30 χρόνια.

Ο Oh Go Seng μεγάλωσε με την οικογένειά του στο χωριό Sungei Tengah. Στη δεκαετία του ‘80 τέτοια χωριά διαλύθηκαν, προκειμένου να κατασκευαστούν ουρανοξύστες. Η κυβέρνηση πρόσφερε νέα σπίτια σε πολλούς κατοίκους των χωριών, αλλά εκείνος δεν κατάφερε να εξασφαλίσει ένα.

Ο αδελφός του πήρε ένα διαμέρισμα και τον κάλεσε να ζήσει εκεί. Όμως, τελικά έφυγε επειδή λέει ότι δεν ήθελε να γίνεται βάρος στην οικογένεια. Αποφάσισε να πάει στο δάσος κοντά εκεί όπου βρισκόταν το παλιό του σπίτι και άρχισε να περνά τις νύχτες σε ένα αυτοσχέδιο καταφύγιο, φτιαγμένο από κομμάτια ξύλου, μπαμπού και μουσαμά. Δίπλα, έφτιαξε κήπο στον οποίο καλλιεργούσε λαχανικά.

Η ζωή του

Η μοναξιά δεν ήταν ποτέ πρόβλημα, λέει. Ήταν απασχολημένος φροντίζοντας τον κήπο του. Η πιο δύσκολη πτυχή της ζωής στο δάσος είναι τα ποντίκια, καθώς κατάφερναν να τρυπώνουν στο καταφύγιό του.

Έχει κάνει διάφορες περιστασιακές δουλειές και κάποιες φορές με τα χρήματα που έβγαζε έπαιρνε το πλοίο και πήγαινε στο Batam, ένα μικρό νησί στην Ινδονησία. Εκεί γνώρισε τη σύζυγό του, με την οποία απέκτησε μια κόρη. Παρόλα αυτά, έπειτα από τις συχνές επισκέψεις του στο Batam, επέστρεφε στο δάσος.

Τόσο η οικογένειά του στη Σιγκαπούρη, όσο η σύζυγος και η κόρη του που είναι τώρα 17 ετών λένε ότι δεν είχαν ιδέα για το πώς ζούσε. Όταν τον ρωτούσαν που έμενε, έλεγε «σε έναν κήπο», λέει συγγενής του.

Οι επισκέψεις στο Batam σταμάτησαν όταν ξέσπασε η πανδημία και επιβλήθηκαν οι περιορισμοί. Όμως, συνέχισε να βοηθά οικονομικά την οικογένειά του, στέλνοντάς κάθε μήνα 500-600 δολάρια Σιγκαπούρης.

Πώς έφυγε από το δάσος

Αυτό τον μήνα, με τη βοήθεια του Liang Eng Hwa, του δόθηκε ένα νέο σπίτι. Ο βουλευτής λέει ότι θα συνεχίσουν να του παράσχουν βοήθεια. Πλέον, μοιράζεται ένα διαμέρισμα με μία κρεβατοκάμαρα, με άλλον ένα άνδρα. Το σπίτι έχει λίγα έπιπλα, όμως κάποιοι άνθρωποι δώρισαν μία τηλεόραση, ένα ψυγείο και ένα μπόιλερ μεταξύ άλλων. Ο 79χρονος είναι ιδιαίτερα χαρούμενος για το τελευταίο. Είχε συνηθίσει να κάνει μπάνιο με νερό από λιμνούλα κοντά στο καταφύγιό του στο δάσος και θεωρούσε πολύ κρύο το νερό της βρύσης.

Τώρα, εργάζεται ως οδηγός, ενώ μερικές φορές ασχολείται και με την κηπουρική. Η ημέρα που μετακόμισε ήταν και η πρώτη φορά έπειτα από τρεις δεκαετίες που πέρασε την έναρξη του σεληνιακού νέου έτους με την οικογένειά του στη Σιγκαπούρη.

«Έφαγα τόσο πολύ! Υπήρχαν πολλά είδη φαγητού που δεν είχα δοκιμάσει εδώ και χρόνια. Ήταν υπέροχο. Επίσης, είδα τηλεόραση για πρώτη φορά έπειτα από πάνω από 30 χρόνια. Το διασκέδασα τόσο πολύ», ανέφερε.

Παρότι προτιμά να ζει σε διαμέρισμα, του λείπει η ελευθερία της ζωής στο δάσος.

«Έζησα εκεί τόσο πολλά χρόνια, οπότε είναι φυσικό να μου λείπει. Ακόμη και τώρα επιστρέφω στο δάσος κάθε ημέρα. Ξυπνάω στις 03:00, ντύνομαι και πηγαίνω για να ελέγξω τα λαχανικά μου, πριν πιάσω δουλειά», πρόσθεσε.