Πώς βλέπει ένας εικαστικός τον συλλέκτη του; Πώς άραγε ένας συλλέκτης αντιμετωπίζει τον δημιουργό ενός έργου που επιθυμεί διακαώς να αποκτήσει; Ποια η τύχη των εικαστικών αν δεν υπήρχαν οι συλλέκτες;

Ζητήσαμε την γνώμη του καταξιωμένου εικαστικού Πέτρου Καραβέβα και μιλήσαμε μαζί του για το πάθος του «συλλέγειν» εν γένει.

Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη

-Ας μιλήσουμε για το πάθος του «συλλέγειν» και την αγάπη για την συλλογή γενικά. Ως ζωγράφος, πώς εκλαμβάνετε αυτές τις έννοιες;

-Η συλλεκτική δραστηριότητα με την έννοια της συστηματικής συγκέντρωσης και ταξινόμησης κάθε είδους ομοειδών αντικειμένων, που βέβαια πρέπει στη συνέχεια να συντηρούνται και συχνά να εκτίθενται-επιδεικνύονται σε κάποιο κοινό έχει διαχρονική παρουσία στην ανθρώπινη ιστορία.

Το πάθος μάλιστα του «συλλέγειν» μπορεί να εκδηλωθεί πολύ νωρίς στη ζωή ενός ατόμου.

Όλοι γνωρίζουμε τις συλλογές από στρατιωτάκια και αυτοκόλλητα που κάνουν παιδιά της πρώτης κιόλας σχολικής ηλικίας και πολλοί ανάμεσά μας θυμούνται τους φίλους που απόκτησαν ή την εκτίμηση που κέρδισαν στους κύκλους των συμμαθητών τους χάρη σε τέτοιες παιδικές συλλογές. Για να μη μιλήσουμε για τις συλλογές γραμματοσήμων και το ρόλο τους στην ανάπτυξη εφηβικών ειδυλλίων στο παρελθόν.

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η έννοια και η πρακτική του συλλέγειν δεν μας είναι καθόλου ξένες, η στάση αρκετών απέναντι σε μια συγκεκριμένη μορφή συλλεκτικής δραστηριότητας είναι μάλλον αρνητική. Αναφέρομαι στη συλλογή έργων τέχνης.

Oι σημερινοί συλλέκτες αντιμετωπίζονται συχνά από μερίδα της κοινής γνώμης όχι ως εραστές της τέχνης, αλλά ως ψυχροί επενδυτές, που με τις κινήσεις τους έχουν συμβάλλει στη δημιουργία του λεγόμενου «χρηματιστηρίου της τέχνης».

-Αρνητική; Γιατί το λέτε αυτό;

-Γιατί οι σημερινοί συλλέκτες αντιμετωπίζονται συχνά από μερίδα της κοινής γνώμης όχι ως εραστές της τέχνης, αλλά ως ψυχροί επενδυτές, που με τις κινήσεις τους έχουν συμβάλλει στη δημιουργία του λεγόμενου «χρηματιστηρίου της τέχνης».

-Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Με αυτό τον τρόπο αποκτούν και μια «χρηματιστηριακή αξία» τα εικαστικά έργα.

-Δεν είναι απαραίτητα κακό, αν υπάρχει και ο αντίστοιχος σεβασμός στον καλλιτέχνη. Απόψεις αρνητικές για τη συλλογή έργων τέχνης ως επενδυτική τακτική φαίνεται να επιβεβαιώνονται κατά καιρούς, από τις ανακοινώσεις διεθνών οίκων δημοπρασιών σχετικά με πωλήσεις έργων σε αστρονομικές τιμές.

Σε τέτοιες περιπτώσεις αναλογίζεται κανείς με αγανάκτηση λόγου χάριν την τραγική φτώχια του Βαν Γκογκ όσο ζούσε, σε αντίθεση με τα τρομακτικά κέρδη που κάποιοι αποκόμισαν πολύ αργότερα στη διεθνή αγορά της τέχνης από τις πωλήσεις των έργων του.

Κάτι που επίσης καταλογίζεται στους συλλέκτες της εποχής μας είναι ότι έχουν στην κατοχή τους και διαθέτουν όπως αυτοί νομίζουν καλλιτεχνικά αγαθά που θα έπρεπε να είναι προσιτά σε όλους.

-Θεωρείτε δηλαδή ότι η ζωή και ο βιοπορισμός ενός καλλιτέχνη είναι συνυφασμένος με το πώς οι συλλέκτες «χειρίζονται» τα έργα του;

-Σε μεγάλο βαθμό. Έχει μάλιστα επισημανθεί και από τεχνοκριτικούς ότι με τις εκθετικές στρατηγικές τους οι συλλέκτες συχνά συμβάλλουν στη δημιουργία συρμών, που επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό όχι μόνο την πορεία της τέχνης αλλά και τις τύχες των καλλιτεχνών.

-Ο κόσμος φυσικά δεν είναι αγγελικά πλασμένος αλλά οι κάποιοι θεωρούμε ότι ο κόσμος της τέχνης είναι πιο ρομαντικός.

-Θα σας απαντήσω με τα λόγια κάποιου που, λόγω επαγγέλματος, γνωρίζει όχι μόνο το προσκήνιο, αλλά και τα παρασκήνια του κόσμου της τέχνης. Στο μυθιστόρημά του «Το Πορτρέτο. Η εκδίκηση είναι τέχνη», που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Άγρα το 2005, ο Iain Pears, ιστορικός τέχνης και συγγραφέας, βάζει τον ζωγράφο ήρωά του να καταγγέλλει τη διασύνδεση τεχνοκριτικών με συλλέκτες και εμπόρους τέχνης και να σκιαγραφεί τις επιπτώσεις της στη ζωή των καλλιτεχνών και στην ίδια την τέχνη ως εξής:

«Πόσο απάνθρωπος είναι ο κόσμος της τέχνης, πόσο πολύ μοιάζει με τη ζούγκλα, όπου επιβιώνει μόνο ο ισχυρότερος! Σηκώνεις το δάχτυλό σου και μια φήμη γεννιέται, κουνάς το κεφάλι και οι ελπίδες που χρόνια καλλιεργούνταν στο ατελιέ… καταβαραθρώνονται για πάντα. Τι κι αν δεν μετακινείς στρατιές, τι κι αν δεν σπέρνεις την καταστροφή σε χώρες μακρινές, όπως οι πολιτικοί και οι στρατηγοί μας; Είσαι πολύ πιο ισχυρός απ’ αυτούς. Αλλάζεις τον τρόπο που σκέφτονται οι άνθρωποι, διαμορφώνεις τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τον κόσμο».

Συχνά οφείλουμε στο δικό τους αισθητήριο (των συλλεκτών) την ανακάλυψη καλλιτεχνών που διαφορετικά θα είχαν μείνει αφανείς

-Έχω όμως την πεποίθηση ότι πολλοί συλλέκτες- και έχω στο μυαλό μου κυρίως τους Έλληνες συλλέκτες- αγαπούν πραγματικά την τέχνη.

-Μα βέβαια! Κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Αν είναι αλήθεια ότι μερικές φορές οι συλλέκτες ενισχύουν το κύρος ορισμένων μορφών τέχνης, καθώς και συγκεκριμένων καλλιτεχνών εις βάρος άλλων – και όχι πάντα με κριτήριο την καλλιτεχνική τους αξία – είναι επίσης αλήθεια ότι εξασφαλίζουν σε πολλούς καλλιτέχνες τη δυνατότητα επιβίωσης και εξέλιξης στον – εκ των πραγμάτων – εμπορευματοποιημένο χώρο της τέχνης.

Και βέβαια, συχνά οφείλουμε στο δικό τους αισθητήριο την ανακάλυψη καλλιτεχνών που διαφορετικά θα είχαν μείνει αφανείς.

Είναι, επίσης, αναμφισβήτητο ότι, εκθέτοντας τις συλλογές τους συμβάλλουν στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε σχέση με την τέχνη, ενώ χρηματοδοτώντας παράλληλα και συνοδευτικές εκδόσεις καταλόγων δημιουργούν και μια παρακαταθήκη για τον μελλοντικό ιστορικό της τέχνης.

Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα του θετικού ρόλου των συλλεκτών στον τόπο μας είναι η πολυεπίπεδη προσφορά στον νεοελληνικό πολιτισμό του Λαρισαίου γιατρού και συλλέκτη Γεωργίου Κατσίγρα. Ο Κατσίγρας ήταν συστηματικός συλλέκτης έργων νεοελληνικής ζωγραφικής, με αφετηρία τον όψιμο 19ο αιώνα και κατάληξη τις δύσκολες, τόσο για τη χώρα όσο και για τον καλλιτεχνικό κόσμο, δεκαετίες του 1950 και 1960. Στήριξε πολλούς ζωγράφους και όχι μόνο οικονομικά. Λόγου χάριν τον Θεσσαλό ζωγράφο Δημήτρη Γιολδάση, με τον οποίο συνδέθηκε και φιλικά, τον φιλοξενούσε κατά διαστήματα σε χώρο της κλινικής του, δίνοντάς του τη δυνατότητα να επισκέπτεται και να ζωγραφίζει εκ του φυσικού τον γειτονικό Πηνειό και τη γέφυρά του, που ήταν από τα αγαπημένα θέματα του καλλιτέχνη.

Επιπλέον, δωρίζοντας το 1981 τη συλλογή του στον Δήμο της Λάρισας με τον όρο να δημιουργηθεί Δημοτική Πινακοθήκη, συνέβαλε και στην πολιτιστική αναβάθμιση της περιφέρειας.

 

-Τελικά, τι είδους συλλέκτες συναντάμε;

-Όταν αναφερόμαστε σε συλλέκτες, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι δεν πρόκειται για ενιαία κατηγορία. Υπάρχουν διάφοροι τύποι συλλεκτών.

Εκείνοι που αγοράζουν έργα με καθαρά επενδυτικά κίνητρα. Αυτοί συνήθως αγοράζουν έργα αναγνωρισμένων καλλιτεχνών, ενώ, όταν επενδύουν και σε ανερχόμενους, το κάνουν ακολουθώντας τις υποδείξεις ειδικών.

Υπάρχουν άλλοι που συνδυάζουν τις επενδυτικές προοπτικές με την προσωπική ευχαρίστηση. Αυτοί είναι καλύτερα πληροφορημένοι και βασίζουν συχνά τις επιλογές τους στο προσωπικό τους αισθητήριο.

Τέλος, υπάρχουν και οι αποκαλούμενοι ‘ρομαντικοί’, που φιλοδοξούν να αναδειχθούν σε ‘μαικήνες’ της εποχής μας και να αφήσουν πίσω τους μια πολιτιστική παρακαταθήκη.

Οι τελευταίοι, δεν περιορίζονται στην αγορά έργων. Συχνά ιδρύουν πολιτιστικά, μη κερδοσκοπικά ιδρύματα για τη διάσωση και την προβολή της καλλιτεχνικής δημιουργίας και χρηματοδοτούν ποικίλες πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Από αυτή την τελευταία κατηγορία προέρχονται οι δωρητές έργων ή και ολόκληρων συλλογών σε κρατικά μουσεία και πινακοθήκες.

Στη χώρα μας αντιπροσωπευτικό τέτοιου είδους παράδειγμα από τον περασμένο αιώνα αποτελεί η συλλεκτική δραστηριότητα του Αντώνη Μπενάκη.

Οι συλλογές του, τις οποίες δώρισε στο κράτος, αποτέλεσαν τον πυρήνα του ομώνυμου μουσείου, ενός από τα πιο γνωστά ελληνικά μουσεία.

 

-Βέβαια. Έτσι έχουν ιδρυθεί και πολλά σημαντικά μουσεία.

-Διεθνώς, είναι γνωστό ότι τα σημαντικότερα κρατικά μουσεία και πινακοθήκες δημιουργήθηκαν, όταν ιδιωτικές συλλογές – ηγεμόνων και αριστοκρατών αρχικά, στους οποίους αργότερα προστέθηκαν για λόγους γοήτρου και πλούσιοι αστοί – παραχωρήθηκαν ή πουλήθηκαν κάποια στιγμή στο δημόσιο.

Για παράδειγμα, το Μουσείο του Λούβρου ιδρύθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, για να στεγάσει τις συλλογές της βασιλικής οικογένειας και των αριστοκρατών που είχαν εθνικοποιηθεί κατά τη Γαλλική Επανάσταση.

Το Βρετανικό Μουσείο συγκροτήθηκε αρχικά με αγορές συλλογών από ιδιώτες, ενώ το Μητροπολιτικό μουσείο της Νέας Υόρκης απόκτησε πλήθος εκθεμάτων χάρη σε δωρεές ιδιωτών συλλεκτών.

Αξίζει πάντως να επισημανθεί ότι όλα τα κρατικά μουσεία στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ εμπλούτισαν τις συλλογές τους με έργα τέχνης και αρχαιότητες από διάφορες περιοχές του κόσμου που υπήρξαν είτε πολεμικά λάφυρα – όπως αυτά που «δώρισε» στο Λούβρο ο Ναπολέοντας μετά τις εκστρατείες του – είτε προϊόντα αρχαιοκαπηλίας. Αποδεικνύεται έτσι ότι και οι κρατικοί συλλεκτικοί φορείς δεν είναι απαλλαγμένοι από τα ανομήματα για τα οποία κατηγορούν πολλοί τους ιδιώτες συλλέκτες.

Και, ενώ τα κρατικά μουσεία εμφανίστηκαν σχετικά αργά στην ανθρώπινη ιστορία – συγκεκριμένα, από την περίοδο του Διαφωτισμού και μετά – ιδιώτες συλλέκτες υπήρχαν σε όλες τις ιστορικές περιόδους με εξαίρεση την ελληνική αρχαιότητα μέχρι την κλασική της περίοδο.

-Ποια θα λέγατε πως είναι τα βαθύτερα κίνητρα όσων επενδύουν χρόνο και χρήμα στη συλλεκτική δραστηριότητα;

-Στο ερώτημα αυτό έχουν δοθεί ποικίλες – λιγότερο ή περισσότερο πειστικές απαντήσεις: Η διαρκής ανάγκη των συλλεκτών για διεύρυνση της συλλογής τους και τα ιδιαίτερα συναισθήματα που – κατά δική τους ομολογία – τους κυριεύουν με κάθε νέο απόκτημα, έχουν ερμηνευθεί ψυχαναλυτικά, ως αποτέλεσμα της υποσυνείδητης τάσης τους να αντισταθμίσουν συμβολικά μια απώλεια που βίωσαν στην πρώτη φάση της ζωής τους.

Οι κοινωνιολογικά προσανατολισμένες ερμηνείες υπογραμμίζουν αντίθετα την τάση των κατά κανόνα οικονομικά εύρωστων συλλεκτών να συσσωρεύσουν πολιτισμικό κεφάλαιο, με απώτερο στόχο τη μεγιστοποίηση της κοινωνικής τους ισχύος.

Τέλος, οι υπαρξιακού χαρακτήρα ερμηνείες βλέπουν τη συλλεκτική δραστηριότητα ως έναν τρόπο διαχείρισης του φόβου απέναντι στο θάνατο.

Όπως όμως και αν το δει κανείς, το βέβαιο είναι ότι οι περισσότεροι συλλέκτες – εξ’ όσων γνωρίζω -διακατέχονται από γνήσιο ενδιαφέρον και αγάπη για την τέχνη. Μάλιστα αρκετοί ανάμεσά τους ομολογούν πως κάποτε ήθελαν να γίνουν και οι ίδιοι ζωγράφοι.

-Θα σας θεωρήσω πάντως από τους τυχερούς καλλιτέχνες. Προσωπικά, μάλλον απολαμβάνετε την εύνοια των συλλεκτών. Εσείς πώς θα ορίζατε τη σχέση σας μαζί τους;

-Η προσωπική μου εμπειρία είναι όντως πολύ θετική. Με αρκετούς συλλέκτες με συνδέουν σχέσεις φιλίας, σεβασμού και αμοιβαίας εκτίμησης.