Έντονη ήταν η αντίδραση του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Νίκου Παρασκευόπουλου μετά από αναφορά του κρατικού καναλιού ότι ο δικός του νόμος ευθύνεται για την απελευθέρωση του Δημήτρη Λιγνάδη, με τον πρώην υπουργό να προειδοποιεί με προσφυγή στη Δικαιοσύνη.
Ειδικότερα, σε δήλωσή του ο Νίκος Παρασκευόπουλος αναφέρει:
«Νάτος πάλι ο Νόμος- Φάντασμα!»
Ο «Νόμος Παρασκευόπουλου» ευθύνεται για την αποφυλάκιση Λιγνάδη, ειπώθηκε από το κρατικό κανάλι και με πρόθυμη αναπαραγωγή από τον κ. Πορτοσάλτε. Ο οποίος «Νόμος Παρασκευόπουλου» είναι τελείως μα τελείως άσχετος αφού η απελευθέρωση Λιγνάδη στηρίζεται όχι σε … αποσυμφορήσεις αλλά στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως ίσχυε και από το 2010.
Ποιόν προσπαθεί να αποπροσανατολίσουν; Μα είναι φανερό, τον ελληνικό λαό. Πώς; Επιχειρώντας να στιγματίσουν χυδαία και με δόλια ψεύδη ένα πολιτικό κόμμα, τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, και το όνομα ενός προσώπου.
Όταν βρισκόμουν στην πολιτική, ποτέ δεν προσέφυγα στη Δικαιοσύνη για τις ύβρεις και τις συκοφαντίες, έχοντας υποδομή για να απαντώ. Σήμερα δεν έχω λόγο να διστάσω.
Εκτός φυλακής ο Λιγνάδης
Υπενθυμίζεται ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης θα βρεθεί εκτός φυλακής με απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, που έκρινε ότι πρέπει να του δοθεί αναστολή στην εκτέλεση της ποινής μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό.
Η απόφαση ελήφθη κατά πλειοψηφία (4-3), μειοψηφουσών 2 ενόρκων και μιας συνέδρου που είχαν τη γνώμη να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Σύμφωνα με τους όρους αποφυλάκισης του επιβλήθηκαν ομόφωνα: απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του 3 φορές το μήνα και εγγύηση 30.000.
Αξίζει να σημειωθεί πως κατά πλειοψηφία αποφασίστηκε και η ποινή για τον κατηγορούμενο Δημήτρη Λιγνάδη.
Για την μια πράξη του βιασμού για την οποία κρίθηκε ένοχος το δικαστήριο με ψήφους τεσσάρων έναντι τρίτων αποφάσισε να επιβληθεί ποινή δέκα ετών κάθειρξη, ενώ για τη δεύτερη πράξη του βιασμού με την ίδια πλειοψηφία (4-3) κρίθηκε ότι πρέπει να του επιβληθεί ποινή κάθειρξης πέντε ετών.
Ο εισαγγελέας εισηγήθηκε η τελική ποινή να οριστεί στα δώδεκα χρόνια κάθειρξη.