Κατά την Ε.Ε. οι ειδικές ανά χώρα καταστάσεις θα εξακολουθήσουν να λαμβάνονται υπόψη μετά την απενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής. Σε περίπτωση που σε ένα κράτος μέλος δεν έχει γίνει ανάκαμψη στο προ της κρίσης επίπεδο οικονομικής δραστηριότητας, θα αξιοποιούνται πλήρως όλες οι υφιστάμενες δυνατότητες ευελιξίας στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ιδίως όταν προτείνονται κατευθυντήριες γραμμές δημοσιονομικής πολιτικής. Από κει και πέρα, η Κομισιόν επισημαίνει ότι, τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης θα πρέπει να αποφεύγουν τη δημιουργία μόνιμης επιβάρυνσης για τα δημόσια οικονομικά.
Θα πρέπει να παραμείνουν προσωρινά και στοχευμένα, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η υποστήριξη στην ανάκαμψη χωρίς να προδικάζονται μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές στρατηγικές. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν μόνιμα μέτρα, θα πρέπει να τα χρηματοδοτήσουν κατάλληλα για να διασφαλίσουν τη δημοσιονομική ουδετερότητα μεσοπρόθεσμα. Αυτή η επισήμανση θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια αναφορά της Κομισιόν στα περιβόητα “ισοδύναμα μέτρα”, όπως τα μάθαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Στη φάση για την ανάκαμψη…
Τέλος, καθώς η οικονομία και οι μεμονωμένοι τομείς μεταβαίνουν στη φάση για την ανάκαμψη, οι αρχές θα πρέπει να εντείνουν τις ενεργές πολιτικές της αγοράς εργασίας σύμφωνα με τη σύσταση για την αποτελεσματική ενεργό υποστήριξη για την απασχόληση (EASE). Τα στοχευμένα μέτρα υποστήριξης θα βοηθήσουν τις βιώσιμες αλλά και τις ευάλωτες επιχειρήσεις να ανοίξουν ξανά και να προσαρμόσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα. Η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει επίσης να δίνει προτεραιότητα στις υψηλότερες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, υποστηρίζοντας παράλληλα τις απαραίτητες μεταβάσεις προς μια πράσινη και ψηφιακή οικονομία.
Τι θα γίνει στην περίπτωση της Ελλάδας
Σε σχετική δήλωση, ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταϊκούρας επεσήμανε μεταξύ άλλων, ότι οι προτάσεις αυτές ικανοποιούν απόλυτα τις προτεραιότητες της Ελληνικής Κυβέρνησης, όπως αυτές έχουν κατατεθεί στο Eurogroup και στο Ecofin. Η συνέχιση της δημοσιονομικής ευελιξίας – λαμβάνοντας, πάντα, υπόψη τα εκάστοτε διαθέσιμα ταμειακά περιθώρια της χώρας – και το υπόλοιπο πλέγμα προτάσεων δίνουν τη δυνατότητα να επεκταθεί, για όσο χρειαστεί, η στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, με αποτελεσματικά, στοχευμένα και κοινωνικά δίκαια μέτρα, χωρίς, όμως, να οδηγηθούμε σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό.
Πέρα όμως από τις δηλώσεις ικανοποίησης, υπάρχει και μια σκληρή πραγματικότητα που καλείται να αντιμετωπίσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, αν και είναι αλήθεια, ότι του “λύνονται τα χέρια” κάπως, με τις ανακοινώσεις της Κομισιόν περί περαιτέρω δημοσιονομικής χαλάρωσης και το 2022. Η παράταση, ουσιαστικά, του σκληρού lockdown στην Αττική και σε άλλες περιφέρειες της χώρας, μαζί με την αυστηροποίηση των περιοριστικών μέτρων, διευρύνουν τις οικονομικές απώλειες και πιέζουν ασφυκτικά τον κρατικό προϋπολογισμό.
Οι παρεμβάσεις
Είναι ενδεικτικό άλλωστε το γεγονός ότι, οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις ενίσχυσης της οικονομίας έως το τέλος Φεβρουαρίου αγγίζουν τα 27 δισ. ευρώ. Επίσης, ήδη έχουν εξαγγελθεί μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού, ύψους 11,6 δις ευρώ, για μέσα στο 2021.Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΥΠΟΙΚ, κάθε εβδομάδα lockdown κοστίζει συνολικά στην οικονομία 750 εκατ. ευρώ, ενώ η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού από τη νέα παράταση των περιοριστικών μέτρων μέχρι τις 16 Μαρτίου θα ανέλθει σε 1,2 δισ. ευρώ. Από αυτά, περίπου τα 520 εκατ. ευρώ αφορούν στη στήριξη του λιανικού εμπορίου.
Μόνο για τη στήριξη της απασχόλησης, και του εισοδήματος ανέργων και εργαζομένων, έχουν ήδη διατεθεί 6,4 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, συμπεριλαμβανομένων των κονδυλίων για κάλυψη ασφαλιστικών εισφορών, τα μέτρα για τους εργαζομένους φτάνουν προς το παρόν τα 4,7 δισ. ευρώ. (3,2 δισ. ευρώ μέτρα απευθείας στήριξης μισθών και 1,5 δισ. ευρώ για κάλυψη ασφαλιστικών εισφορών). Στο ποσό αυτό περιλαμβάνεται η καταβολή της αποζημίωσης ειδικού σκοπού για τις αναστολές συμβάσεων εργασίας του Φεβρουαρίου, καθώς και η καταβολή της έκτακτης ενίσχυσης των 400 ευρώ σε αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες και ελεύθερους επαγγελματίες που αναμένεται το αμέσως επόμενο διάστημα.
Επιπλέον, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων έχει απλώσει δίχτυ προστασίας και μέσω του ΟΑΕΔ, καθώς μέσω των διάφορων δράσεων κατά την περίοδο της πανδημίας έχουν δοθεί 1,5 δισ. ευρώ. Ένας τρίτος πυλώνας του συστήματος στήριξης είναι τα προγράμματα του τρέχοντος ΕΣΠΑ 2014-2020 που υλοποιούνται από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Η στήριξη μέσω ευρωπαϊκών κονδυλίων θα ενισχυθεί το επόμενο διάστημα, καθώς το Υπουργείο ολοκληρώνει αυτή την περίοδο την επεξεργασία των προγραμμάτων που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ 2021-2027 και τα οποία θα διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο για την επόμενη ημέρα.
Ωστόσο, παρά τις εκτεταμένες δημοσιονομικές παρεμβάσεις, τα προβλήματα στην ελληνική οικονομία και το σχέδιο για την ανάκαμψη, παραμένουν σημαντικά.
Η έρευνα της Εθνικής Τράπεζας
Για παράδειγμα, πρόσφατη έρευνα της Εθνικής Τράπεζας έδειξε ότι, στα τέλη του 2021 το ποσοστό του τομέα που θα εξακολουθήσει να αντιμετωπίζει έντονα προβλήματα ρευστότητας θα παρουσιάσει σημαντική αποκλιμάκωση – από το 88% στο τέλος του 2020 σε 33% στο τέλος του 2021 – επιστρέφοντας σταδιακά στα προ πανδημίας επίπεδα (προσεγγίζοντας δηλαδή το 13% του τομέα που είχε παρατηρηθεί στα τέλη του 2019). Τα προβλήματα ρευστότητας εκτιμάται ότι θα δημιουργήσουν συνολικές ανάγκες ύψους περίπου €16 δισ.(από €34 δισ. το 2020), ενώ σε επίπεδο κλάδων το εμπόριο και η βιομηχανία παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες ανάγκες κεφαλαίων κίνησης (€4,4 δισ. και €2,5 δισ. αντίστοιχα, αντανακλώντας το μέγεθος των κλάδων), και ο τουρισμός τις πιο πιεστικές ανάγκες (αναμένεται να προσεγγίσουν το 40% των πωλήσεων ξενοδοχείων και εστιατορίων).
Σύμφωνα πάντως με την ΕΤΕ, η συνδυασμένη πολιτική παρεμβάσεων από το κράτος και τον τραπεζικό τομέα (€5,8 δισ.) και η αξιοποίηση του διαθέσιμου ταμειακού μαξιλαριού των επιχειρήσεων (€3,3 δισ.), αναμένεται να περιορίσει το κενό χρηματοδότησης στα €6,4 δισ. Εξαιρώντας τις μακροχρόνια ζημιογόνες επιχειρήσεις, τραπεζική χρηματοδότηση θα απαιτηθεί για την κάλυψη υπολειπόμενου κενού της τάξης των €2,2 δις, επιβεβαιώνοντας έτσι τη διαχειρισιμότητα των αναγκών για κεφάλαια κίνησης τη φετινή χρονιά.
Η πρόσβαση σε επαρκή ρευστότητα
Εξασφαλίζοντας ότι το σύνολο των υγιών επιχειρήσεων θα έχει πρόσβαση σε επαρκή ρευστότητα το 2021 (όπως συνέβη και το 2020), φαίνεται ότι συνεχίζει να λειτουργεί το αποτελεσματικό «φρένο» στις δευτερογενείς επιδράσεις της υγειονομικής κρίσης στην ελληνική οικονομία (που θα πρόκυπταν από τη χρηματοοικονομική ασφυξία ενός σημαντικού ποσοστού επιχειρήσεων). Σε πιο μεσοπρόθεσμη βάση, όσο απομακρυνόμαστε από την επείγουσα συγκυρία εξασφάλισης της επιβίωσης των υγιών επιχειρήσεων, προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί –και με την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης– στην ανάκτηση του επιπέδου των επιχειρηματικών επενδύσεων που μειώθηκε εξαιτίας της οικονομικής κρίσης (από 10% σε λιγότερο από 6% του ΑΕΠ) και των αποθεμάτων που μειώθηκαν εν μέσω της πανδημίας (από το 14% σε λιγότερο από 12% των πωλήσεων).
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr.