Σύμφωνα με την πολυαναμενόμενη έκθεση του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, η Ευρώπη μπορεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της μέσω ενός καταλόγου οικονομικών μεταρρυθμίσεων και μιας τεράστιας επενδυτικής ώθησης που θα χρηματοδοτηθεί – τουλάχιστον εν μέρει – από το κοινό χρέος. Τώρα που η έκθεση είναι έτοιμη, εναπόκειται στη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προωθήσει αυτή την ατζέντα.
Ξεκινώντας από το διατλαντικό χάσμα της παραγωγικότητας – λόγω της αδυναμίας της βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας της Ε.Ε. – η έκθεση του Ντράγκι αναγνωρίζει ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν παγιδευτεί σε μια «παγίδα μεσαίας τεχνολογίας».
Aυτός ο όρος επινοήθηκε στο Ινστιτούτο για τη χάραξη ευρωπαϊκής πολιτικής στο Bocconi και σημαίνει ότι οι περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις της Ε.Ε. βρίσκονται σε τομείς μεσαίας τεχνολογίας και παραμένουν εκεί μαραζώνοντας επειδή δεν θέλουν να εγκαταλείψουν τον τομέα που γνωρίζουν.
Τα σημερινά προβλήματα του γερμανικού τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, για παράδειγμα, δείχνουν ξεκάθαρα πώς αυτή η στρατηγική είναι πια πεπερασμένη.
Η έκθεση υποδεικνύει επίσης ότι, ενώ η ευρωπαϊκή οικονομία έχει στην πραγματικότητα επιδόσεις εξίσου καλές με τις ΗΠΑ εκτός των τομέων υψηλής τεχνολογίας, της πληροφορικής και των επικοινωνιών, η ριζοσπαστική καινοτομία είναι πολύ ασθενέστερη, κάτι που έχει οδηγήσει σε πολύ λίγες νεοφυείς επιχειρήσεις υψηλής αξίας – τους λεγόμενους «μονόκερους».
Ως απάντηση, ο Ντράγκι προτείνει μια σειρά από μικρά αλλά σημαντικά βήματα για την ενίσχυση της καινοτομίας – όπως η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ισοδύναμου οργανισμού με την αμερικανική Υπηρεσία Προηγμένων Αμυντικών Ερευνητικών Προγραμμάτων (DARPA), η οποία έχει πιστωθεί με την προώθηση βασικών καινοτομιών όπως το διαδίκτυο.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης δεν αφορά πραγματικά την προώθηση της καινοτομίας ή την ανάπτυξη νέων βιομηχανιών. Σε ό,τι επικεντρώνεται, όμως, σύμφωνα με το Politico, στην πραγματικότητα υπολείπεται.
Αντί για την καινοτομία, ο Ντράγκι εστιάζει στην υπεράσπιση των υφιστάμενων βιομηχανιών έναντι του κινεζικού ανταγωνισμού. Παρόλο που προτείνει να δαπανηθούν τεράστια ποσά, αυτά δεν προορίζονται για νέους τομείς υψηλής τεχνολογίας.
Η βιομηχανική πολιτική – ή το «βιομηχανικό όραμα», όπως το αποκαλεί – επικεντρώνεται στην πράσινη οικονομία με το «κοινό σχέδιο απαλλαγής από τον άνθρακα και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας». Αυτό, όμως, είναι απίθανο να λειτουργήσει.
Η επίτευξη των φιλόδοξων κλιματικών στόχων της Ε.Ε. απαιτεί τη μείωση του κόστους γνωστών τεχνολογιών, όπως τα φωτοβολταϊκά πάνελ, οι ανεμογεννήτριες και οι μπαταρίες, ωστόσο η Ε.Ε. είναι απίθανο να νικήσει την Κίνα σε αυτό το παιχνίδι.
Είναι επομένως λογικό ότι ο Ντράγκι συνιστά την εγκατάλειψη τέτοιων τομέων όπου το πλεονέκτημα κόστους της Κίνας είναι πολύ μεγάλο – ιδιαίτερα λόγω των επιδοτήσεων του Πεκίνου.
Θεωρεί, ωστόσο, ότι η αυτοκινητοβιομηχανία και ενδεχομένως πολλοί άλλοι τομείς καθαρής τεχνολογίας, είναι πολύ σημαντικοί για να εκτεθούν στον κινεζικό ανταγωνισμό. Ο Ντράγκι συνιστά δασμούς για την υπεράσπιση των εγχώριων παραγωγών και στη συνέχεια – εάν η Κίνα αρχίσει να επενδύει στην Ευρώπη – να προχωρήσει σε μέτρα για την επιβολή δασμών στη μεταφορά τεχνολογίας.
Αυτή είναι η ακριβής προσέγγιση που χρησιμοποιεί η Κίνα και την οποία η Ε.Ε. έχει πάντα επικρίνει. Επιπλέον, η προστασία της καθαρής τεχνολογίας στο εσωτερικό της Γηραιάς Ηπείρου είναι απίθανο να δημιουργήσει μια ανταγωνιστική βιομηχανία, καθώς οι οικονομίες κλίμακας μπορούν να αξιοποιηθούν μόνο στην παγκόσμια αγορά, όπου δεν υπάρχει καμία προστασία για τους παραγωγούς της Ε.Ε.
Αυτό ισχύει και για τον αριθμό των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ σε πρόσθετες ετήσιες επενδύσεις που ο Ντράγκι πιστεύει ότι απαιτούνται. Το συνολικό ποσό είναι ελάχιστα τεκμηριωμένο, με μία μόνο σύντομη ανάλυση, η οποία δείχνει ότι 450 δισεκατομμύρια ευρώ – ή πάνω από το ήμισυ του συνολικού ποσού – θα πρέπει να διατεθούν για την ενεργειακή μετάβαση και την ψηφιακή τεχνολογία, την άμυνα και την καινοτομία.
Eνώ η στήριξη της ενεργειακής μετάβασης είναι απαραίτητη, ένα μεγάλο μέρος της υπόλοιπης χρηματοδοτικής ανάγκης προέρχεται στην πραγματικότητα από τον οικιακό τομέα, ο οποίος είναι μάλλον χαμηλής τεχνολογίας.
Επιπλέον, παρόλο που υπάρχει μια προσπάθεια να δαπανηθούν 300 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως για την ψηφιακή τεχνολογία και την καινοτομία, δεν υπάρχει καμία απολύτως ένδειξη για το είδος των έργων ή προγραμμάτων που θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν.
Πέρα από διάσπαρτες αναφορές όσον αφορά την ανάγκη για επιδοτήσεις, η μόνη συγκεκριμένη ένδειξη είναι μια αναφορά νωρίτερα στην έκθεση, βάσει της οποίας τα κονδύλια για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας θα πρέπει να διπλασιαστούν. Ωστόσο, αυτό θα κόστιζε 3 δισ. ευρώ και όχι 300 δισ. ευρώ.
Συνολικά, η έκθεση του Ντράγκι έτυχε θερμής υποδοχής στις Βρυξέλλες. Αυτό, παρά ταύτα, οφείλεται στο γεγονός ότι όταν κάποιος συστήνει δαπάνες 800 δισ. ευρώ, κανείς δεν κοιτάζει τα ψιλά γράμματα.
Μέχρι στιγμής, οι περισσότερες συζητήσεις έχουν στραφεί γύρω από το ποιος θα ήταν υπέρ του κοινού χρέους και ποιος θα ήταν εναντίον του – και από αυτή την άποψη οι αρχικές αντιδράσεις από διάφορες πρωτεύουσες ήταν προβλέψιμες.
Αλλά το ερώτημα όσον αφορά τι ακριβώς θα πρέπει να χρηματοδοτεί το κοινό χρέος και πώς θα προωθήσει την καινοτομία έχει παραγκωνιστεί – ειδικά επειδή υπάρχουν τόσες λίγες πηγές σχετικά με αυτό στην έκθεση.
Έχοντας ζητήσει την έκθεση εξ αρχής, η Επιτροπή παρέλαβε αυτό που περίμενε. Ορισμένες από τις συστάσεις της εμφανίζονται ακόμη και στις επιστολές που απηύθυνε η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στους υποψηφίους Eπιτρόπους – ιδίως όσον αφορά τον ανταγωνισμό και την εμπορική πολιτική.
Για μια Επιτροπή η οποία ασχολείται με την γεωπολιτική, είναι φυσικά πολύ ελκυστικό να έχει μεγαλύτερη ευχέρεια στις αποφάσεις της σχετικά με τις συγχωνεύσεις και τις κρατικές ενισχύσεις, αντί να συνεχίσει το αντιδημοφιλές έργο του να λέει συνεχώς όχι στα κράτη-μέλη και στις μεγάλες εταιρείες που θέλουν να κυριαρχήσουν σε ορισμένες αγορές.
Ωστόσο, το κατά πόσον αυτή η προσέγγιση θα προωθήσει πραγματικά την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα παραμένει ακόμα αναπάντητο ερώτημα.
Διαβάστε ακόμη:
- Θοδωρής Μαραντίνης: Οι σχέσεις μας με τη Σίσσυ Χρηστίδου δεν έχουν εξομαλυνθεί
- Μίνως Μάτσας: Η πρώτη ανάρτηση μετά τη δήλωση της Όλγας Κεφαλογιάννη για την κρίση στον γάμο τους
- Νέα Δημοκρατία: Καραμανλής και Σαμαράς απόντες από την γιορτή για τα 50 χρόνια ΝΔ
- Δημογραφικό: Το 2070 στην Ελλάδα, η πολυπληθέστερη ομάδα θα είναι οι γυναίκες 90+