Έξι νέους στόχους που θα καταστήσουν πιο αποτελεσματικό και άμεσο τον προσδιορισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων των τραπεζών θέτει ο SSM στο πλαίσιο αναθεώρησης της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP).
Σε επίσημη τοποθέτησή της μέσα στην εβδομάδα η επικεφαλής του εποπτικού βραχίονα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) του Εποπτικού Συμβουλίου (SSM) Κλαούντια Μπουχ έκανε γνωστό ότι η τραπεζική εποπτεία της ΕΚΤ επεξεργάζεται μια αναθεωρημένη μεθοδολογία για τον καθορισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων του Πυλώνα 2, η οποία θα δημοσιευθεί έως το τέλος του 2024 και θα εφαρμοστεί πλήρως στον κύκλο Eποπτικής Αξιολόγησης (SREP) του 2026.
«Το περιβάλλον κινδύνου στο οποίο λειτουργούν οι τράπεζες έχει εξελιχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Οι αλλαγές στο μακροοικονομικό περιβάλλον, οι γεωπολιτικοί κλυδωνισμοί, η κλιματική αλλαγή και η υποβάθμιση της φύσης, καθώς και η ψηφιοποίηση, επηρεάζουν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες. Και το συνολικό επίπεδο αβεβαιότητας είναι υψηλό» τονίζει η κυρία Μπουχ και προσθέτει «Καθώς οι κίνδυνοι εξελίσσονται, πρέπει να εξελίσσεται και η εποπτεία».
Οι έξι νέοι στόχοι
Στο πλαίσιο αυτό, ο SSM αποφάσισε τη μεταρρύθμιση του SREP, δρομολογώντας μία σειρά από αλλαγές, όπως, για παράδειγμα οι επίμαχες αποφάσεις να αλλάζουν μία φορά κάθε δύο χρόνια, μια κατάσταση που είναι δυνατή επί του παρόντος, αλλά ισχύει μόνο για μικρό αριθμό τραπεζών. Ειδικότερα, το Εποπτικό Συμβούλιο έχει έξι στόχους για το νέο SREP:
1. Επικέντρωση των αξιολογήσεων κινδύνου: για την αξιολόγηση των προφίλ κινδύνου ανά τράπεζα, οι εποπτικές αρχές χρειάζονται κοινά εργαλεία, μεθοδολογίες και διαδικασίες. Το νέο SREP θα βασιστεί και θα ενισχύσει έτσι την πολυετή προσέγγιση που εισήχθη το 2023, η οποία επιτρέπει στις εποπτικές αρχές να επικεντρώνονται σε συγκεκριμένα θέματα κάθε χρόνο, ενώ παράλληλα κατανέμουν τις αξιολογήσεις τους καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Εάν από τις αξιολογήσεις δεν προκύπτουν ουσιαστικές αλλαγές στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος, οι αποφάσεις SREP μπορούν να επικαιροποιούνται κάθε δύο χρόνια, υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η δυνατότητα αυτή –που μέχρι σήμερα περιοριζόταν σε μικρό αριθμό τραπεζών– θα επεκταθεί τώρα.
2. Καλύτερη ενσωμάτωση των εποπτικών δραστηριοτήτων: Η εποπτεία πρέπει να παρέχει μια δομημένη, ολοκληρωμένη και συνεπή εικόνα των κινδύνων των τραπεζών, με βάση τις διάφορες εποπτικές δραστηριότητες. Οι επιτόπιες επιθεωρήσεις, οι στοχευμένες αναλύσεις σε βάθος από τις κοινές εποπτικές ομάδες και οι οριζόντιες θεματικές επισκοπήσεις είναι απαραίτητες για την παροχή μιας ολοκληρωμένης αξιολόγησης του εξελισσόμενου περιβάλλοντος κινδύνου στο οποίο λειτουργούν οι τράπεζες. Στο νέο SREP ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός των διαφόρων εποπτικών δραστηριοτήτων θα βελτιωθεί ώστε να μεγιστοποιηθούν οι συνέργειες. Αυτό θα παρέχει επίσης στις τράπεζες μια σαφέστερη επισκόπηση των εποπτικών σχεδίων.
3. Χρήση της πλήρους εποπτικής εργαλειοθήκης: η εποπτεία δεν αφορά μόνο τον εντοπισμό των κινδύνων, αλλά και τον μετριασμό τους. Η μεταρρυθμισμένη SREP θα καταστήσει την εποπτεία πιο αποτελεσματική και παρεμβατική, χρησιμοποιώντας το πλήρες φάσμα των εποπτικών εργαλείων που διαθέτει ο νόμος όταν η αποκατάσταση των εντοπισμένων αδυναμιών είναι ανεπαρκής η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα αυξάνει ταχέως τη σοβαρότητα των εποπτικών εργαλείων και θα κινείται γρήγορα προς τα πάνω στη σκάλα κλιμάκωσης.
4. Ενίσχυση της επικοινωνίας: Η εποπτική επικοινωνία με τις τράπεζες πρέπει να είναι σαφής και συνοπτική. Όμως οι αποφάσεις SREP μπορεί να είναι μακροσκελή έγγραφα. Το 2021 η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ εισήγαγε εκτελεστικές επιστολές για να διευκολύνει τον καλύτερο διάλογο σχετικά με τις βασικές προτεραιότητες με τις τράπεζες. Στο μέλλον οι αποφάσεις SREP θα είναι πιο εστιασμένες, θα περιγράφουν με σαφήνεια τις εποπτικές προσδοκίες και θα περιλαμβάνουν αυστηρά μέτρα όταν χρειάζεται.
5. Σταθεροποίηση των μεθοδολογιών: Η καλή εποπτεία βασίζεται σε συνεπείς μεθοδολογίες, όπως αυτές που αναπτύχθηκαν κατά την πρώτη δεκαετία της ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας. Είναι πλέον καιρός να καταστούν οι υφιστάμενες μεθοδολογίες πιο σταθερές και, όπου είναι δυνατόν, απλούστερες και πιο διαφανείς. Έχοντας αυτόν τον στόχο κατά νου, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ επεξεργάζεται μια αναθεωρημένη μεθοδολογία για τον καθορισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων του Πυλώνα 2, η οποία θα δημοσιευθεί έως το τέλος του 2024 και θα εφαρμοστεί πλήρως στον κύκλο SREP του 2026.
6. Καλύτερη χρήση των συστημάτων Τ.Π. και των αναλυτικών μεθόδων: Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ έχει θέσει ως προτεραιότητα την ψηφιακή της ατζέντα. Η στρατηγική της στον τομέα της πληροφορικής για τα έτη 2024-28 προβλέπει συνεχείς επενδύσεις σε εφαρμογές εποπτικής τεχνολογίας για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας, της πρόσβασης σε δεδομένα, της ανάλυσης κινδύνων, της συνέπειας της λήψης αποφάσεων και της συνεργασίας.