Από τις αρχές του 2020, η πανδημία του κορωνοϊού και τα μέτρα περιορισμού της επηρέασαν έντονα τις οικονομίες και τους πολίτες των κρατών μελών. Οι συνέπειες των υγειονομικών περιορισμών, των πρωτοκόλλων υγείας και των προσαρμογών των εργασιακών πρακτικών είναι εμφανείς στα στοιχεία της αγοράς εργασίας για το 2020.
Στο πλαίσιο της ανάλυσης των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, ο φορέας των Ευρωπαίων ΜμΕ «SMEunited» δημοσίευσε σχετική έκθεση, σχετικά με τον κοινωνικοοικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας και των μέτρων περιορισμού στην αγορά εργασίας και στα νοικοκυριά.
Ιδιαίτερη μάλιστα έμφαση δίνεται στις αρνητικές συνέπειες που αντιμετωπίζουν οι αυτοαπασχολούμενοι, που έχουν επηρεαστεί δυσανάλογα από την κρίση. Τα εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας πρέπει λοιπόν να παρέχουν στοχοθετημένα μέτρα που θα επιτρέπουν την ταχεία ανάκαμψη και επανενεργοποίηση για τις μικρές επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους.
Σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων της έκθεσης από το ΕΒΕΠ, οι αυτοαπασχολούμενοι υπέφεραν περισσότερο από τις μειώσεις στο εισόδημα και στις ώρες εργασίας από ό,τι οι εργαζόμενοι. Η λογική πρέπει να βρεθεί τώρα στα κενά, σε επίπεδο ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο, που αφορούν στην κοινωνικοοικονομική προστασία των αυτοαπασχολούμενων, τα οποία ήδη υπήρχαν πριν από το πρώτο ξέσπασμα πανδημίας.
Επιπλέον, ο αντίκτυπος της κρίσης είναι ορατός στην έντονη αύξηση των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι αυτοαπασχολούμενοι και στα περισσότερα από μισό εκατομμύριο κλεισίματα επιχειρήσεων που προκλήθηκαν από την πανδημία κατά τη διάρκεια του 2020.
Γενικά, οι αυτοαπασχολούμενοι μειώθηκαν κατά 500.000 σε ετήσια βάση και ανέφεραν περισσότερες οικονομικές δυσκολίες από τους υπαλλήλους στις έρευνες που διεξήχθησαν κατά τη διάρκεια της κρίσης. Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο το 58% των αυτοαπασχολούμενων αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες λόγω της πανδημίας.
Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τον Σεπτέμβριο του 2020, ανακοίνωσε πως το 75% των αυτοαπασχολούμενων παρουσιάζει αρνητική οικονομική επίπτωση. Στην πραγματικότητα, παρά τα μεγάλα όρια των βραχυπρόθεσμων συστημάτων εργασίας και παρόμοιων μέσων, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι αυτοαπασχολούμενες ομάδες αποκλείστηκαν.
Η απουσία αυτών των συστημάτων για τις αναφερόμενες κατηγορίες οφείλεται κυρίως στην αδυναμία τους να διαπραγματευτούν συλλογικά, την έλλειψη ή περιορισμένη έκταση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και την απουσία συστήματος ελάχιστου εισοδήματος.
Η έρευνα του Eurofound«Living, Working and COVID-19»
Η ηλεκτρονική έρευνα του Eurofound«Living, Working and COVID-19» έδειξε ότι η πιθανότητα να μείνουν άνεργοι κατά τη διάρκεια της κρίσης ήταν πολύ υψηλότερη για τους αυτοαπασχολούμενους (13%) από τους εργαζομένους (8%) και τους αυτοαπασχολούμενους με υπαλλήλους (2,3%).
Σε όλη τη διάρκεια του 2020 οι αυτοαπασχολούμενοι ανέφεραν μεγαλύτερη μείωση των ωρών εργασίας, περίπου -18,2% και του εισοδήματος από τους κανονικούς υπαλλήλους. Επιπλέον, ο κίνδυνος ανεργίας είναι μεγαλύτερος σε εκείνους τους τομείς που επηρεάζονται έντονα από την κρίση, δηλαδή ο τομέας προσωπικών και επιχειρηματικών υπηρεσιών.
Σε σύγκριση με τους εργαζομένους, τα δυσανάλογα μειονεκτήματα που υπέστησαν οι αυτοαπασχολούμενοι απαιτούν άμεσα στοχοθετημένα μέτρα για τον μετριασμό αυτών των επιπτώσεων. Μέχρι στιγμής, τα έτρα στήριξης στην ΕΕ για τους αυτοαπασχολούμενους δείχνουν αδυναμίες στα κριτήρια επιλεξιμότητας, την διάρκεια και την κάλυψη. Κατά συνέπεια, τα ισχύοντα μέτρα πρέπει να προσαρμοστούν, τόσο για τη διάρκεια της κρίσης, όσο και για την επόμενη μέρα.
Τέλος, κρίνεται απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν τα Εθνικά Σχέδια Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για να επενδύσουν σε μια ταχεία ανάκαμψη των ΜμΕ και των αυτοαπασχολούμενων, ώστε, μέσω της ενδυνάμωσης και μεγέθυνσης των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, να τους καθοδηγήσουν προς την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ , Βασίλης Κορκίδης, δήλωσε μεταξύ άλλων ότι, οι μικρομεσαίοι και αυτοαπασχολούμενοι στην ΕΕ-27, σύμφωνα με τα στοιχεία, επιβεβαιώνεται πως υπέφεραν περισσότερο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενώ τα ευρωπαϊκά μέτρα στήριξης πράγματι δείχνουν αδυναμίες στα κριτήρια επιλεξιμότητας, τη διάρκεια και την κάλυψη.
Η Ελλάδα όμως αποτελεί εξαίρεση του ευρωπαϊκού κανόνα, αφού, λόγω του μικρού μεγέθους των περισσότερων επιχειρήσεων και του μεγάλου αριθμού των αυτοαπασχολουμένων, τα μέτρα οικονομικής στήριξης στόχευσαν και συνεχίζουν να έχουν αποδέκτες αυτές τις κατηγορίες, που άλλωστε αποτελούν το 99% της οικονομίας μας.
Εργατικό δυναμικό και νοικοκυριά
Από τα στοιχεία της εν λόγω έκθεσης προκύπτει ότι, στην ΕΕ, το ποσοστό απασχόλησης μειώθηκε, μεταξύ 2019 και 2020, κατά 1,7% με 3,9 εκατ. λιγότερους εργαζόμενους. Οι ώρες εργασίας μειώθηκαν κατά 5,3% με 6,5 ώρες την ημέρα. Το ποσοστό ανεργίας ανήλθε στο 7,3% και σε 15,7 εκατ. περισσότερους άνεργους.
Οι αδρανείς εργαζόμενοι που δεν απασχολούνται και δεν αναζητούν εργασία έφτασαν το 17%. Οι γυναίκες και οι νέοι είναι οι κατηγορίες εργαζομένων με τις μεγαλύτερες επιπτώσεις λόγω της μεγάλης παρουσίας τους στον τομέα των υπηρεσιών, που πλήττεται έντονα από την κρίση. Η τηλεργασία πάντως έσωσε τόσες θέσεις εργασίας όσες και τα συστήματα Μειωμένου Χρόνου Εργασίας (STW), αλλά ενίσχυσε τις ανισότητες μεταξύ του εργατικού δυναμικού.
Τα καθεστώτα στήριξης κάλυψαν περισσότερους από 42 εκατ. εργαζομένους σε ολόκληρη την ΕΕ το 2020. Με την παράταση της κρίσης, τα κριτήρια διάρκειας και επιλεξιμότητας αυτών των συστημάτων επεκτάθηκαν, ώστε να είναι πιο περιεκτικά. Κατά συνέπεια, τα συστήματα STW επέτρεψαν στις ΜμΕ να διατηρήσουν ένα σταθερό επίπεδο του εργατικού τους δυναμικού.
Παράλληλα, η κρίση έχει ισχυρότερο αντίκτυπο στις πιο ευάλωτες κατηγορίες: αυτοαπασχολούμενοι, μονογονεϊκά νοικοκυριά, νοικοκυριά σε κίνδυνο φτώχειας κ.λπ. Η απώλεια της ευημερίας των νοικοκυριών είναι ορατή σε διάφορα στοιχεία: μείωση της κατανάλωσης, απώλεια ακαθάριστου εισοδήματος και διακοπή των υπηρεσιών. Οι έρευνες σε όλη την Ευρώπη κατά τη διάρκεια της πανδημίας αναφέρουν γενικευμένη επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών και αύξηση του κινδύνου φτώχειας.
Αυτά τα φαινόμενα έχουν ως αποτέλεσμα να ωθούν τους ανθρώπους, είτε να αντλήσουν αποταμιεύσεις, είτε να χρεωθούν. Από την άλλη πλευρά, δεδομένης της αυξανόμενης αβεβαιότητας σχετικά με το μέλλον και τη διάρκεια της κρίσης, αλλά και τις ελλείψεις ευκαιριών για να ξοδέψουν, το 2020 τα νοικοκυριά αύξησαν την τάση τους για εξοικονόμηση περίπου 17%.
Έχουν εφαρμοστεί μέτρα αναστολής στεγαστικών δανείων και αναβολής ενοικίου, καθώς και μέτρα κοινωνικής υποστήριξης για τον περιορισμό των αρνητικών επιπτώσεων στα νοικοκυριά. Παρ ‘όλα αυτά, υπάρχουν αμφιβολίες για τη μακροπρόθεσμη επίπτωση αυτών των μέτρων.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr.