Η αύξηση της παραγωγής ρεύματος από λιγνίτη αποκτά πλέον κεντρικό ρόλο στον σχεδιασμό για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από ενδεχόμενη διακοπή των ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία, αλλά και στην προσπάθεια μείωσης του ενεργειακού κόστους για τους καταναλωτές. Σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε χθες στο Μέγαρο Μαξίμου, ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Γ. Στάσσης παρουσίασε σχέδιο για την αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη από 5 σε 10 τεραβατώρες σε ορίζοντα δώδεκα μηνών.
Γι’ αυτόν τον σκοπό η ΔΕΗ απαιτείται να πραγματοποιήσει επενδύσεις 150 εκατ. ευρώ για την αξιοποίηση των υφιστάμενων ορυχείων, αλλά και για τη διάνοιξη νέων πεδίων εξόρυξης λιγνίτη.
Η αυξημένη χρήση του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή αξιολογήθηκε ως μέτρο πρώτης προτεραιότητας για την αντιμετώπιση πιθανής κρίσης εφοδιασμού σε φυσικό αέριο αλλά και των υψηλών τιμών, στη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε χθες στο Μαξίμου υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη,.
Η ΔΕΗ, σύμφωνα με το σχέδιο που έχει καταρτίσει και παρουσίασε χθες στον πρωθυπουργό ο επικεφαλής της εταιρείας, Γιώργος Στάσσης, θα διπλασιάσει τη λιγνιτική παραγωγή από τις 5 σε 10 τεραβατώρες σε ορίζοντα δωδεκαμήνου. Το 2021 η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη ανήλθε σε 5,3 TWH, ενώ η αρχική πρόβλεψη για φέτος ήταν 4,3 TWH με κατανάλωση 10,4 εκατ. τόνων λιγνίτη.
Για τον διπλασιασμό της παραγωγής η ΔΕΗ θα αξιοποιήσει κάθε διαθέσιμο ορυχείο επενδύοντας περί τα 150 εκατ. ευρώ. Πέραν δηλαδή των ορυχείων Νοτίου Πεδίου και της Μαυροπηγής, που τροφοδοτούν αυτή τη στιγμή τις πέντε μονάδες του Αγ. Δημητρίου και τη Μελίτη, θα αξιοποιηθεί και το ορυχείο Αχλάδας –που μόλις την περασμένη εβδομάδα το ΥΠΕΝ κήρυξε έκπτωτη την εταιρεία Λιγνιτωρυχεία Αχλάδας, στην οποία είχε παραχωρηθεί η μίσθωση–, αλλά και το ορυχείο της Βεύης. Το τελευταίο αυτό ορυχείο είναι ανενεργό από το 2001. Ενα μέρος του κοιτάσματος ανήκει στη ΔΕΗ και ένα άλλο είχε κατακυρωθεί με διαγωνιστικές διαδικασίας στην εταιρεία Ακτωρ. Η αξιοποίηση του κοιτάσματος πιθανότατα να προχωρήσει μέσω της συνεκμετάλλευσης από τις δύο εταιρείες.
Η ΔΕΗ, πάντως, προχωράει ήδη στη διάνοιξη νέων σημείων για εξόρυξη λιγνίτη στο Νότιο Πεδίο και βρίσκεται σε αναζήτηση εργοληπτικών εταιρειών που θα αναλάβουν το έργο, αφού το προσωπικό στα ορυχεία έχει μειωθεί σημαντικά τα τρία τελευταία χρόνια μέσω προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου.
Στη σύσκεψη αξιολογήθηκε ως ιδιαίτερα πολύπλοκη η διαχείριση της κατάστασης σε σχέση με τη διασφάλιση επάρκειας εφοδιασμού της χώρας σε περίπτωση μειωμένων ροών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη ή και πλήρους διακοπής, παρότι η Ελλάδα λόγω TAP και Ρεβυθούσας βρίσκεται σε καλύτερη θέση από άλλες χώρες.
Ο ΔΕΣΦΑ όσον αφορά το φυσικό αέριο αλλά και ο ΑΔΜΗΕ όσον αφορά τον ηλεκτρισμό έθεσαν το ζήτημα της διαχείρισης των εξαγωγών, καθώς η χώρα λειτουργεί ως ενεργειακό hub για τις γειτονικές αγορές. Αξιολογήθηκαν οι υποχρεώσεις και από γεωστρατηγικής άποψης της Ελλάδας προς τις γειτονικές χώρες σε περίπτωση που προκύψει ενεργειακή στενότητα στο εγχώριο σύστημα. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, που το τελευταίο διάστημα είναι αυξημένες κυρίως προς την Ιταλία.
Σε πλήρη διαθεσιμότητα βρίσκεται το νέο FSU στη Ρεβυθούσα που θα δώσει τη δυνατότητα εκφόρτωσης δύο καραβιών LNG ταυτόχρονα, ενώ η ΔΕΠΑ κάνει από τώρα επαφές για διασφάλιση φορτίων LNG για τον χειμώνα του ’23. Μέσα στις επόμενες ημέρες αναμένεται να ολοκληρωθεί και η συμφωνία με την ιταλική Snam για αποθήκευση στρατηγικών αποθεμάτων φυσικού αερίου στις εγκαταστάσεις της στην Ιταλία.
Στη διασφάλιση της επάρκειας σε ηλεκτρικό ρεύμα θα συνδράμει και το ντίζελ, το οποίο θα υποκαταστήσει το φυσικό αέριο σε πέντε μονάδες με τεχνική δυνατότητα εναλλακτικού καυσίμου. Οι περικοπές βιομηχανικών φορτίων ή και εκ περιτροπής διακοπές ρεύματος ανά γεωγραφική περιοχή θα αποτελέσουν το ύστατο μέτρο και θα εφαρμοστούν βάσει σχεδίου που έχουν καταρτίσει ο ΑΔΜΗΕ και ο ΔΕΔΔΗΕ.
Στη διάρκεια της σύσκεψης, στην οποία μετείχε και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, έγινε επίσης εκτίμηση για την πορεία των διεθνών τιμών καυσίμων και την επίπτωση στις δημοσιονομικές αντοχές της οικονομίας.
Η ΔΕΗ θα αξιοποιήσει κάθε διαθέσιμο ορυχείο επενδύοντας περί τα 150 εκατ. ευρώ.