Στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης, όσον αφορά στις συλλογικές επενδύσεις, φιγουράρει η Ελλάδα, με τους εγχώριους αποταμιευτές να προτιμούν να… ακουμπούν τα χρήματά τους στα ακίνητα ή να τα αφήνουν – χωρίς όφελος λόγω των χαμηλών επιτοκίων στις καταθέσεις – στις τράπεζες.
«Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ που είναι επενδεδυμένο σε συλλογικές επενδύσεις αποταμιευτικού χαρακτήρα για τον Έλληνα είναι 757 ευρώ, όταν, για παράδειγμα, Σλοβενία και Ουγγαρία έχουν 2.000 ευρώ, ενώ η Ιταλία έχει 4.500 ευρώ και η Γαλλία που βρίσκεται και στην κορυφή της σχετικής λίστας 33.000 ευρώ. Είναι απίστευτα χαμηλό. Αυτό αντιστοιχεί με 4,4% του ΑΕΠ και είμαστε ουραγοί και με διαφορά στην Ευρώπη», τόνισε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Διαχειριστών Συλλογικών Επενδύσεων και Περιουσίας (ΕΘΕ) και διευθύνων σύμβουλος της ALPHA TRUST, κ. Κρις Αίσωπος, στο πλαίσιο του 3ου Συνεδρίου Θεσμικής Διαχείρισης, σημειώνοντας πως δεν υπάρχει αρκετό διαθέσιμο εισόδημα στις ελληνικές τσέπες για όλα τα πράγματα.
«Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν οι τραπεζικές καταθέσεις κατά 40 δισ. ευρώ, ήτοι 20% του ΑΕΠ. Σε μία εποχή με μηδενικά επιτόκια. Αντίστοιχα, είναι μία περίοδος, κατά την οποία οι τιμές των ακινήτων αυξάνονται ραγδαία. Υπάρχει φόρος ακίνητης, αλλά όχι κινητής περιουσίας. Τα ενοίκια φορολογούνται 35% και 45%. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ καλύτερη περίοδο για να αυξηθούν οι εισροές στα αμοιβαία κεφάλαια. Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται είναι γιατί ένα κομμάτι αυτού του ποσού δεν έχει κατευθυνθεί σε αυτά», σχολίασε από την πλευρά του, ο προϊστάμενος στο οικονομικό γραφείο της γενικής γραμματείας πρωθυπουργού της προεδρίας της κυβέρνησης, κ. Αλέξης Πατέλης, προτρέποντας την αγορά να κινηθεί προς δύο κατευθύνσεις:
Α) Αντιμετώπιση αναλφαβητισμού. Σύμφωνα με τον κ. Πατέλη, ένας πολύ σημαντικός λόγος που ο Έλληνας κρατάει τα λεφτά του στην τράπεζα ή τα διοχετεύει στα ακίνητα είναι γιατί δεν καταλαβαίνει τα υπόλοιπα προιόντα. «Η κυβέρνηση από την πλευρά της, έχει εντάξει συγκεκριμένο πρόγραμμα στο RRF, η αγορά, ωστόσο, πρέπει να κατανοήσει πως είναι προς το συμφέρον της να απλοποιήσει και να δημιουργήσει προιόντα, τα οποία μπορούν να είναι πιο κατανοητά από κάποιον που είναι οικονομικά αναλφάβητος», εξήγησε.
Β) Εξορθολογισμό των χρεώσεων. «Οι χρεώσεις σε πολλά προιόντα παραμένουν πάρα πολύ υψηλές, είναι κρυμμένες με μικρά γράμματα και εντέλει αυτό λειτουργεί αποτρεπτικά προς την αποταμίευση. Η αγορά πρέπει να σκεφτεί τι επίπεδο χρεώσεων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγέθυνση», πρόσθεσε ο κ. Πατέλης.
Αξίζει να αναφερθεί πως οι ελληνικές εταιρείες διαχειρίζονται κεφάλαια, ύψους 22 δισ. ευρώ, με την ετήσια αύξηση να υπολογίζεται σε 6% (5% στην Ευρώπη). Τα 11 δισ. ευρώ είναι από τις εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων, εκ των οποίων το 80% είναι εταιρείες, οι οποίες συνδέονται με τράπεζες, ενώ τα 15 μεγάλα deals των τελευταίων πέντε χρόνων, αξίας πάνω από 8,5 δισ. ευρώ, προήλθαν σε ποσοστό 60% από global asset managers.
«Μπορεί να μην έχουμε πολλές αποταμιεύσεις στην Ελλάδα σήμερα, αλλά οι Έλληνες έχουν αποταμιεύσεις στο εξωτερικό. Άρα, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε προιόντα αντίστοιχα με αυτά που έχουν άλλες χώρες, όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Αγγλία», πρότεινε η πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κυρία Βασιλική Λαζαράκου, υπογραμμίζοντας πως είναι κρίμα σε μία εποχή που «βρέχει» χρήμα, παρά τις γεωπολιτικές εξελίξεις, η Ελλάδα να κρατάει ομπρέλα.
Όσον αφορά στις ασφαλιστικές εταιρείες, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ) και της Eurolife FFH, κ. Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου, τόνισε πως είναι πολύ μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές, με 18,7 δισ. ευρώ under management (4,1 δισ. ευρώ είναι κυρίως σε αμοιβαία κεφάλαια), εκ των οποίων τα επτά δισ. ευρώ είναι στην Ελλάδα. «Θα περίμενα, λοιπόν, από την όποια κυβέρνηση να μας ζητάει τρόπους να έρθουν περισσότερα χρήματα πίσω στη χώρα. Αυτό δεν γίνεται και θα ήταν πολύ χρήσιμο να ξεκινήσει μία συζήτηση για το Solvency, προκειμένου να γίνει πιο εύκολο για μία εν Ελλάδι ασφαλιστική εταιρεία να έχει κίνητρο να μεταφέρει χρήματα στη χώρα», κατέληξε.