Το μήνυμα πως η Fed δεν θα βιαστεί να προχωρήσει σε νέες περικοπές των επιτοκίων επανέλαβε ο Τζερόμ Πάουελ κατά τη σημερινή ακρόαση του ενώπιον της Επιτροπής Τραπεζικών Υποθέσεων της Γερουσίας, επιμένοντας να πηγαίνει κόντρα στις πιέσεις που ασκούνται από τον Ντόναλντ Τραμπ για μείωση του κόστους δανεισμού. Επανέλαβε δε, την πάγια δέσμευση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας για τη μείωση του πληθωρισμού.

«Με τη νομισματική μας πολιτική να είναι πλέον αισθητά λιγότερο περιοριστική από ό,τι στο παρελθόν και την οικονομία να παραμένει ισχυρή, δεν χρειάζεται να βιαστούμε να αναπροσαρμόσουμε τη στάση μας» ξεκαθάρισε κατά την καθιερωμένη εξάμηνη ακρόαση του.

«Γνωρίζουμε ότι η μείωση της πολιτικής πολύ γρήγορα ή υπερβολικά θα μπορούσε να εμποδίσει την πρόοδο στην επιβράδυνση του πληθωρισμού. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η υπερβολικά αργή ή περιορισμένη μείωση θα μπορούσε να αποδυναμώσει αδικαιολόγητα την οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση» επεσήμανε.

Θυμίζουμε πως το συμβούλιο κράτησε στάση αναμονής στη συνεδρίαση του Ιανουαρίου, μετά από τρεις περικοπές την περσινή χρονιά, ενώ έστειλε μήνυμα για παρατεταμένη παύση έως ότου διαπιστώσει τον αντίκτυπο της μέχρι τώρα νομισματικής χαλάρωσης, αλλά και την επιρροή που θα ασκήσουν τα μέτρα Τραμπ στα δεδομένα της οικονομίας και δη, του πληθωρισμού.

Για το λόγο αυτό, εξάλλου, αναλυτές και traders δεν «βλέπουν» μεγάλες πιθανότητες νέας μείωσης πριν το καλοκαίρι και τη συνεδρίαση του Ιουνίου.

Η τρέχουσα οικονομική κατάσταση και η στάση της Fed

Όσον αφορά τα οικονομικά δεδομένα, ο κ. Πάουελ χαρακτήρισε την οικονομία «γενικά ισχυρή», κυρίως χάρη στην ώθηση από τις καταναλωτικές δαπάνες. Πρόσθεσε δε, πως και οι συνθήκες στην αγορά εργασίας «παραμένουν σταθερές» με τον μέσο όρο των μηνιαίων προσλήψεων να κινείται πάνω από τις 189.000 μέσα στους τελευταίους τέσσερις μήνες και τον δείκτη της ανεργίας να διαμορφώνεται τον Ιανουάριο στο «χαμηλό», όπως τόνισε, 4%.

Όσον αφορά τον πληθωρισμό, αν και ο δείκτης υποχωρεί, τόνισε πως παραμένει «κάπως αυξημένος» και σαφώς πάνω από τον στόχο του 2% που έχει θέσει η κεντρική τράπεζα.

Μάλιστα αναφέρθηκε ειδικά στο δείκτη τιμών προσωπικών καταναλωτικών δαπανών (PCE), που αποτελεί και τον «αγαπημένο» πληθωριστικό δείκτη της κεντρικής τράπεζας, επισημαίνοντας πως εκτιμάται πως θα μείνει πάνω από το όριο του 2% καθ’ όλη τη διάρκεια του 2025, περιορίζοντας έτσι τα περιθώρια ευελιξίας του συμβουλίου.

«Παρακολουθούμε προσεκτικά τους κινδύνους και στις δύο πλευρές της διπλής μας εντολής ,και η πολιτική μας είναι κατάλληλα διαμορφωμένη για να αντιμετωπίσει τις αβεβαιότητες που αντιμετωπίζουμε», υποστήριξε.

Σε κάθε περίπτωση, υπό αυτές τις συνθήκες, δεν υπάρχει άμεση ανάγκη για περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.

Οι πρώτες ακροάσεις επί Τραμπ

Τα σχόλια του Πάουελ έγιναν στην πρώτη από τις δύο προγραμματισμένες εμφανίσεις του στο Καπιτώλιο αυτή την εβδομάδα, που είναι και οι πρώτες μετά την αλλαγή σκυτάλης σε Λευκό Οίκο και Κογκρέσο.

Μετά τη σημερινή ακρόαση του στην Επιτροπή Τραπεζικών Υποθέσεων της Γερουσίας, την Τετάρτη αναμένεται να καταθέσει στην Επιτροπή Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών της Βουλής των Αντιπροσώπων.

Η σημερινή τοποθέτηση του Πάουελ κινήθηκε στη γραμμή που υιοθέτησε μετά το πέρας της τελευταίας συνεδρίασης της Fed, αλλά και σε ευθυγράμμιση με τις δηλώσεις που έχουν κάνει και έτερα στελέχη της κεντρικής τράπεζας της τελευταίες ημέρες επαναλαμβάνοντας την ανάγκη το συμβούλιο να κινηθεί στο εξής προσεκτικά.

Ο «ελέφαντας» στο δωμάτιο

Εξάλλου, μπορεί ο Τζέι Πάουελ να απέφυγε να αναφερθεί ειδικά στον αντίκτυπο της οικονομικής πολιτικής Τραμπ, όμως είναι σαφές ότι αυτό που κυρίως απασχολεί το συμβούλιο είναι η πιθανή αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων λόγω των δασμών και της σκληρής μεταναστευτικής πολιτικής.

Αν και ο πρόεδρος της Fed απέφυγε εσκεμμένα να αναφέρθηκε άμεσα στο ζήτημα των δασμών και της πολιτικής Τραμπ στην κεντρική τοποθέτηση του, αν και η συζήτηση σύντομα επεκτάθηκε προς την κατεύθυνση αυτή μέσα από τις ερωτήσεις που του έθεσαν οι Γερουσιαστές.

Ενδεικτικά η Δημοκρατική Γερουσιαστής και μέλος της προοδευτικής πτέρυγας του κόμματος, Ελίζαμπεθ Γουόρεν, προειδοποίησε σε αυστηρό τόνο τον πρόεδρο της Fed πως οφείλει να αποφύγει να εμπλακεί σε πολιτικά παιχνίδια για το υπόλοιπο της θητείας του, που ολοκληρώνεται το Μάιο του 2026, ξεκαθαρίζοντας πως κάτι τέτοιο θα θίξει τον ίδιο τον θεσμό της κεντρικής τράπεζας.

Ο ίδιος έδειξε να συμφωνεί, δηλώνοντας πως σε κάθε περίπτωση δεν είναι δουλειά της Fed να σχολιάζει, πόσο μάλλον να ασχολείται με την εμπορική πολιτική και τους δασμούς. «Η δουλειά μας είναι να προσπαθούμε να αντιδράσουμε (στους δασμούς) με έναν προσεκτικό και λογικό τρόπο και να διαμορφώνουμε τη νομισματική πολιτική, έτσι ώστε να μπορούμε να επιτύχουμε την εντολή μας» εξήγησε, κρατώντας αποστάσεις από το θέμα.

Πάντως, όπως δεν είναι δουλειά της Fed να ασχολείται ή να σχολιάζει την εμπορική πολιτική, αντιστοίχως δεν είναι δουλειά και του Λευκού Οίκου να ασχολείται με το τι πράττει η κεντρική τράπεζα. Αυτό ουσιαστικά άφησε να εννοηθεί, όταν σε ερώτηση που δέχτηκε αναφορικά με την πρόθεση του Ντόναλντ Τραμπ να απομακρύνει κάποιο μέλος του συμβουλίου (ουσιαστικά τον ίδιο τον Πάουελ), ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας ήταν ξεκάθαρος: «Είναι απολύτως σαφές πως κάτι τέτοιο δεν επιτρέπεται από τον νόμο» δήλωσε, κλείνοντας ρητά και συνοπτικά το θέμα. 

Τα stress tests και η Βασιλεία ΙΙΙ

Ο κ. Πάουελ δεν απέφυγε τις αιχμές κυρίως από Δημοκρατικούς Γερουσιαστές για τον τρόπο που η Fed «ενέδωσε» στις πιέσεις του τραπεζικού λόμπι και του Λευκού Οίκου αναφορικά με το περιεχόμενο των φετινών stress tests των τραπεζών, καθώς τα νέα σενάρια θεωρήθηκαν από την αγορά και τους αναλυτές ως σαφώς λιγότερο «σκληρά» σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.

Για υποχώρηση της Fed στις πολιτικές πιέσεις έκανε λόγο και ο Ρεπουμπλικάνος Γερουσιαστής, Τιμ Σκοτ, αναφερόμενος στο ζήτημα της στάσης της έναντι της κλιματικής αλλαγής και της εναρμόνισης των κανόνων της αμερικανικής τραπεζικής αγοράς με την Βασιλεία ΙΙΙ. Ειδικά για το τελευταίο, ο κ. Πάουελ ξεκαθάρισε πως η Fed παραμένει «πλήρως δεσμευμένη» στην εισαγωγή των διεθνών κανονισμών και κριτηρίων της Βασιλείας ΙΙΙ όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.

Το τελευταίο δεν είναι κάτι που βλέπουν με… καλό μάτι οι κορυφαίοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι, που έχουν ασκήσει πιέσεις στον νέο Λευκό Οίκο για χαλάρωση των ρυθμιστικών κανόνων κυρίως όσον αφορά τα επίπεδα κεφαλαιακής επάρκειας, που έγιναν πιο σκληροί μετά το κραχ των μικρών περιφερειακών τραπεζών, την άνοιξη του 2023. 

Σε κάθε περίπτωση, οι περισσότεροι Γερουσιαστές ανεξαρτήτως κόμματος κάλεσαν την κεντρική τράπεζα να συνεχίσει την νομισματική χαλάρωση με νέες περικοπές των επιτοκίων για την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας.

Διαβάστε ακόμη: