Οι συνεχείς επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος των οικιακών καταναλωτών κρατούν το κόστος σε «λογικά» επίπεδα (ούτε φθηνό αλλά ούτε και πανάκριβο) σε σχέση με την αντίστοιχη μέση τιμή της κιλοβατώρας στην Ε.Ε
Τον Ιούνιο μειώθηκαν κατά 2% οι τιμές ηλεκτρικού ρεύματος για τα νοικοκυριά της Αθήνας σε σχέση με τον Μάιο, όπως προκύπτει από τις μηνιαίες τιμοληψίες του HEPI (Household Energy Price Index) σε 33 ευρωπαϊκές πόλεις.
Τα στοιχεία της μηνιαίας έρευνας προκύπτουν από τον δείκτη τιμών ενέργειας οικιακής χρήσης (HEPI) που διεξάγουν οι ρυθμιστικές αρχές ενέργειας της Αυστρίας (EnergieControl) και της Ουγγαρίας (MEKH) για τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ.
Έτσι η μέση τιμή του ρεύματος για τα νοικοκυριά στην πρωτεύουσα της Ελλάδας διαμορφώθηκε τον περασμένο μήνα στα 0,233 ευρώ/kWh, όταν στην ΕΕ των 27 ήταν στα 27,08 ευρώ/kWh και στις 33 πόλεις η μέση τιμή ήταν στα 0,256 ευρώ.
Η κυβέρνηση επεξεργαζόταν εναλλακτικές λύσεις για τα μέτρα που ψήφισε την περασμένη εβδομάδα όπως το πλαφόν στα έσοδα των ηλεκτροπαραγωγών από τη χρηματιστηριακή αγορά ενέργειας και την αναστολή ρήτρας αναπροσαρμογής.
Οι επιδοτήσεις που σχεδιάστηκαν ήθελαν ανώτατο όριο των τιμών του TTF στα 110 με 120 ευρώ/MWhπου να διαμορφώνει τους λογαριασμούς ρεύματος τιμές της κιλοβατώρα 0,145 με 0149 ευρώ.
Η εκτόξευση όμως του TTF μία ανάσα πριν από τα 150 ευρώ/MWhθα οδηγήσει τις εκτιμήσεις σε υψηλότερα επίπεδα.
Ο Αύγουστος θα είναι ένας καυτός μήνας καθώς η μέση χονδρεμπορική ρεύματος θα οδηγηθεί στα 360 ευρώ/MWh και οι ονομαστικές τιμές λιανικής ρεύματος στα 0,50 ευρώ/kWh, έναντι 0,36 με 0,40 ευρώ/kWh, σήμερα.
Οι νέες συνθήκες για τα νοικοκυριά!
Το επόμενο δεκαήμερο είναι ιδιαίτερα κρίσιμο ως προς τη λειτουργία του έκτακτου μηχανισμού παρέμβασης στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.
Μέσα στην εβδομάδα αναμένεται να εκδοθεί η υπουργική απόφαση που θα ορίσει τις ανώτατες τιμές αποζημίωσης των ηλεκτροπαραγωγών με βάση την τεχνολογία που χρησιμοποιούν και το ύψος τους θα καθορίσει το μέγεθος των εσόδων που θα αντλήσει το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης προκειμένου να ενισχύσει στη συνέχεια τους λογαριασμούς ρεύματος.
Οι βασικές αλλαγές είναι οι εξής:
Α) Οι επιδοτήσεις
Το κράτος επιχορηγεί μέσα από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης τους λογαριασμούς ρεύματος όλων των νοικοκυριών κι επιχειρήσεων.
Πρόκειται για πόρους που θα προέρχονται από το πλαφόν στο χρηματιστήριο ενέργειας, τα δικαιώματα εκπομπών αέριων ρύπων και το ΕΤΜΕΑΡ.
Επίσης το ΤΕΜ θα ενισχυθεί και από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Εκτιμάται πως το Ταμείο για το δεύτερο εξάμηνο του έτους θα διαθέσει πάνω από 2,5 δις. ευρώ στους λογαριασμούς ρεύματος.
Οι επιδοτήσεις είναι αυτές που επί της ουσίας θα καλύπτουν μεγάλο μέρος των αυξήσεων των τιμών της κιλοβατώρας.
Β) Οι τιμές ρεύματος
Οι προμηθευτές ρεύματος, με βάση τις νέες διατάξεις, υποχρεούνται να αναρτούν τις τιμές της κιλοβατώρας (χωρίς τις επιδοτήσεις) δύο μήνες νωρίτερα από την εφαρμογή τους.
Η πρώτη φορά θα είναι στις 10 Ιουλίου και θα αφορούν στις τιμές του Αυγούστου. Η δεύτερη φορά θα είναι στο τέλος Ιουλίου και θα αφορούν τον Σεπτέμβριο.
Με δεδομένη την τιμή του TTF στα 147 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, οι εκτιμήσεις της αγοράς δείχνουν να ορίζουν τιμές λιανικής ρεύματος ακόμη και στα 0,50 ευρώ/kWh.
Γ) Το πλαφόν
Από την 1η Ιουλίου ισχύει και στην πράξη ο νέος μηχανισμός παρέμβασης στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Για κάθε τεχνολογία ηλεκτροπαραγωγής θα ορίζεται ανώτατη τιμή αποζημίωσης.
Θα υπάρχει πλαφόν στα έσοδα των ηλεκτροπαραγωγών στη χρηματιστηριακή αγορά ενέργειας.
Θα λειτουργεί έως την 1η Ιουνίου του 2023. Η Οριακή Τιμή Συστήματος θα διαμορφώνεται κανονικά με βάση τις προσφορές των παραγωγών ρεύματος. Οι τελευταίοι όμως θα χάνουν μέρος των εσόδων τους.
Θα παρακρατούνται τα ποσά που προκύπτουν από τη διαφορά ανάμεσα στην ΟΤΣ και τις ανώτατες τιμές αποζημίωσης που θα λαμβάνουν οι παραγωγοί για το ρεύμα που πουλάνε στο χρηματιστήριο. Τα ποσά αυτά θα μεταφέρονται στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης.
Δ) Αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής
Αναστέλλεται για τις καταναλώσεις από 1 Αυγούστου 2022 και έως 1 Ιουλίου 2023 η ρήτρα αναπροσαρμογής.
Πλέον οι καταναλωτές δεν θα βλέπουν στους λογαριασμούς τους τη χρέωση της ρήτρας αναπροσαρμογής.
Ωστόσο οι προμηθευτές ρεύματος θα ενσωματώσουν στις χρεώσεις προμήθειας το κόστος που μετακυλούσαν στους λογαριασμούς με τη λειτουργία της ρήτρας αναπροσαρμογής.
Ε) Πιο εύκολη η αλλαγή παρόχου- Νέα έντυπα λογαριασμών
Η κυβέρνηση σε μία προσπάθεια να πιέσει τους προμηθευτές ρεύματος ώστε να διαμορφώνουν χαμηλές τιμές και να εντείνει τον ανταγωνισμό αποφάσισε να καταργήσει την ποινή πρόωρης αποχώρησης των πελατών από τους προμηθευτές τους.
Το αποτέλεσμα θα είναι οι καταναλωτές να μετακινούνται πιο εύκολα και χωρίς κόστος από από πάροχο σε πάροχο.
Επίσης, στα έντυπα των λογαριασμών θα φαίνονται ευκρινώς το ποσά της χρέωσης για την κατανάλωση ρεύματος καθώς και το ποσό της επιδότησης του ΤΕΜ.
Στα έντυπα επίσης δεν θα υπάρχει και η χρέωση της ρήτρας αναπροσαρμογής.
Που διαφωνούν οι πάροχοι
1. Οι πάροχοι θα αναγκάζονται να κάνουν εκτιμήσεις δύο μήνες νωρίτερα, αναλαμβάνοντας ρίσκο, δηλαδή θα ενσωματώσουν τη ρήτρα αναπροσαρμογής στις χρεώσεις της κιλοβατώρας.
Έτσι, αν οι τιμές ρεύματος και αερίου στο ενδιάμεσο δύο μηνών κινηθούν καθοδικά και οι προμηθευτές έχουν εκτιμήσει υψηλές τιμές, είναι πιθανό να οδηγηθούμε σε επιδότηση των κερδών των εταιρειών ενέργειας.
2. Η ελεύθερη μετακίνηση των πελατών ρεύματος διευκολύνει τους κακοπληρωτές. Είναι πιθανό οι εταιρείες να γεμίσουν με οφειλέτες αλλά και ο ΔΕΔΔΗΕ να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις αποκοπές των φορτίων για όσους δεν πληρώνουν τους λογαριασμούς.
3. Όσο ανεβαίνουν οι τιμές φυσικού αερίου και χονδρεμπορικής ρεύματος, τόσο το κράτος είναι πιθανόν να οδηγείται σε πιο αυξημένες επιδοτήσεις. Είναι πιθανόν να μην αρκούν οι επιδοτήσεις του ΤΕΜ.
Τι λέει ο ΗΕΡΙ για το νέο μηχανισμό
Ο HEPI κάνει ειδική αναφορά στον προσωρινό μηχανισμό ανάκτησης μέρους των εσόδων στην αγορά επόμενης μέρας που ξεκίνησε να εφαρμόζει η Ελλάδα: «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε τον νέο μηχανισμό της ελληνικής αγοράς ενέργειας, μετά από παρόμοιες εγκρίσεις για την Ισπανία και την Πορτογαλία, επιτρέποντας την παρέμβαση στην εγχώρια αγορά ενέργειας για τον περαιτέρω μετριασμό των επιπτώσεων της αύξησης των τιμών της ενέργειας», αναφέρει στο μηνιαίο report και εξηγεί:
«Από τον Ιούλιο του 2022, ο νέος προσωρινός μηχανισμός, που αποφασίστηκε να ισχύσει για 1 έτος, εισάγει ανώτατο όριο τιμών χονδρικής στα κέρδη των παραγωγών με βάση κάθε πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (φυσικό αέριο, λιγνίτη, ΑΠΕ και υδροηλεκτρική ενέργεια).
Έτσι, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα αποσυνδεθεί από την εκτίναξη της τιμής του φυσικού αερίου, η οποία καθόριζε την τιμή ανταλλαγής για όλες τις τεχνολογίες πρόσφατα, ως η πιο ακριβή πηγή παραγωγής. Το Χρηματιστήριο Ενέργειας (EnEx) θα είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία του νέου μηχανισμού μέσω της αγοράς επόμενης ημέρας», αναφέρει μεταξύ άλλων προσθέτοντας και την αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής αλλά και τη συνέχιση της επιδότησης των λογαριασμών ρεύματος.
Σύμφωνα με το HEPI για τον Ιούνιο οι μεγαλύτερες αυξήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος των οικιακών καταναλωτών καταγράφηκαν στο Ελσίνκι και το Ταλίν (14%), στη Λευκωσία, το Παρίσι και τη Στοκχόλμη (5%), στη Ρώμη (4%) καθώς και στη Ρίγα και το Λονδίνο (2%).
Στον αντίποδα μειώσεις καταγράφηκαν κατά 11% στο Άμστερνταμ, 7% στο Βερολίνο, 6% στο Όσλο, 4% στη Βιέννη, 3% στις Βρυξέλλες και 2% όπως προαναφέρθηκε στην Αθήνα.
Ορισμένες από τις πόλεις που μελετήθηκαν (συγκεκριμένα το Ταλίν, η Λευκωσία, το Παρίσι, η Ρώμη, η Ρίγα, η Πράγα και το Ζάγκρεμπ) έφτασαν σε νέα υψηλά επίπεδα ρεκόρ, ενώ άλλες είδαν μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, κυρίως λόγω των εκτεταμένων μέτρων που έχουν εφαρμοστεί από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για τον μετριασμό των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης στους λογαριασμούς των νοικοκυριών.
Ωστόσο, οι τιμές παραμένουν σημαντικά υψηλότερες σε σύγκριση με εκείνες που ίσχυαν πριν από ένα χρόνο, γεγονός που μπορεί να αποδοθεί σε έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως η αυξημένη ζήτηση που συνδέεται με την οικονομική ανάκαμψη μετά την πανδημία και τις έκτακτες καιρικές συνθήκες, οι τιμές ρεκόρ για το φυσικό αέριο σε συνδυασμό με τις αποθήκες φυσικού αερίου χαμηλού επιπέδου και τα υψηλά δικαιώματα εκπομπών CO2.
Οι υψηλές τιμές της ενέργειας επηρεάστηκαν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στα τέλη Φεβρουαρίου 2022, την επακόλουθη αβεβαιότητα σχετικά με την ενεργειακή ασφάλεια και τις πρόσφατες μειωμένες παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου ή τον πλήρη τερματισμό του εφοδιασμού σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.