Τα κέρδη των επιχειρήσεων είναι η κύρια συνιστώσα των πληθωριστικών πιέσεων από το 2021 και μετά, τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην Ελλάδα, διαπιστώνει μελέτη που δημοσιεύθηκε στο οικονομικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος. Ειδικά στην Ελλάδα, πρωταγωνιστής μεταξύ των επιχειρήσεων είναι ο τομέας των υπηρεσιών.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, στο φόντο πολλών μελετών που έχουν αναδείξει το θέμα, όταν ξέσπασε η πληθωριστική κρίση στην Ευρώπη, μιλώντας για «πληθωρισμό της απληστίας», η μελέτη των Δημήτρη Παπαγεωργίου και Αναστασίου Ρίζου εξετάζει ειδικότερα τον ρόλο των εγχώριων παραγόντων στη δυναμική του πληθωρισμού. Οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι ενώ τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης αντιμετώπισαν κατά κύριο λόγο κοινές πληθωριστικές διαταραχές, λόγω τιμών ενέργειας και εισαγόμενων ενδιάμεσων αγαθών, στις επιμέρους χώρες παρατηρούνται διαφοροποιήσεις ως προς το μέγεθος και την επιμονή του πληθωρισμού. Κάτι που σημαίνει ότι οι παράγοντες που καθορίζουν τη δυναμική του είναι κυρίως εγχώριοι.
Στην περίπτωση της Ελλάδας η μελέτη διαπιστώνει ότι η σημαντική αύξηση των κερδών συνδέεται πρωτίστως με τον τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος είχε τη μεγαλύτερη συμβολή στον ρυθμό αύξησης των κερδών ανά μονάδα προϊόντος, ακολουθούμενος από τον τομέα της βιομηχανίας (εκτός κατασκευών). Παρότι οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι η αύξηση της συνεισφοράς των κερδών στον πληθωρισμό δεν σημαίνει απαραίτητα και αύξηση των περιθωρίων κέρδους, στην περίπτωση της Ελλάδας το τελευταίο ισχύει, «ιδιαίτερα στον τομέα των υπηρεσιών». Σύμφωνα με τους μελετητές, υπάρχει μια ξεκάθαρα ανοδική τάση στα περιθώρια κέρδους σε όλους τους τομείς από το 2020, με τον τομέα των υπηρεσιών να εμφανίζει την πιο σημαντική αύξηση. Μάλιστα, ο τομέας αυτός συμπαρέσυρε το σύνολο της οικονομίας. Ειδικά το 2023 ο τομέας των υπηρεσιών συνέχισε την ανοδική του πορεία, ενώ η βιομηχανία έδειξε υποχώρηση.
Το κόστος εργασίας, σημειώνουν οι μελετητές, σχετίζεται επίσης θετικά με την εξέλιξη του πληθωρισμού, ωστόσο η συνεισφορά του είναι μικρότερη από αυτή των κερδών. Ειδικά στην Ελλάδα η συνεισφορά του είναι σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με την Ευρωζώνη. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως οι Ευρωπαίοι σε γενικές γραμμές μέσω των μισθολογικών αυξήσεων περιόρισαν τις επιπτώσεις από την άνοδο των τιμών, περισσότερο απ’ όσο οι Ελληνες.
Στην Ελλάδα, το 2022 ο αποπληθωριστής ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 6,5%. Τα κέρδη συνεισέφεραν 4,7 ποσοστιαίες μονάδες, ακολουθούμενα από τους φόρους (2,1 ποσοστιαίες μονάδες), ενώ η συμμετοχή του κόστους εργασίας ήταν οριακά αρνητική (-0,3 ποσοστιαίες μονάδες). Από το β΄ τρίμηνο του 2023 η συνεισφορά των κερδών άρχισε να υποχωρεί, καθώς οι εισαγόμενες πληθωριστικές πιέσεις άρχισαν να χαλαρώνουν. Το 2023 ο αποπληθωριστής ΑΕΠ ήταν 5,8%, με τα κέρδη να συνεισφέρουν 2,1 ποσοστιαίες μονάδες και το κόστος εργασίας να επιστρέφει σε θετικό έδαφος συνεισφέροντας 1 ποσοστιαία μονάδα. Τη μεγαλύτερη συνεισφορά είχαν οι φόροι με 2,7 ποσοστιαίες μονάδες. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η αυξημένη αυτή συνεισφορά των φόρων μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση των τελικών τιμών των αγαθών και υπηρεσιών, που οδήγησε σε υψηλότερα φορολογικά έσοδα. Επιπλέον, μπορεί να αποδοθεί στη βελτίωση εισπραξιμότητας του ΦΠΑ, λόγω της εφαρμογής των μέτρων κατά της φοροδιαφυγής.
Τέλος, το πρώτο 6μηνο του 2024 ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,9%, με τα κέρδη να έχουν τη μεγαλύτερη συνεισφορά (1,4 ποσοστιαίες μονάδες), ακολουθούμενα από το κόστος εργασίας (1,2 ποσοστιαίες μονάδες).
Διαβάστε ακόμη:
- World Sports Photography Awards: Σερφ στον αέρα και συρτάκι στον στίβο
- Συντριβή αεροσκάφους στη Φιλαδέλφεια: Βίντεο από τη στιγμή της πτώσης
- Διορθωτικές αλλαγές: Οι τρεις «σίγουροι» υπουργοί για έξοδο από την κυβέρνηση
- Το Βατερλό της κυβέρνησης με την ήττα του Σπύρου Καπράλου από τον Ισίδωρο Κούβελο