Οι επιδημιολογικές εξελίξεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν αφήνουν κανένα περιθώριο εφησυχασμού. Η μια μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αναγκάζονται να διατηρήσουν σε ισχύ τα αυστηρά μέτρα περιορισμού κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων, εξαιτίας της ευρείας διασποράς του κορωνοϊού, και των μεταλλάξεών του.

Και μπορεί το τοπίο να μην είναι τόσο ομιχλώδες όσο ήταν πριν από περίπου έναν χρόνο, ωστόσο, ακόμα και σήμερα που έχει εφευρεθεί το εμβόλιο, παράγεται μαζικά, και έχει ξεκινήσει η διάθεσή του, η εξέλιξη της πανδημίας εξακολουθεί να προκαλεί προβληματισμό.

Του Σπύρου Σταθάκη

Από τη στιγμή λοιπόν, που ο κορωνοϊός συνεχίζει να πλήττει τις ευρωπαϊκές οικονομίες, είναι αναπόφευκτο και η δημοσιονομική στήριξη να συνεχιστεί για όσο διάστημα χρειάζεται, προκειμένου να μετριαστεί οι οικονομικός και κοινωνικός αντίκτυπος της πανδημίας. Η Κομισιόν λοιπόν, και επισήμως, πρότεινε μέσα στην εβδομάδα που μας πέρασε, την άσκηση στην ουσία χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής και το 2022, σε μια προσπάθεια να επιστρέψουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες, με όσο το δυνατόν πιο ομαλό τρόπο δίνεται, στο δρόμο της ανάκαμψης.

Η αξιοποίηση του μηχανισμού ανάκαμψης

Σύμφωνα και με κορυφαίους ευρωπαίους αξιωματούχους, όπως ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Κομισιόν για μια Οικονομία στην Υπηρεσία των Ανθρώπων, κ. Βάλντις Ντομπρόβσκις, καθώς και ο επίτροπος Οικονομίας, κ. Πάολο Τζεντιλόνι, με βάση τις τρέχουσες ενδείξεις, η γενική ρήτρα διαφυγής θα παραμείνει ενεργή το 2022 και θα απενεργοποιηθεί το 2023. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να αξιοποιήσουν στο έπακρο τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ο οποίος τους παρέχει μια μοναδική ευκαιρία να στηρίξουν την οικονομία τους χωρίς να επιβαρύνουν τα δημόσια οικονομικά τους.

Από κει και πέρα, τα έγκαιρα, προσωρινά και στοχοθετημένα μέτρα θα επιτρέψουν την ομαλή επιστροφή σε βιώσιμους προϋπολογισμούς μεσοπρόθεσμα. Επιπλέον, οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να διαφοροποιούνται ανάλογα με τον ρυθμό ανάκαμψης κάθε χώρας και την υποκείμενη δημοσιονομική της κατάσταση.

Υπάρχει όμως και κάτι, το οποίο εντόπισε σε πρόσφατη έκθεση το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο. Η κρίση της πανδημίας μπορεί να εντείνει τον κίνδυνο οικονομικών αποκλίσεων μεταξύ των κρατών μελών.

Ειδικότερα, στους παράγοντες πολιτικής που μπορεί να επιτείνουν τον κίνδυνο αυτό συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, οι διαφορές στη δημοσιονομική κατάσταση και οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, που οφείλονται στη διαφορετική ικανότητα των κρατών μελών να εφαρμόζουν μέτρα κρατικών ενισχύσεων.

Οι αυξανόμενες αποκλίσεις μπορούν επίσης να αποτελέσουν απόρροια των υψηλών και επίμονων ποσοστών ανεργίας, των επενδυτικών κενών και των κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε περίπτωση που ο οικονομικός αντίκτυπος εξαπλωθεί στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Αυτές είναι κάποιες πολύ σημαντικές επισημάνσεις, που η Κομισιόν πρέπει να λάβει υπόψην της, κατά τη χάραξη των κατευθυντήριων γραμμών προς τα κράτη – μέλη για την οικονομική πολιτική.

Οι προβλέψεις για την ελληνική οικονομία

Σε καθεστώς δημοσιονομικής χαλάρωσης η Ε.Ε.

Αναλυτικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε μια επικαιροποιημένη προσέγγιση της, συντονισμένης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, δημοσιονομικής πολιτικής, ως απάντηση στις προκλήσεις της υγειονομικής κρίσης, μέσω μίας συντονισμένης και αποτελεσματικής αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεών της.

Με την ανακοίνωση αυτή η Κομισιόν παρέχει στα κράτη μέλη γενικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής κατά την προσεχή περίοδο, καθώς και κατευθυντήριες αρχές για τον ορθό σχεδιασμό και την ποιότητα των δημοσιονομικών μέτρων.

Εκθέτει επίσης τις εκτιμήσεις της Επιτροπής σχετικά με την απενεργοποίηση ή τη συνεχή ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής.

Παρέχει επίσης γενικές ενδείξεις σχετικά με τη συνολική δημοσιονομική πολιτική για την προσεχή περίοδο, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στη δημοσιονομική πολιτική.

Σύμφωνα με την Επιτροπή, υπάρχει ισχυρή δέσμευση να εξασφαλιστεί μια συντονισμένη και συνεκτική αντίδραση σε επίπεδο πολιτικής στην τρέχουσα κρίση. Αυτό απαιτεί αξιόπιστες δημοσιονομικές πολιτικές που αντιμετωπίζουν τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού και στηρίζουν την ανάκαμψη, χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.

Με βάση λοιπόν τις νέες προτάσεις της Κομισιόν:
Θα υπάρχει δημοσιονομική ευελιξία όχι μόνο το 2021, αλλά και το 2022. Δεν θα υπάρξει πρόωρη απόσυρση των μέτρων ενίσχυσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Επιπροσθέτως, μόλις περιοριστούν οι κίνδυνοι σε υγειονομικό επίπεδο, τα μέτρα θα γίνονται σταδιακά πιο στοχευμένα και θα στρέφονται προς την επίτευξη ανθεκτικής και διατηρήσιμης ανάκαμψης.

Θα αξιολογηθεί, από το 2023 και μετά, η κατάσταση κάθε κράτους-μέλους, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες σε κάθε χώρα, ώστε, σε περίπτωση που ένα κράτος-μέλος δεν έχει επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας, να χρησιμοποιούνται πλήρως όλες οι δυνατότητες ευελιξίας που παρέχει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Θα ληφθεί υπόψη για τη χάραξη δημοσιονομικής πολιτικής η επίδραση του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ο οποίος θα συμβάλει στην υπέρβαση του κοινωνικού και οικονομικού αντίκτυπου της πανδημίας και στην ισχυροποίηση των κοινωνιών και των οικονομιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι λεπτομέρειες της ανακοίνωσης της Κομισιόν

Η Επιτροπή διευκρινίζει ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να παραμείνει ευέλικτη και να προσαρμόζεται στην εξελισσόμενη κατάσταση. Προειδοποιεί για τους κινδύνους που συνεπάγεται μια πρόωρη απόσυρση της δημοσιονομικής στήριξης, η οποία θα πρέπει να διατηρηθεί το τρέχον και το επόμενο έτος.

Προβλέπει ότι, μόλις μειωθούν οι κίνδυνοι για την υγεία, τα δημοσιονομικά μέτρα θα πρέπει σταδιακά να εστιάζουν σε πιο στοχευμένα και μακρόπνοα μέτρα που προωθούν μια ανθεκτική και διατηρήσιμη ανάκαμψη, καθώς και ότι οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον αντίκτυπο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Τέλος, οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ένταση της ανάκαμψης και τα ζητήματα δημοσιονομικής βιωσιμότητας.

Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές θα διευκολύνουν τα κράτη μέλη στην κατάρτιση των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης, τα οποία θα πρέπει να υποβληθούν στην Επιτροπή τον Απρίλιο του 2021. Οι κατευθυντήριες γραμμές θα αναλυθούν λεπτομερέστερα στην εαρινή δέσμη του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου της Επιτροπής.

Η Επιτροπή πρότεινε την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής τον Μάρτιο του 2020 ως μέρος της στρατηγικής της για ταχεία, αποφασιστική και συντονισμένη αντίδραση στην πανδημία του κορωνοϊού. Η ρήτρα επέτρεψε στα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα για την κατάλληλη αντιμετώπιση της κρίσης, παρεκκλίνοντας από τις δημοσιονομικές απαιτήσεις που θα ίσχυαν κανονικά στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου.

Στην ανακοίνωση εκτίθενται οι προβληματισμοί της Επιτροπής σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να ληφθεί στο μέλλον απόφαση σχετικά με την απενεργοποίηση της ρήτρας ή τη συνέχιση της ενεργοποίησής της για το 2022. Κατά την άποψη της Επιτροπής, η απόφαση θα πρέπει να ληφθεί μετά από μια συνολική αξιολόγηση της κατάστασης της οικονομίας βάσει ποσοτικών κριτηρίων.

Το επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας στην Ε.Ε. ή στη ζώνη του ευρώ σε σύγκριση με τα προ κρίσης επίπεδα (τέλος του 2019) θα αποτελούσε το βασικό ποσοτικό κριτήριο για να προβεί η Επιτροπή στη συνολική αξιολόγηση της απενεργοποίησης ή της συνέχισης της εφαρμογής της γενικής ρήτρας διαφυγής.

Ως εκ τούτου, από τις τρέχουσες προκαταρκτικές ενδείξεις συνάγεται η συνέχιση της εφαρμογής της γενικής ρήτρας διαφυγής το 2022 και η απενεργοποίησή της από το 2023.Μετά από διάλογο μεταξύ του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η Επιτροπή θα αξιολογήσει την απενεργοποίηση ή τη συνεχή ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής με βάση τις εαρινές προβλέψεις του 2021, οι οποίες θα δημοσιευθούν το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr.